breaking news Νέο

Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα χωριά της Προύσας

  • Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα χωριά της Προύσας
  • Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα χωριά της Προύσας

Ακόμα δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω ότι βρισκόμουν στην Προύσα, την πόλη των ονείρων μου, την πόλη που τόσο εξυμνούσε και λάτρευε ο παππούς Φωτάκης ...

Κατέβηκα στην αίθουσα του ξενοδοχείου, όπου σερβίρονταν το πρωινό γεύμα. Στο μπουφέ υπήρχαν τα πάντα, πλην χοιρινού κρέατος - είναι γνωστό τοις πάσι ότι οι Μωαμεθανοί το απεχθάνονται. Παντού πάστρα και καθαριότητα και οι σερβιτόροι πάνω από το κεφάλι σου, μη σου λείψει τίποτα. «Ρε μπας και δεν μου τα είπαν καλά στην Ελλάδα;»

Τουλάχιστον μέχρι στιγμής τα πάντα λειτουργούσαν άψογα και η συμπεριφορά των Τούρκων απέναντί μου αψεγάδιαστη. Στη ρεσεψιόν ρώτησα από πού μπορούσα να πάρω το λεωφορείο για την Gorukle - έτσι έλεγαν τώρα τα Κουβούκλια. Δεν ήθελα να πάω με το αυτοκίνητο, γιατί φοβόμουν… δεν  είχα λάβει και καμία θετική… πληροφορία για τους Τούρκους  οδηγούς, όταν ανακοίνωνα τις προθέσεις μου να πραγματοποιήσω αυτό το ταξίδι.

Έβαλα το καλύτερο μου κοστούμι - Αρμάνι παρακαλώ από την Κoenigs Allee του Ντίσελντορφ - πήρα το καινούργιο μου βαλιτσάκι, στο οποίο είχα βάλει πολλά δωράκια και βγήκα από το ξενοδοχείο. Σα λόρδος βγαλμένος από κάποιο φιγουρίνι… μέρος της στρατηγικής μου βλέπεις το ωραίο ντύσιμο… για να εντυπωσιάσω τους Τούρκους και να αποκτήσω το σεβασμό τους.           

Έπειτα, στα πλαίσια της στρατηγικής μου πάντα, σκόπευα να επισκεφθώ το δημοτικό σχολείο και να κερδίσω τη συμπάθεια και το ενδιαφέρον των μαθητών και των καθηγητών, δωρίζοντάς τους όμορφα στυλό. Στο σχολείο, σκέφθηκα πως θα συναντούσα τους «πολιτισμένους» και «μορφωμένους» Τούρκους, οι οποίοι θα μου φέρονταν και ανάλογα και ίσως εξυπηρετούσαν τα σχέδιά μου.  Πήρα ένα ταξί, που με οδήγησε στο σταθμό των λεωφορείων για τα Κουβούκλια. Τα συναισθήματα που με κατέκλυζαν ήταν ανάμικτα… ένα όνειρο έπαιρνε σάρκα και οστά… θα αντίκριζα το χωριό των προγόνων μου.

Ο οδηγός πρόσχαρος, ευγενικός και με ιδιαίτερο εξωτερικό γνώρισμα… το μεγάλο μουστάκι φυσικά. Λίγοι Τούρκοι είναι αυτοί που δε το διαθέτουν.  Φαίνεται ότι αποτελεί το έμβλημα του ανδρισμού. Βέβαια εμείς εδώ στην Ελλάδα το περιφρονούμε και το χαρακτηρίζουμε σαν το φερετζέ του… τέλος πάντων.

Κύρια χαρακτηριστικά τους λοιπόν το μουστάκι, μελαχρινά μαλλιά και ο απαραίτητος σκεμπές ή κοιλίτσα. Εγώ όλα αυτά τα διέθετα… η τούρκικη προφορά μου έλειπε…  γι’ αυτό και αρχικά με πέρασε για Τούρκο. Θα έλεγε κανείς πως εγώ έμοιαζα περισσότερο Τούρκος από τον Τούρκο.

 

 «Gorukle autobusgarage lutfen», στο σταθμό λεωφορείων για τα Κουβούκλια τον παρακάλεσα, προσπαθώντας να προσποιηθώ τον Τούρκο.

 «Sind Sie Grieche», με ρώτησε αν είμαι Έλληνας, σε άπταιστα Γερμανικά

………. και αφού βρήκαμε μια κοινή γλώσσα συνεννόησης, μου εξήγησε ότι ήταν από την Κερασούντα, ήταν Πόντιος στην καταγωγή και πολλά χρόνια είχε κάνει μετανάστης στο Ζόλιγκεν της Γερμανίας. Αν ξέρεις Γερμανικά στην Τουρκία δε χάνεσαι… οπωσδήποτε θα συναντήσεις κάποιον που ήταν μετανάστης στη Γερμανία και μιλά έστω και λίγα Γερμανικά.

Αργότερα βέβαια, μου μίλησε και ποντιακά, λέγοντας πως «η γιάγιανατ και ο πάππος σατ εκαλάτσεβανε μόνο ποντιακά».  Όταν τον ρώτησα αν ήταν Έλληνες, απέφυγε την ερώτηση και μου απάντησε ότι … «τα τρανά τα κράτη φταίνε». Αποχαιρετώντας με, τόνισε ότι στην Προύσα υπάρχουν πολλοί Τουρκοπόντιοι που μιλούν Ποντιακά, έτσι η επικοινωνία θα ήταν εύκολη υπόθεση για μένα.

Φθάνοντας στο σταθμό, μου έδειξε το Ντολμούς που πήγαινε στα Κουβούκλια, με αγκάλιασε αποκαλώντας με καρντεσίμ, δηλαδή αδελφό, και με αποχαιρέτησε. Το Ντολμούς ήταν ένα μικρό λεωφορείο για 15 άτομα. Με αυτό εκτελούνται όλες οι μεταφορές μέσα και έξω από την πόλη, γρήγορα, ευέλικτα και πολύ οικονομικά. Στριμώχτηκα σε μία γωνιά, πλήρωσα το εισιτήριό μου και αναχωρήσαμε για τα Κουβούκλια.  

 

Κουβούκλια.

 Το χωριό βρίσκεται σε απόσταση είκοσι χιλιομέτρων δυτικά της Προύσας. Πριν το 1922 ήταν καθαρά Ελληνικό, με εξακόσιες οικογένειες που μιλούσαν την Ελληνική γλώσσα με πολλούς ιδιωματισμούς.

Ήταν κτισμένο πάνω στο λόφο Λαγαρούδες, γύρω από το γνωστό φρούριο των Κουβουκλίων, το οποίο είχαν οικοδομήσει μαζί με το φρούριο του Λοπαδίου οι  Βυζαντινοί αυτοκράτορες, για να διαφυλάξουν τις διάφορες πόλεις και χωριά της Βιθυνίας από τις εχθρικές επιδρομές. Δυστυχώς όμως, για την ανέγερση αυτών των φρουρίων, πολλές φορές έπαιρναν πέτρες από το κάστρο της Απολλωνιάδας, με αποτέλεσμα αυτό να καταστραφεί.

Σαν φρούριο της Βυζαντινής εποχής το αναφέρει ο Βυζαντινός ιστορικός Γιώργος Παχυμέρης στην πραγματεία του για το Μιχαήλ και Ανδρόνικο Παλαιολόγο 1282-1341, έκδοση Βόννης 1835, όπου αναφέρει…

 «…συνέπεσε δε εντεύθεν δεινά φρουρίω τινί κατά την Μυσίαν την εν τω Ολύμπω τα Κουβούκλια λεγομένω. Επειδή γάρ οι εν τω φρουρίω επιθεμένων των περί τον Πέρσην Ατάρην εν χρω κινδύνου εγένοντο, αμηχανούντες, μόνο σύμφορον ενενόουν την εκ Λοπαδίου αρωγήν.»

Στο ιστορικό αυτό σημείωμα αναφέρεται ότι το φρούριο κυριεύθηκε και οι κάτοικοί του διασκορπίστηκαν. Αργότερα ξαναγύρισαν και ξανάφτιαξαν το χωριό στο ίδιο μέρος.

Ο δάσκαλος του χωριού, Βασίλης Δεληγιάννης, αναφέρει ότι τον 10ο αιώνα, πολλά ελληνικά χωριά, τα οποία βρίσκονταν κοντά στο φρούριο, συνενώθηκαν και έκτισαν ένα καινούργιο, ικανό να αντιμετωπίσει τους διάφορους εισβολείς. Γύρω από τα Κουβούκλια ήταν περίπου δεκαπέντε χωριά, από τα οποία διασώθηκαν μόνο οι ονομασίες τους όπως Παντούρια, Τρυγόνα, Βελονάς, Πυργιά κ.α.

Στο νέο αυτό χωριό έδωσαν το όνομα Κουβούκλια, το οποίο, όπως έλεγε ο αείμνηστος ιερέας του χωριού παπά Πολυχρόνης «όπως αποβή τούτο είδος κουβουκλίου», θα αποτελούσε ένα κουβούκλιο προστασίας και για τα άλλα  ελληνικά χωριά που βρίσκονταν κατάσπαρτα στην περιοχή. Γύρω από το χωριό έκτισαν πολλά μικρά μοναστηράκια, ίχνη των οποίων διακρίνει κανείς μέχρι σήμερα.

Στο λεξικό του Ελευθερουδάκη αναφέρεται το χωριό με την ονομασία Δούβλουτζε. «Κουβούκλια (τουρκιστί Δούβλουτζε) φρούριο της Μικράς Ασίας  εν Βιθυνία επί του Μυσίου Ολύμπου κυριευθέν υπό του Οσμάν το 1308. Προ της ανταλλαγής  των πληθυσμών κατώκουν εν αυτώ περί τας 350 οικογενείας Ελλήνων γεωργών των οποίων η γλώσσα περιέχει πολλούς αρχαϊσμούς».

Τα Κουβούκλια υπέκυψαν στις ορδές του Οσμάν το 1305, σύμφωνα με την «Ιστορία της Εκδοτικής Αθηνών» και επιδόθηκαν στον επιτελή του Σουλτάνου, το Χαρατσόγλου, σαν επιβράβευση για τις υπηρεσίες που πρόσφερε προς αυτόν. Το χωριό καταστράφηκε και οι κάτοικοί του διασκορπίστηκαν.

Έλεγε ο παππούς ο Γιώργης, ότι ο Χαρατσόγλου ήταν αξιωματούχος του σουλτάνου, ο οποίος μάζευε τους φόρους από τα γύρω χωριά. Είχε κτίσει μια έπαυλη στο χωριό και από τότε το όνομά του συνδέθηκε με αυτό των Κουβουκλίων.

Διοικητικά, τα Κουβούκλια ανήκαν στην Προύσα και εκκλησιαστικά στην επαρχία Νικομήδειας. Μαζί με άλλα 23 χωριά αποτελούσαν την εκκλησιαστική περιφέρεια Απολλωνιάδας.  Αυτός ήταν και ο σκοπός μου ξεκινώντας το ταξίδι αυτό. Να επισκεφθώ όλα τα χωριά που αποτελούσαν την εκκλησιαστική αυτή περιφέρεια με έδρα την Απολλωνιάδα.  Θυμάμαι τον παππού Φωτάκη να αναφέρει με συγκίνηση τα θαυματουργά Αγιάσματα του Αγίου Βαραδάτου, τους Αγίας Παραπολινής, τους Αγίας Γαλατινής, του Αγίου Αθανασίου, του Αγίου Ανδρέα, τους Αγίας Ελένης.

Ξεκινώντας από την εκκλησία των Κουβουκλίων, που ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο και είχε κτιστεί το 1860, δε θα μπορούσα να παραλείψω την ιστορία τους θαυματουργής εικόνας του αγίου. Την εικόνα προσπάθησε να μεταφέρει στην Ελλάδα μία καλή χριστιανή γυναίκα, τη μαύρη μέρα της αποχώρησης, κουβαλώντας την στην πλάτη της. Το ίδιο συνέβη και σε όλες τις πόλεις τους Μικράς Ασίας, καθώς οι περισσότεροι χριστιανοί προτίμησαν να φύγουν γυμνοί στην Ελλάδα παρά να αφήσουν πίσω τους ιερές εικόνες των εκκλησιών τους. Η ευσεβής αυτή γυναίκα έφερε την εικόνα μαζί της στα Μουδανιά και με το παπόρι πέρασε απέναντι στη Ραιδεστό.

Εκεί σε ένα από τα ερειπωμένα Τουρκοχώρια γύρω από τη Ραιδεστό, καταπονημένη από τις κακουχίες, έπεσε να κοιμηθεί. Όταν ξύπνησε η εικόνα είχε χαθεί… Κόντεψε να πεθάνει από τη στεναχώρια της. Έπρεπε όμως να συνεχίσει. Έκανε την προσευχή της και συνέχισε τον δρόμο της. Ποιος πήρε την εικόνα δεν έμαθε ποτέ κανείς. Σαν Κουβουκλιώτης, ελπίζω και εύχομαι ο Αϊ Γιώργης να κάνει το θαύμα του και να μας αξιώσει να βρούμε την εικόνα του για να πάρει τη θέση που του αξίζει στην εκκλησία του Αι Γιώργη του χωριού μας.

Από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου διασώθηκε ο Άγιος Επιτάφιος, τον οποίο έφερε στην Ελλάδα ο παπάς του χωριού, ο αποκαλούμενος Χατζήπαπας. Τον εναπόθεσε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στο χωριό Τροπαιούχος του νομού Φλωρίνης, όπου εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά του. Ο βελούδινος και χρυσοκέντητος Επιτάφιος αγοράστηκε το 1899 από τα Ιεροσόλυμα.

Πριν εγκαταλείψει τα Κουβούκλια, μη γνωρίζοντας ή μάλλον μη θέλοντας να πιστέψει αυτό που θα επακολουθούσε, προσπάθησε απεγνωσμένα να κρατήσει στο χωριό τους συγχωριανούς του…

«Που πάτενα, μη φεύγετε... Θα ρημάξτενα το χωριό.»

 Όπως ήταν φυσικό όμως, κανείς δεν τον άκουγε και τελικά, αφού τύλιξε τον Άγιο Επιτάφιο σε ένα υφαντό, έφυγε για τα Μουδανιά. Πριν φύγει πήρε μαζί του τον μπάρμπα Ηλία Μαστιχά, ο οποίος μεθυσμένος τριγύριζε στους μαχαλάδες του χωριού, χορεύοντας και τραγουδώντας, μη γνωρίζοντας τον κίνδυνο που καραδοκούσε. Με το ζόρι τον ανέβασε στο κάρο, δεν ήθελε να εγκαταλείψει τα Άγια Χώματα…

 

« Άφσε με παπά εγώ εδώ θαλαποθάνω, δίπλα στον μπουμπάμ και στην μάναμ.»

Κάποτε σε ένα χωριό των Σερρών, το Κουβούκλιο - που τιμητικά πήρε το όνομα του παλιού χωριού - είχα την τύχη να γνωρίσω την κόρη του Χατζήπαπα, τη θειά Χρυσούλα και τον άνδρα της τον Αργύρη του Πασόγλου, που μου διηγήθηκαν τις δραματικές στιγμές της αποχώρησης.                                                                                                                           

Ο μπάρμπα Αργύρης, ένα αξιαγάπητο γεροντάκι 80-85 ετών, μου ανέφερε τα κάτωθι……..  

«Εγώ ήμνα στα χωράφια δυο μέρες πριν φύγμε απ’ το χωριό και έπαιζα με το Γιάννη τον Τούμπη, ένα φιλαράκιμ. Ξαφνικά ο Γιάννης χωρίς να το θέλ’ άναψε φωτιά, η οποία φούντωσε και έκαψε τα τριγύρω σπαρτά. Ο καημένος ο Γιάννης τρόμαξε, με παράτσε μοναχόμ και έφκε για τα Κοπέλια, ένα γειτονικό  Τουρκικό χωριό.

Τη μέρα που έπρεπε να φύγμε ήρθανα ο πατέραστ κ΄η μάνατ και τον έψαχναν. Μάταια όμως… ο Γιάννης χάθκε στο χωριό Κοπέλια κ΄οι δικήτνα ήρτανα μοναχοίτς στην Ελλάδα.»

Έπειτα μου διηγήθηκε πως πριν τρία χρόνια πήγε στην Τουρκία και αναζήτησε τον φίλο του τον Γιάννη. Πήγε στα Κοπέλια και συνάντησε τον Αχμέτ Αγά, ένα παππού ογδόντα πέντε χρονών. Ο τελευταίος τον πληροφόρησε ότι όταν έφυγαν, ο Γιάννης φυλούσε σαν βοσκός τα πρόβατα του πατέρα του και έμενε στο σπίτι τους. Έγινε μουσουλμάνος και πήρε το όνομα Χασάν. Όλοι τον αγαπούσαν στο χωριό.

Μια μέρα κάποια παλιόπαιδα βρήκαν τον σκελετό ενός Έλληνα, τον έφεραν στο χωριό και έπαιζαν μπάλα με το κεφάλι του. Ο Γιάννης- Χασάν στεναχωρήθηκε και τους έκανε παρατηρήσεις. Τότε αυτά άρχισαν να τον βρίζουν… γκιαούρη. Δεν άντεξε ο καημένος ..Τρείς μέρες μετά αυτοκτόνησε. Τον έκλαψε όλο το χωριό. 

Ας σημειωθεί εδώ, ότι ο ελληνικός στρατός είχε φθάσει στα Κουβούκλια στις 24 Ιουνίου του 1920 και την επόμενη μέρα κατέλαβε την Προύσα. Ωστόσο, η παραμονή τους εκεί έμελλε να είναι λίαν σύντομη, καθώς αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν μετά την καταστροφή, τον Αύγουστο του 1922. 


Προύσα

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής