breaking news Νέο

Νησιώτες Άγιοι της Ορθοδοξίας μας

  • Νησιώτες Άγιοι της Ορθοδοξίας μας
  • Νησιώτες Άγιοι της Ορθοδοξίας μας
  • Νησιώτες Άγιοι της Ορθοδοξίας μας

Αγία Θεοκτίστη εκ Μηθύμνης Λέσβου

Σημαντικές μαρτυρίες για τη ζωή και το έργο της Οσίας Θεοκτίστης μας παρέχει ο Άγιος Συμεών ο Μεταφραστής, που υπήρξε σύγχρονός της.

Η Αγία Θεοκτίστη καταγόταν από τη  Μήθυμνα της Λέσβου. Σε μικρή ηλικία έχασε τους γονείς της και την κηδεμονία της ανέλαβαν οι συγγενείς της. Ήταν πολύ καλή χριστιανή και βοηθούσε όσο μπορούσε τα ορφανά και τους φτωχούς και άπορους συνανθρώπους της. Ασπάστηκε το μοναχισμό  σε νεαρή ηλικία και έκτισε ένα μοναστήρι, το οποίο συγκέντρωσε πολλές μοναχές. Η Θεοκτίστη έκανε πολλές φιλανθρωπίες και κήρυττε το Λόγο του θεού σε αυτούς που τον είχαν ανάγκη, εκτελώντας ιεραποστολικό έργο.

Μια μέρα θέλησε να επισκεφθεί την αδελφή της σε κάποιο χωριό του νησιού και για κακή της τύχη  έπεσε σε ενέδρα Αράβων πειρατών, που  έκαναν επιδρομή στη Λέσβο, λεηλατώντας και προκαλώντας πολλές καταστροφές.

Αιχμαλώτισαν πολλές νέες γυναίκες, με σκοπό να τις πουλήσουν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής και ανάμεσα σε αυτές ήταν και η Θεοκτίστη. Την άλλη μέρα εγκατέλειψαν με τα πλοία τους το νησί, αλλά έπεσαν σε τρικυμία και αναγκάστηκαν να αγκυροβολήσουν στη Νάουσα της Πάρου.

Τότε, η Αγία Θεοκτίστη κατόρθωσε να ξεφύγει από την προσοχή των πειρατών και διανύοντας μια απόσταση 10 χιλιομέτρων, έφθασε στην Παροικιά της Πάρου και κατέφυγε στον περίφημο Ιερό Ναό της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής.

Η ίδια η Αγία Θεοκτίστη περιγράφει την πορεία της από τη Νάουσα στην Παροικιά  ως εξής, σύμφωνα με την εξιστόρηση  από τον Άγιο Συμεών το Μεταφραστή.

"Αφού επαραμέρησα εισήλθον εις το δάσος και περιεπάτησα τόσον, όπου εκαταξέσχισα από το ξύλο και τους λίθους τους πόδας μου. Όθεν έφθασα ως αποθαμένη, μη δυναμένη από τον πόνον να στέκωμαι".

Στο ναό η Αγία Θεοκτίστη παρέμεινε 35 ολόκληρα χρόνια προσευχόμενη στον Κύριο, τρώγοντας μόνο χόρτα και άγρια φυτά. Όπως αναφέρει ο Συμεών ο Μεταφραστής, όλα αυτά τα χρόνια δεν την είδε κανένας άνθρωπος.

Κάποτε πέρασαν από την Πάρο κάποιοι κυνηγοί, οι οποίοι έφθασαν στην Παροικιά. Ένας από αυτούς μπήκε στο Ναό της Εκατονταπυλιανής για να προσευχηθεί και συνάντησε την Αγία, η οποία του εξιστόρησε την ιστορία της. Οι τρίχες της κεφαλής της Αγίας ήταν λευκές, το δε πρόσωπό της είχε σκούρο χρώμα. Σάρκες καθόλου δεν φαινόταν, μα μόνο ένα δέρμα, το οποίο συνείχε και συγκρατούσε τους αρμούς των νεύρων και των οστών.

Το σώμα της έμοιαζε πιο πολύ με σκιά, παρά με ανθρώπινο σώμα.

Η Αγία πέθανε το 880 μέσα στο ναό, όπου έμεινε 35 ολόκληρα χρόνια.

Το Άγιο λείψανό της παρέλαβαν οι κάτοικοι της  Ικαρίας. Τμήμα του Αγίου της λειψάνου υπάρχει στη Μήθυμνα της Λέσβου. Στην Πάρο και στον Ιερό ναό της Εκατονταπυλιανής σώζεται επίσης τμήμα του  χεριού της. Αριστερά της εισόδου του ιστορικού αυτού Ιερού Ναού βρίσκεται ο τάφος της.

Η μνήμη της τιμάται στις 9 Νοεμβρίου πανηγυρικά  στο μεγαλοπρεπή Ι. Ναό της Παναγίας Εκατονταπυλιανής Πάρου. Γιορτάζει  επίσης την πρώτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου, κατά την καθιερωθείσα  Σύναξη των Πέντε Αγίων της Παροναξίας, η οποία τελείται στο νεόδμητο Ναό των Ναξίων Αγίων Νικοδήμου του Αγιορείτου και Νικολάου του Πλανά, στην πόλη της Νάξου.

Επίσης γιορτάζει την Τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου στην Πάρο, όπου επίσης τελείται η Σύναξη των Αγίων.

 

 Άγιοι 10 Μάρτυρες εκ Κρήτης

Άγιοι Θεόδουλος, Σατορνίνος,  Εύπορος,  Γελάσιος, Ευνικιανός, Ζωτικός, Αγαθόπους,  Βασιλειάδης, Ευάρεστος, Πόμπιος.

Οι Άγιοι Δέκα  μαρτύρησαν τον 3ο αιώνα μ.Χ., επί εποχής του αυτοκράτορα Δεκίου. Από αυτούς, οι μεν Θεόδουλος, Σατορνίνος, Εύπορος, Γελάσιος και Ευνικιανός, ήταν από τη Γόρτυνα της Κρήτης, ο Ζωτικός, από την Κνωσό, ο Αγαθόπους από το λιμένα Πανόρμου, ο Βασιλειάδης (ή Βασιλείδης) από την Κυδωνιά, ο  Ευάρεστος και ο Μόβιος (ή Πόμπιος, ή Πόντιος) από το Ηράκλειο.

Και οι δέκα εργάζονταν για τη διάδοση του Ευαγγελίου στην Κρήτη και γι΄ αυτόν το λόγο καταγγέλθηκαν στον έπαρχο Κρήτης Δέκιο.

Ο έπαρχος προσπάθησε στην αρχή να τους δελεάσει με πλούσιες παροχές,  αλλά οι Άγιοι αρνήθηκαν να τον ακολουθήσουν, με αποτέλεσμα να μαστιγωθούν και να λιθοβοληθούν.

Αργότερα ο Δέκιος διέταξε να τους αποκεφαλίσουν. Η μνήμη τους τιμάται στις 23 Δεκεμβρίου.

 

Άγιος Σπυρίδων Προστάτης των Κεραμοποιών

Γεννήθηκε το 270 στο χωριό Άσσια, δίπλα στην Τριμυθούντα της Κύπρου, στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου (306-337) και του γιου του Κωνστάντιου (337-361).

Οι γονείς του ήταν κτηνοτρόφοι και έτσι ο Σπυρίδων περνούσε τον καιρό του βόσκοντας τα ζώα τους και διαβάζοντας τις Γραφές.

Ήταν πάρα πολύ απλός άνθρωπος, γεμάτος αγάπη προς τον πλησίον του και συνήθιζε να συνοδεύει τους βοσκούς τις Κυριακές στους ναούς, για να ακούσουν τη Θεία Λειτουργία  και στη συνέχεια τους επεξηγούσε το Ευαγγέλιο ή τις αποστολικές περικοπές.

Όταν ενηλικιώθηκε, παντρεύτηκε μία ευσεβή γυναίκα, η οποία όμως πέθανε σε πολύ σύντομο διάστημα, αφού πρώτα του χάρισε μια θυγατέρα, την Ειρήνη.

Για να επουλώσει τις πληγές του,  ο Σπυρίδων αφοσιώθηκε περισσότερο στη μελέτη  των Γραφών. Μετά από πολλές πιέσεις, δέχθηκε να χειροτονηθεί  ιερέας και προσέφερε σπουδαίο ποιμαντικό έργο, βοηθώντας τους φτωχούς, τις χήρες με τα ορφανά τους και όποιον χρειάζονταν τη βοήθειά του.

Όταν χήρεψε η Επισκοπή Τριμυθούντος, λαός και κλήρος τον εξέλεξαν δια βοής επίσκοπο.

Ο Σπυρίδων συνέχισε το πανάρετο έργο του και έφθασε σε μεγάλα  στάδια αγιοσύνης, με αποτέλεσμα να λάβει από το Θεό το χάρισμα να κάνει θαύματα.

Έλαβε μέρος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, την οποία συγκάλεσε ο Μέγας Κωνσταντίνος το 325 στη Νίκαια της Βιθυνίας, εναντίον του Αρείου και των οπαδών του.

Στη Σύνοδο συμμετείχαν  σπουδαίοι θεολόγοι, όπως επίσης οι Άγιοι Αλέξανδρος, Νικόλαος, Αθανάσιος, Παφνούτιος.

Ο Σπυρίδων, αν και δεν είχε μεγάλη μόρφωση, κατατρόπωσε τους Αρειανούς και αναδείχθηκε από τους πιο λαμπρούς υποστηρικτές της ορθοδοξίας μας.  Όπως αναφέρει η παράδοση, μετά την ομιλία του σήκωσε ψηλά με το χέρι του ένα κεραμίδι, έκανε το σημείο του σταυρού λέγοντας : «Εις το όνομα του Πατρός», τότε η φωτιά από την οποία ψήθηκε το κεραμίδι ανέβηκε πάνω,  «Και του Υιού», τότε το νερό που ζυμώθηκε το κεραμίδι έσταξε κάτω «Και του Αγίου Πνεύματος» και τότε έδειξε το χώμα που απέμεινε στη χούφτα του.

«Αδελφοί μου, όπως το κεραμίδι αποτελεί ένα πράγμα, μιας ουσίας και μιας φύσεως, αλλά είναι τρισύνθετο, φωτιά-νερό-χώμα έτσι είναι και ο Άγιος θεός».

Μετά την επιστροφή του στην Κύπρο έμαθε το θάνατο της μονάκριβης κόρης του, γεγονός που τον στεναχώρησε πολύ.

Χάρη στη μεγάλη δύναμη που είχε, θεράπευσε από ανίατη ασθένεια τον αυτοκράτορα Κωνστάντιο, που είχε διαδεχθεί στο θρόνο τον πατέρα του Μεγάλο Κωνσταντίνο.

Ο Άγιος Σπυρίδων πέθανε στις 12 Δεκεμβρίου του 350 και το λείψανό του μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στο ναό των Αγίων Αποστόλων. Μετά την Άλωση της Πόλης, ένας ιερέας ο Γεώργιος Καλοχαιρέτας, μαζί με άλλα Άγια λείψανα, τα μετέφερε στην Πάργα της Ηπείρου και από εκεί, το 1456, στην Κέρκυρα, όπου βρίσκονται μέχρι σήμερα στον ομώνυμο ναό της πόλης.

Η μνήμη του τιμάται στις 12 Δεκεμβρίου.

Απολυτίκιο

«Της Συνόδου της πρώτης ανεδείχθης υπέρμαχος και θαυματουργός Θεοφόρε, Σπυρίδων Πατήρ υμών.δια νεκρά συ εν τάφω προσφωνείς και όφιν εις χρυσούν μετέβαλες και εν τω μέλπειν τας αγίας σου ευχάς, Αγγέλους έσχες συλλειτουργούντας σοι ιερώτατε. Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι δια σου, πάσιν ιάματα».


Άγιοι 10 Μάρτυρες εκ Κρήτης
Άγιος Σπυρίδων Προστάτης των Κεραμοποιών

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής