breaking news Νέο

Μικρασιατικά αφηγήματα

  • Μικρασιατικά αφηγήματα
  • Μικρασιατικά αφηγήματα
  • Μικρασιατικά αφηγήματα

Η στήλη αυτή έχει ως σκοπό της να διατηρήσει και να επαναφέρει στη μνήμη μας όλα αυτά, που τόσα χρόνια μας έχουν διηγηθεί οι πρόγονοί μας, γύρω από τη ζωή, τα ήθη και έθιμά τους, τα διάφορα ιστορικά γεγονότα της εποχής και τέλος τη μαρτυρική έξοδο από τις εστίες τους. Είναι ένα ύστατο χαίρε, καθώς και μια τιμητική αναφορά, σε μια πολύπαθη γενιά, η οποία πλέον έχει εκλείψει και εμείς, που αποτελούμε τη συνέχειά της, έχουμε καθήκον να μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενεές την τραγική ιστορία της.

 Η χορεύτρα

Την ιστορία αυτή, όπως και πολλές άλλες, μου τις διηγούνταν η γιαγιά μου, η Ευριδίκη Κακλίδου, στο χωριό μου, τη Λακκιά Φλωρίνης. Στο χωριό την αποκαλούσαν βρακού, διότι φορούσε πάντοτε βράκες, τις οποίες δεν εγκατέλειψε ποτέ. Το σπίτι μας ήταν σχεδόν έξω από το χωριό και το χειμώνα έκανε πολύ κρύο, ενώ έξω στην αυλή του σπιτιού μας συγκεντρώνονταν 2 μέτρα χιόνι.

Έτσι, αναγκαζόμασταν να καθόμαστε μέσα στο σπίτι, δίπλα στην ξύλινη σόμπα και ακούγαμε τις ατέλειωτες ιστορίες της γιαγιάς Ευρυδίκης και του παππού Θανάση, γύρω από τα ήθη και έθιμα και τις παραδόσεις του χωριού τους, τα ξακουστά Κουβούκλια Προύσας.

…..Στο χωριό μας, Θανασάκη μου, τα Κουβούκλια Προύσας, τα κορίτσια σπάνια πήγαιναν στο σχολείο. Προτιμούσαν να μένουν στο σπίτι και να βοηθούν τους γονείς τους στις σπιτικές εργασίες. Είχαμε πολλά έθιμα, που ομόρφαιναν την καθημερινή ζωή μας.

Ένα από αυτά ήταν η περίφημη χορεύτρα. Τις δυο τελευταίες μέρες του Πάσχα συγκεντρώνονταν οι νεαρές κοπέλες του χωριού, οι αρραβωνιασμένες και οι κοπέλες που είχαν παντρευτεί τη χρονιά εκείνη, για να χορέψουν. Απαγορεύονταν να συμμετέχουν γυναίκες, οι οποίες είχαν αποκτήσει παιδί, όπως  και η συμμετοχή αντρών, οι οποίοι περιορίζονταν να παρακολουθούν από μακριά.

Χόρευαν και τραγουδούσαν διάφορα τραγούδια, χτυπώντας τη μπακίρα, που ήταν ένα μπακιρένιο δοχείο….

Τηρώ βλέπω στον ουρανό

Τηρώ γλέπω στον ουρανό, τα  σπίτια της μές τον γιαλό

τα παναθύρια της γυαλιά, θεέ μου βγάλε ΄να βοριά

να ραγιστούνα τα γυαλιά, να ξεύγη πάλι η αγάπη μου

έχω δυο λόγια να την πώ, σαράντα να την διηγηθώ.

Ν΄ανέβω σε ψηλό βουνό, να βγάλω μια γλυκιά φωνή

για να βγούνε οι λεύτερες.

Να πελεκήσω μάρμαρα, να κάνω μαρμαρόλουτρο

να στήσω γούρνες δεκαοχτώ, σαντριβάνια τριάντα δυό.

Όπ΄έχει κόρη λεύτερη, για να την φέρει να λουστεί,

πέντε τσατάλια να μπλαχή και δεκαοχτώ να στολιστεί

να δώσει και το λουτρικό ένα σγουρό βασιλικό.

Κρίμα που δεν ποτίζεται και δεν κορφολογίζεται.

Εγώ τον κορφολόγησα, στο μαντηλάκιμ τόδεσα

και στην αγάπημ τόστειλα, με γειές με χαιρετίσματα

με του βοριά τα κύματα.

Σταφύλια με τ΄ απούρνια τνα, ροδάκινα με τα κλωνιά

ελιές με τα κουκούτσια τνα, δαμάσκηνα με τα τσουνιά.

 

Όταν χόρευαν οι αρραβωνιασμένες κοπέλες, σηκώνονταν οι πεθερές και οι συγγενείς του γαμπρού, έβγαζαν επιδεικτικά ένα δώρο και το έδιναν στη μέλλουσα νύφη. Το δώρο μπορεί να ήταν ένα χρυσαφικό, ένα μαντήλι, φόρεμα, τσεβρέδες ή χρήματα.

Ο χορός τότε συνεχίζονταν προς τιμή της κοπέλας και της πεθεράς της και μετά το πέρας του χορού επιδείκνυε το δώρο που είχε δεχθεί. Βέβαια δεν ήταν σπάνιο το γεγονός η νύφη να μην ενθουσιάζονταν με το δώρο της πεθεράς, γεγονός που οδηγούσε μέχρι τη διάλυση του αρραβώνα.

Οι νέοι παρακολουθούσαν από μακριά, διότι απαγορεύονταν να πλησιάσουν. Έπιναν ρακί και τραγουδούσαν με συνοδεία οργάνων. Η εκδήλωση αυτή επαναλαμβάνονταν και την ημέρα που γιόρταζε η εκκλησία του χωριού, ο Άη Γιώργης.

 

Ο παππούς Θανάσης παρακολουθούσε και αυτός τη γιαγιά Ευρυδίκη, όταν μας έλεγε τις ιστορίες, συμπληρώνοντάς την και βοηθώντας την να φέρει στη μνήμη της γεγονότα της εποχής εκείνης.

Θυμάμαι κάθε χρόνο, το βράδυ της Τυρινής, κρεμούσε από την οροφή μια κλωστή, στην άκρη της οποίας ήταν δεμένο ένα αυγό. Εγώ με τα αδέλφια μου καθόμασταν γονατιστοί  με τα χέρια δεμένα πίσω και προσπαθούσαμε με ανοιχτό το στόμα να δαγκάσουμε το αυγό.

Όταν το καταφέρναμε, καθαρίζαμε το αυγό και το τρώγαμε λέγοντας…. Τώρα που θα αρχίς η νηστεία να κλείσμε το στόμα μας με αυγό και να το ανοίξμε  το Πάσχα πάλι με αυγό.

Την άλλη μέρα, για να εξαπατήσουν τα μικρά παιδιά, για να μη ζητήσουν γάλα, αυγά, τυριά, έλεγαν ότι ήρθαν το βράδυ οι καμήλες και τα πήραν και θα τα έφερναν πίσω την Πασκαλιά.

 

Αφήγηση Κακλίδη Θανάση

Λακκιά Φλωρίνης


Ε.Κακλίδου
Κουβουκλια

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής