breaking news Νέο

Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα Ελληνικά χωριά της Προύσας, στο Τσατάλ Αγήλ

  • Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα Ελληνικά χωριά της Προύσας, στο Τσατάλ Αγήλ
  • Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα Ελληνικά χωριά της Προύσας, στο Τσατάλ Αγήλ
  • Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα Ελληνικά χωριά της Προύσας, στο Τσατάλ Αγήλ
  • Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα Ελληνικά χωριά της Προύσας, στο Τσατάλ Αγήλ

          Έξω από το Τσατάλ Αγήλ, όρθωνε λεβέντικα τον όγκο της η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου. Τοποθέτησαν πάνω στη σκεπή της κάποιες αλουμινοκατασκευές και τη χρησιμοποιούσαν πια σαν αποθήκη ζωοτροφών.

 

 «Ήταν όμορφη η εκκλησιά μας, κύριε Γιώργο», μου είπε ο μπάρμπα Γιάννης από τις Σέρρες. Είχε κτιστεί στα μέσα του 19ου αιώνα στην πλατεία του χωριού. Γιόρταζε στις 8 Μαΐου και μαζί της όλο το χωριό.

Ανήμερα της γιορτής της, μας σήκωνε η μάνα μας πρωί-πρωί για να πάμε να προσκυνήσουμε τον Άγιο. Εμείς φορούσαμε τα καλύτερα ρούχα μας και καμαρωτοί- καμαρωτοί πηγαίναμε να ανάψουμε ένα κεράκι στη Χάρη του. Λίγο αργότερα, έξω από τον περίβολο της εκκλησίας, στήνονταν χοροί με ζουρνάδες και νταούλια.

Κατά τη διάρκεια του γλεντιού δινόταν η ευκαιρία να γνωριστούν οι νέοι και οι νέες του χωριού μεταξύ τους, με σκοπό τον αρραβώνα και μετέπειτα το γάμο. Επίσης, ήταν μια καλή ευκαιρία και για τα ήδη αρραβωνιασμένα ζευγάρια να συναντηθούν, να ανταλλάξουν κρυφές ματιές και να πιάσουν ο ένας το χέρι ου άλλου, όταν θα ερχόταν η ώρα να χορέψουν.

Τίποτα παραπάνω ασφαλώς…

Κάπως έτσι γνωρίστηκαν και οι γονείς μου και μέχρι να ενωθούν με τα δεσμά του γάμου, μόνο μια φορά έπιασε ο μπαμπάς μου το χέρι της μάνας μου, σε ένα πανηγύρι. Και αυτό έγινε κρυφά από τον παππού μου, διότι αν τον έπαιρνε χαμπάρι… τέρμα ο αρραβώνας.

Το χωριό μου είχε ογδόντα οικογένειες και τετρακόσια περίπου άτομα.

«Τσατάλ» στα τούρκικα σημαίνει περόνη και «Αγήλ» μάντρα. Γιατί πήρε αυτό το όνομα δεν το κατάλαβα ποτέ. Άλλωστε μεταξύ μας χρησιμοποιούσαμε το ελληνικό του όνομα, που ήταν Κωνσταντινάτοι.

Οι γονείς μας ασχολούνταν με τη γεωργία, την κτηνοτροφία και την αλιεία. Συχνά πήγαινα και εγώ με τον πατέρα μου και ψαρεύαμε στη λίμνη της Απολλωνιάδας γουλιανούς, σαζάνια και καραβίδες. Ήταν πλούσια σε ψάρια η λίμνη και τροφοδοτούσε όλα τα τριγύρω χωριά.

Το χωριό μας ,όπως άλλωστε όλα τα Πιστικοχώρια, ήταν πλούσιο, διότι είχε πολλές παραγωγές. Σπάνια γίνονταν οι Πιστικοχωρίτες μετανάστες, πράγμα που το θεωρούσαν προσβλητικό και ιδιαίτερα υποτιμητικό.

Μόνο το 1914 είχαν εγκαταλείψει το χωριό τέσσερα - πέντε άτομα, όχι όμως για οικονομικούς λόγους, αλλά για να αποφύγουν την υποχρεωτική στράτευση. Αυτό συνέβη σε όλα τα ελληνικά χωριά και πολλά παλικάρια αναγκάστηκαν να ξενιτευτούν στην Αμερική και στην Κύπρο για να γλυτώσουν από τα δεινά του τουρκικού στρατού. Έρχονταν αργότερα οι ζανταρμάδες και έψαχναν τους «κατσάκηδες» στα σπίτια τους και βασάνιζαν τους γονείς και τα αδέλφια τους, για να τους φανερώσουν που βρισκόταν ο φυγάς συγγενής τους.

Όταν ο θείος μου ο Στρατής το έσκασε από τον στρατό και κατόπιν έφυγε στην Αμερική, ήρθαν και στο σπίτι μας οι Τούρκοι και ζητούσαν να τους φανερώσουμε που κρύβεται. Ήρθε σε μένα ένας ζανταρμάς και επειδή δεν του απαντούσα, μου έσκασε μια σφαλιάρα που έκανε το αυτί μου να σφυρίζει μια εβδομάδα.

Ένα ρέμα χώριζε το χωριό μου σε δυο μαχαλάδες. Εμείς, τα παιδιά του κάτω μαχαλά, δύσκολα πηγαίναμε στον επάνω μαχαλά για να παίξουμε. Θεωρούσαμε τους πανωμαχαλίτες εχθρούς και όταν βλέπαμε κανέναν από αυτούς στο δικό μας μαχαλά, τον ξυλοφορτώναμε.

Το ίδιο βέβαια γινόταν και αντίστροφα.

Προτιμούσαμε βέβαια να παίζουμε στο Κουρί, στο πανέμορφο δάσος δίπλα στο χωριό. Καμαρώναμε όλοι για το δάσος μας και επειδή όλοι οι χωριανοί φοβόντουσαν μήπως καταστραφεί, ανάγκασαν το Δεσπότη να έρθει και να κάνει αγιασμό. Ήταν πολύ θρήσκοι οι πατεράδες μας.

Εκτός από την όμορφη εκκλησία μας, είχαμε γύρω από το χωριό και Αγιάσματα, αφιερωμένα στους Αγίους Θεοδώρους, στον Προφήτη Ηλία, στον Αϊ Θανάση και στην Αγία Παρασκευή. Όταν γιόρταζε η Αγία Παρασκευή, πηγαίναμε στο Αγίασμα, κάναμε Θεία Λειτουργία και μετά σφάζαμε αρνιά, τα ψήναμε και γλεντούσαμε. Δίπλα στο Αγίασμα υπήρχαν τα ερείπια μιας άλλης εκκλησίας, για την οποία οι παλαιότεροι έλεγαν πως υπήρχε εκεί από την εποχή του Βυζαντίου.

Έξω από το χωριό, σε ένα πολύ όμορφο μέρος με θέα προς τη λίμνη της Απολλωνιάδας, υπήρχε ένα παλιό φρούριο, το οποίο η εκκλησία το είχε μετατρέψει σε χάνι και το εκμεταλλευόταν οικονομικά. Έλεγαν ότι το είχαν κτίσει οι Βυζαντινοί για να ελέγχουν το δρόμο προς την Προύσα.

Tα σπίτια του χωριού ήταν όλα διώροφα ή τριώροφα, κτισμένα με το σύστημα μπάγκνταντι, δηλαδή με θεμέλια πέτρινα και στους τοίχους μεγάλα καδρόνια, που τα γέμιζαν με πέτρες και λάσπη.

Το σχολείο του χωριού μας ήταν τετραθέσιο και είχε δύο ορόφους. Στον επάνω όροφο στεγαζόταν το σχολείο και στο ισόγειο το καφενείο του χωριού. Εμείς σπάνια πηγαίναμε στο σχολείο, όπως οι περισσότεροι εκείνη την εποχή. Εγώ πήγα μόνο δύο τάξεις.

Μάλωσα με το δάσκαλο και δεν ξαναπάτησα το πόδι μου. Άλλωστε τα τελευταία χρόνια οι δάσκαλοι που έρχονταν στο χωριό ήταν αμφιβόλου μόρφωσης. Εγώ πρόλαβα ένα δάσκαλο από το διπλανό χωριό, που το επάγγελμά του ήταν κτηνοτρόφος. Τον προσέλαβαν σαν δάσκαλο γιατί είχε γνώσεις Ψαλτικής και για να δικαιολογήσουν την πράξη τους, ανέφεραν ότι και ο Μωάμεθ ήταν καμηλιέρης, αλλά εξελίχτηκε σε μεγάλο προφήτη.

 

Θυμάμαι καλά το χωριό μου, και αν σήμερα το επισκεπτόμουν, θα ήμουν σε θέση να αναγνωρίσω όλα τα σπίτια και τις γειτονιές του: Αγιάσματα, Αεράδες, Αλυκές, Αϊ Γιάννης, Βίγλες, Γούρνες, Κελεμπέκια, Διαβολίσιο δέντρο, Καρύδες, Καγιόγλου Κουριά, Κρανιάς Οργιάκι, Καστρούδ, Καστερνόστρατα, Κληματίσιο Οργιάκι, Κουσόρια, Κούκο, Κούτρες, Κλανήτες, Κουρί, Μαρμαρούδια, Μυλόπετρες, Πλάγια, Σταλός, Τραχώνι, Χατζηγιάννη πηγάδια.

Πολλές φορές πηγαίναμε με τους γονείς μας στις περιοχές αυτές και τους βοηθούσαμε στις γεωργικές εργασίες ή βόσκαμε τα γελάδια και τα πρόβατά μας.

Αξέχαστες είναι επίσης και οι ιστορίες της γιαγιάς μου, που μας μάζευε το βράδυ κοντά της και μας έλεγε για τον Κέλ Ογλάν και τον Καμπέρ. Μας μιλούσε επίσης για έθιμα και δοξασίες, όπως για την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, που αν κάποιος ευσεβής χριστιανός ανέβαινε στη στέγη του σπιτιού του, θα έβλεπε να ανοίγουν οι ουρανοί και να πέφτει χρυσάφι. Τη Μεγάλη Πέμπτη πάλι, έβαφαν τα κόκκινα αυγά, και για να τιμήσουν την ημέρα αυτή, επτά συνεχείς Πέμπτες έπρεπε να απέχουν της εργασίας.

Με τους Τούρκους των διπλανών χωριών Μπατρικιά και Άκ Τσαλάρ, είχαμε πολύ καλές σχέσεις. Τους ονόμαζαν Ντελμισάδες, διότι  τάχα πίστευαν περισσότερο στον Προφήτη Ηλία παρά στο Μωάμεθ. Αυτό δεν το καταλάβαινα  και πολύ καλά, από πού προέκυπτε, αλλα και ο παππούς μου που τον ρωτούσα σχετικά δεν μου έδινε σαφή απάντηση.

Μετά την καταστροφή, οι περισσότεροι από εμάς εγκατασταθήκαμε στο νομό Σερρών».

 

     Φθάσαμε με το Μουσταφά μπροστά στην εκκλησία του Αϊ Γιάννη. Δεν μπορώ να πω ότι θα ήταν όμορφη εκκλησία στον καιρό της. Δε συγκρίνεται με τις εκκλησίες του Ντερέκιοϊ ή του Αϊνασί. Έτσι μάλιστα που τη μεταμόρφωσαν με τη λαμαρινοσκεπή, μάλλον περισσότερο με αχούρι έμοιαζε. Από ότι κατάλαβα τη χρησιμοποιούσαν για αποθηκευτικό χώρο ζωοτροφών.

 Το καφενείο στην πλατεία του χωριού ήταν γεμάτο. Ο Μουσταφά ανέλαβε να με συστήσει στους κατοίκους του χωριού, οι οποίοι κατάγονταν από τα χωριά της Κοζάνης, Μαυροπηγή, Μαυροδέντρι, Καλαμιά, Βατερό, Λεύκαρα, Καπνοχώρι.

 «Όταν ήρθαν οι πατεράδες μας, βρήκαν το χωριό καμένο από τους Έλληνες στρατιώτες, για να μη μείνει τίποτε σε εμάς», είπε με πίκρα ο Νουρί αγάς. «Όλα τα σπίτια ήταν κατεστραμμένα και μόνο η εκκλησιά, στο κέντρο του χωριού, διασώθηκε. Χτίσαμε καινούργια σπίτια και γι’ αυτό η εκκλησιά έμεινε στην άκρη.

Σήμερα το χωριό έχει 250 κατοίκους, οι οποίοι ασχολούνται με τη γεωργία, την κτηνοτροφία και την παραγωγή κηπευτικών. Ανήκει στο δήμο Νιλουφέρ Προύσας».

 Άφησα το Μουσταφά στο καφενείο και περπάτησα στα σοκάκια του χωριού για να βγάλω τις απαραίτητες φωτογραφίες. Το χωριό δεν παρουσίαζε κάποιο ενδιαφέρον, δεν είχε απομείνει άλλωστε και κάτι που να θυμίζει ότι κάποτε κατοίκησαν εδώ Έλληνες!

Επέστρεψα στο καφενείο, ήπια το τσαγάκι που με κέρασαν και φύγαμε για τη Χωρούδα ή Καρατζάομπα.


ΤΣΑΤΑΛ ΑΓΗΛ
ΤΣΑΤΑΛ ΑΓΗΛ.Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ
ΤΣΑΤΑΛ ΑΓΗΛ.Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής