breaking news Νέο

Μικρασιατικά αφηγήματα

  • Μικρασιατικά αφηγήματα
  • Μικρασιατικά αφηγήματα
  • Μικρασιατικά αφηγήματα

Η στήλη αυτή έχει ως σκοπό της να διατηρήσει και να επαναφέρει στη μνήμη μας όλα αυτά, που τόσα χρόνια μας έχουν διηγηθεί οι πρόγονοί μας, γύρω από τη ζωή, τα ήθη και έθιμά τους, τα διάφορα ιστορικά γεγονότα της εποχής και τέλος, τη μαρτυρική έξοδο από τις εστίες τους. Είναι ένα ύστατο χαίρε, καθώς και μια τιμητική αναφορά σε μια πολύπαθη γενιά, η οποία πλέον έχει εκλείψει και εμείς, που αποτελούμε τη συνέχειά της, έχουμε καθήκον να μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενεές την τραγική ιστορία της.

 

 Η ιστορία της γιαγιάς Ελένης Μελχάτ.

 

..Σε ένα ταξίδι μου, σε συγγενείς μου στην  Κομοτινή έμαθα ότι, η γιαγιά μου Ειρήνη Χατζηευστρασιάδου  είχε μια ξαδέλφη  που είχε παραμείνει στην Τουρκία και τώρα διέμενε στο Μπόλου το αρχαίο Βιθύνιο της Βιθυνίας.

Αμέσως κανονίσαμε, όλα τα ξαδέλφια,  ένα ταξίδι   για το Μπόλου, που βρίσκεται 180 χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη για να συναντήσουμε την  γιαγιά Ελένη Μελχάτ.

Όταν φθάσαμε στο Μπόλου μας περίμενε  η γιαγιά, μαζί με όλους τους συγγενείς της. Η υποδοχή ήταν ανυπέρβλητη  και τα μάτια όλων είχαν βουρκώσει. Κλαίγαμε από χαρά και από συγκίνηση.

Είχε να μιλήσει Ελληνικά πάρα πολλά χρόνια και τα ξέχασε. Μετά από 2-3 μέρες άνοιξε η γλώσσα της και μας διηγήθηκε την ιστορία της……

 

……..Γεννήθηκα στην Χάλκη το 1926 και γονείς μου ήταν  ο Δημήτρης Μποράκης και η  Μάλαμα Διαμαντάκη. Ήμουν το πέμπτο και τελευταίο παιδί της οικογένειας, και το πιο χαϊδεμένο.

Τους γονείς της μάνας μου δεν τους γνώρισα, διότι την είχαν διώξει από το σπίτι τους, επειδή δεν ήθελαν για γαμπρό τον πατέρα μου, που ήταν φτωχός ψαράς.

Που νάξερα ότι πολλά χρόνια αργότερα  θα συνέβαινε  το ίδιο και σε μένα.

Μεγάλωσα και πήγα σχολείο στην Χάλκη, διότι στο όμορφο αυτό νησάκι του Μαρμαρά, δούλευε ο πατέρας μου σε έναν πλούσιο  Έλληνα που τον  έλεγαν Κωνσταντίνο  Ηλιάσκο, ο οποίος ήταν μεγάλος ευεργέτης.

Το 1907 έκτισε το κτίριο του κοινοτικού σχολείου του νησιού, και χρηματοδότησε την επισκευή της στέγης και του τρούλου του ναού του Αγίου Νικολάου. Ο οποίος διατηρούσε επιβλητικό αρχοντικό στην παραλία με 22 δωμάτια κτισμένο το 1860.  Ήμουν πολύ όμορφη και πεταχτούλα, πάντα πρώτη στα τραγούδια και στον χορό. Με αποκαλούσαν το «Ρόδο της  Χάλκης».

Μεγαλώνοντας, αγάπησα έναν Τούρκο τον Χουσείν, που δούλευε παλαιότερα  στο ψαροκάϊκο του πατέρα μου.

Προκομένο παιδί. Μάζεψε λεφτά, αγόρασε ένα καίκι και εκτελούσε δρομολόγια προς την Χαλκηδόνα.

Όταν ανέφερα στη οικογένειά μου ότι αγαπιόμασταν με τον Χουσείν και σκοπεύαμε να παντρευτούμε, τα αδέλφια μου κυρίως ήταν ανένδοτα.

……Εμείς σε Τούρκο δεν σε δίνουμε, φώναζαν συνέχεια.

Ακόμη και η μάνα μου, η οποία είχε τραβήξει ακριβώς τα ίδια, έπαιρνε την θέση τους και δεν έλεγε τίποτε.

Και από την άλλη πλευρά όμως, η μάνα του Χουσείν ήταν ανυποχώρητη.

-----Άπιστη εγώ δεν παίρνω στο σπίτι μου.

Πεισμώσαμε και εμείς, ο Χουσείν πούλησε την βάρκα του, και με τα λεφτά που πήρε, φύγαμε στην Άγκυρα, να εξαφανιστούμε   και να πάμε όσο το δυνατόν πιο μακριά από αυτούς που έστεκαν εμπόδιο στην ευτυχία μας.

Στην Άγκυρα τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα, αλλά αυτό το γνωρίζαμε πριν ξεκινήσουμε. Εγώ αναγκαζόμουν να δουλεύω σαν καθαρίστρια  σε ένα ξενοδοχείο, και ο Χουσείν υπάλληλος σε ένα παπλωματάδικο.

Στην Άγκυρα έγινα μουσουλμάνα για να μπορέσουμε να παντρευτούμε.  Αυτά όλα ήταν τυπικά για να μάτια των άλλων Τούρκων, διότι στην πραγματικότητα ήμουν χριστιανή  και προσευχόμουν σε δύο εικόνες του Χριστού και της Παναγίας, που είχα κρυμμένες στο μπαούλο μου.

Μετά  από επτά χρόνια αποκτήσαμε ένα κοριτσάκι, που ήταν ο καρπός της θυελλώδους αγάπης μας.  Δυστυχώς όμως η ευτυχία μας δεν διήρκησε πολλά χρόνια.

Μετά δύο χρόνια αρρώστησε  βαριά ο Χουσείν, από ανίατη ασθένεια, και πέθανε αφήνοντάς με μόνη χήρα, και με ένα μικρό παιδί.

Τα οικονομικά μου προβλήματα ήταν τεράστια και έτσι αναγκάστηκα να γυρίσω στο σπίτι των γονιών μου, ζητώντας  την βοήθειά τους.

Αλλοίμονο !!!Μου έκλεισαν κατάμουτρα την πόρτα και με πέταξαν έξω σαν σκυλί . Tόση απανθρωπιά και αδιαφορία για το παιδί τους !!

Η τελευταία ελπίδα ήταν η πεθερά μου, η οποία όμως με αντιμετώπισε με μεγαλύτερη σκληρότητα. Mε έδιωξε κακήν κακώς, και με βία και απειλές κατόρθωσαν και μου πήραν το μονάκριβο παιδί μου.

Παρέμεινα εκεί για λίγο καιρό, εκλιπαρώντας τους δικούς μου για βοήθεια, επί ματαίω.

Έτσι αποφάσισα να γυρίσω πίσω στην Άγκυρα και να  συνεχίσω την δουλειά μου στο ξενοδοχείο, όπου εργαζόμουν τα τελευταία χρόνια.

Mιλούσα συνεχώς τούρκικα και ξέχασα τελείως τα ελληνικά. Μετά 10 χρόνια γνώρισα τον δεύτερο άνδρα μου τον Ταχίρ. Ήμουν πολύ τυχερή, διότι ήταν ένας εξαίρετος άνθρωπος.

Έκανε μεταφορές σε διάφορες  πόλεις, και μια μέρα ήρθε στην Άκυρα, έμεινε στο ξενοδοχείο μας, με είδε, τον είδα και αγαπηθήκαμε.

Mετά από λίγο καιρό παντρευτήκαμε παρά τις  αντιρρήσεις  των δικών του που δεν ήθελαν για νύφη τους μια χήρα με τέτοιο δυσάρεστο παρελθόν.

Μαζί του έκανα τρία παιδιά, δύο αγόρια και ένα κορίτσι. Πέρασα ωραία χρόνια μαζί του, στην πόλη  απ΄όπου κατάγονταν.

Δυστυχώς όμως, το πρώτο μου παιδί που σπούδασε γεωπόνος στην Άγκυρα, κάηκε κατά την διάρκεια μιας πυρκαγιάς, που ξέσπασε στο οικοτροφείο της σχολής.

Αβάσταχτος ο πόνος για μια μάνα που έχασε κατά αυτόν τον τρόπο το παιδί της.  Λίγα χρόνια αργότερα, αποφάσισα να ψάξω την πρώτη μου κόρη, από τον γάμο μου με τον Χουσείν.

Πήγα στην πρώην πεθερά μου, η οποία παρέμενε απέναντί μου  εχθρική.

….Η  κόρη σου πέθανε από τύφο, και εσύ να μην ξαναπατήσεις το πόδι σου εδώ πέρα.

Δεν την πίστεψα και έφυγα πικραμένη.

Λίγα χρόνια αργότερα τα παιδιά μου έψαξαν την αδελφή τους, όπως μου είχαν υποσχεθεί, και την βρήκαν στην Κίο.

Τους καλοδέχθηκε και άκουσε με έκπληξη την ιστορία μου, που ήταν τελείως διαφορετική από αυτή που της είχαν εξιστορήσει.

Η πεθερά μου της είχε πεί ότι την παράτησα σε αυτήν, διότι είχα μπλέξει στην πορνεία και στα ναρκωτικά, και ότι πέθανα στους δρόμους ναρκομανής και πάμπτωχη.

Έμαθα ότι αργότερα, έψαξε να μάθει την πραγματική αλήθεια από τους συγγενείς του πατέρα της, και μια μέρα ήρθε και με βρήκε στο σπίτι μου.

Συζητήσαμε πολλά πράγματα, χαρήκαμε που συναντηθήκαμε, ανταλλάξαμε τηλέφωνα και κρατήσαμε μια επαφή.

Με τους γονείς και τα αδέλφια μου δεν είχα καμία επαφή. Με είχαν διαγράψει τελείως. Έμαθα ότι  το 1958 εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα.  

 

Η γιαγιά Ελένη Μελχάτ πέθανε το 2015  και ο τελευταίος αδελφός της  που τόσο σκληρά της φέρθηκε, το 2017 στην Καλαμάτα.

 

Αφήγηση Βέτας Σανοπούλου Βέροια.


Η ιστορία της γιαγιάς Ελένης Μελχάτ
Η ιστορία της γιαγιάς Ελένης Μελχάτ

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής