breaking news Νέο

Προσφυγικά αφηγήματα

  • Προσφυγικά αφηγήματα
  • Προσφυγικά αφηγήματα

Η στήλη αυτή έχει ως σκοπό της να διατηρήσει και να επαναφέρει στην μνήμη μας, όλα αυτά που τόσα χρόνια μας έχουν διηγηθεί οι πρόγονοί μας, γύρω από την ζωή, τα ήθη και έθιμά τους, τα διάφορα ιστορικά γεγονότα της εποχής και τέλος την μαρτυρική έξοδο από τις εστίες τους. Είναι ένα ύστατο χαίρε καθώς και μια τιμητική αναφορά σε μια πολύπαθη γενιά η οποία πλέον έχει εκλείψει, και εμείς, που αποτελούμε την συνέχειά της, έχουμε καθήκον να μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενεές την  τραγική ιστορία της.

Αφήγηση Σωτηρίας Χαλυβοπούλου- Ποζάνη

                 Κουμαριά Ημαθίας

          

Η κυρία Σωτηρία,  κατάγονταν από μια αρχοντική οικογένεια  της Τραπεζούντας. Η εν γένει συμπεριφορά της και ο τρόπος ομιλίας της φανέρωναν την  αρχοντική καταγωγή της.

……. Εγώ, κύριε Γιώργο, γεννήθηκα το 1916 στην Τραπεζούντα και οι γονείς και συγγενείς μου, που   ασχολούνταν με το εμπόριο, ήταν από τις πιο πλούσιες οικογένειες της πόλης.

Ο πατέρας μου, όπως και όλα τα αδέλφια της μητέρας μου  αποφοίτησαν από το  Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Ασχολούνταν με το εμπόριο   και ταυτόχρονα εργάζονταν  σαν λογιστής  στο συγγενή μας από το σόϊ  της μητέρας μου, τον γνωστό Πόντιο τραπεζίτη Καπαγιαννίδη.

Εγώ ήμουν πολύ μικρή,  δεν πήγα στο σχολείο και περιοριζόμουν να παίζω στο σπίτι στον γνωστό οικογενειακό κύκλο. Οι γονείς μου κατά την διάρκεια της εβδομάδος λάμβαναν μέρος  στα διάφορα παρακάθια τα οποία διοργανώνονταν από τις πλούσιες οικογένειες της πόλης, όπου έπαιζαν χαρτιά  και γλεντούσαν.

Εγώ μαζί με τον αδελφό μου αναγκαζόμασταν  να μείνουμε με τη γιαγιά μας.

Στην Τραπεζούντα, η κοσμική ζωή ήταν εφάμιλλη της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης,  διοργανώνονταν πολλοί χοροί  και έρχονταν για παραστάσεις πολλοί θεατρικοί και μουσικοί θίασοι από την Ελλάδα.

Τότε, όλες οι  πλούσιες κυρίες   φορούσαν τις τουαλέτες τους τις οποίες είχαν αγοράσει  οι έμποροι   σύζυγοί τους από το Παρίσι ή το Λονδίνο  και παρακολουθούσαν  με τις οικογένειές τους  τις παραστάσεις, οι οποίες πάντα είχαν μεγάλη εμπορική επιτυχία.

Εμείς στην πόλη δεν φορούσαμε  τις γνωστές ποντιακές στολές, αυτές τις φορούσαν μόνο στα χωριά.

Στην πόλη μας υπήρχαν πολλοί μορφωμένοι και έξυπνοι άνθρωποι οι οποίοι κρατούσαν  στα χέρια τους το εμπόριο της πόλης, γεγονός που τους έδινε μεγάλη οικονομική και πολιτική δύναμη.

Θυμάμαι όμως ότι δεν υπήρχαν γιατροί και πολλές φορές καλούσαν έναν γιατρό από την Βέροια που τον έλεγαν  Χατζηνώτα. Ήταν βλάχος στην καταγωγή, πολύ καλός άνθρωπος και γιατρός και γι΄ αυτό τον αγαπούσαν όλοι, Τούρκοι και Έλληνες.

Το Δεκαπενταύγουστο   η μάνα μου πήγαινε με τις φίλες της στο πανηγύρι της Παναγίας Σουμελά και διανυκτέρευαν στους κοιτώνες της μονής.

 Εγώ όμως  δεν πήγα ποτέ  διότι ήμουν μικρούλα, αλλά άκουγα μετά τις διηγήσεις της για το  κέντρο αυτό του χριστιανισμού στον Πόντο.

Με τους Τούρκους της Τραπεζούντας είχαμε πάρα πολύ καλές σχέσεις, οι οποίοι μας βοηθούσαν πάρα πολύ και μάλιστα μας προειδοποιούσαν  αν τυχόν υπήρχαν προβλήματα.

Ευτυχώς εμείς στην Τραπεζούντα δεν είχαμε πάθει τα δεινά που τράβηξαν οι Έλληνες σε άλλες πολιτείες του Πόντου.

 Είχαμε και το Μητροπολίτη μας τον Χρύσανθο ο οποίος μας βοηθούσε πάντοτε στις δύσκολες στιγμές.

Όταν  αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε την πόλη, νομίζω το 1924,  ήρθε και μας πήρε  ένα ιδιωτικό βαπόρι  και μας αποβίβασε στον Βόλο όπου υπήρχαν συγγενείς μας.

Μετά από διάφορες περιπλανήσεις σε διάφορες πόλεις  καταλήξαμε στη Θεσσαλονίκη όπου και εγκατασταθήκαμε. Ένας από τους θείους μου εγκαταστάθηκε στη Βέροια και τα καλοκαίρια ερχόμασταν στην πόλη και τον επισκεπτόμασταν.

Δυστυχώς ο αδελφός μου,  ο Λάζαρος Χαλυβόπουλος, σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου.

Εγώ παντρεύτηκα τον Ποζάνη Γιώργο  ο οποίος είχε καταγωγή  από το Ερζερούμ και έκανα μαζί του  τρία παιδιά.

Ο  άνδρας μου πέθανε πολύ νέος, το 1967. Πριν λίγα χρόνια επισκέφθηκα την Τραπεζούντα  και πήγα στη βίλλα του θείου μου του Καπαγιαννίδη, την οποία οι Τούρκοι την έκαναν μουσείο Ατατούρκ. Επειδή ο θείος μου ήταν φυματικός, πήγαινε συχνά για θεραπεία στην Ελβετία, με αποτέλεσμα εγώ με τον αδελφό μου και την μάνα μου να πηγαίνουμε να μένουμε στην περιβόητη βίλλα του.

Αισθάνθηκα μεγάλη συγκίνηση βλέποντας ξανά το σπίτι που πέρασα κάποια χρόνια της ζωής  μου, είδα το δωμάτιο και το κρεβάτι που κοιμόμασταν, τα παλιά έπιπλα που διατήρησαν οι Τούρκοι, τους όμορφους κήπους και τη στέρνα που έτρεχε πάντα νερό».

Το καλύτερο από αυτά που μου είχε πει η λαλίστατη κυρία Σωτηρία ήταν το εξής…

 « Το  επίθετο της γιαγιάς μου από την πλευρά του μπαμπά μου ήταν Υψηλάντης, από το περίφημο σόι των Υψηλάντηδων, η καταγωγή των οποίων ήταν από ένα διπλανό χωριό το Υψίλ και το άλλαξαν σε Μακρίδης, φοβούμενοι τους Τούρκους που κυνηγούσαν την οικογένεια των Υψηλάντηδων.

Ο αδελφός της γιαγιάς μου είχε στο πατάρι του όλα τα έντυπα, προκηρύξεις, βιβλία του Υψηλάντη,  αλλά φοβούμενος ότι θα τα βρούν οι Τούρκοι τα έκαψε.

Ευχαρίστησα τη γιαγιά για την ωραία αφήγησή της που μας μετέφερε στην πρωτεύουσα του Πόντου. Πήρα την ευχή της, της φίλησα το χέρι και  αποχώρησα αφήνοντας την  να ξεκουραστεί.


Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής