breaking news Νέο

Προσφυγικά αφηγήματα

  • Προσφυγικά αφηγήματα
  • Προσφυγικά αφηγήματα

Η στήλη αυτή έχει ως σκοπό της να διατηρήσει και να επαναφέρει στην μνήμη μας, όλα αυτά που τόσα χρόνια μας έχουν διηγηθεί οι πρόγονοί μας, γύρω από την ζωή, τα ήθη και έθιμά τους, τα διάφορα ιστορικά γεγονότα της εποχής και τέλος την μαρτυρική έξοδο από τις εστίες τους. Είναι ένα ύστατο χαίρε καθώς και μια τιμητική αναφορά σε μια πολύπαθη γενιά η οποία πλέον έχει εκλείψει, και εμείς, που αποτελούμε την συνέχειά της, έχουμε καθήκον να μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενεές την  τραγική ιστορία της.

Φωτιάδης Γεώργιος ή Φωτάκης

Λακκιά Φλωρίνης

 

Συνέχεια

Ξέβκε η αρραβωνιατικιά του, μας κέρασε καλούδια και φύγαμε.

Σειρά ήταν στο σπίτι της αρραβωνιαστικιάς του Πέτρου του Λυγκηρίδη. Εκείνη μόλις μας είδε, εξαφανίστηκε στο δωμάτιό της και δεν την είδαμε καθόλου.

Φωνάζει ο Πέτρος…. Πού είναι η αρραβωνιαστικιά μου να μας κεράσει? Αντί για την νύφη βγήκε  η πεθερά, που κατάγονταν από την Απολλωνιάδα, και του λέει ότι……δεν δικαιούσαι να σας κεράσει.

Ρίχνει ένα μάλωμα ο Πέτρος με την πεθερά του, αλλά δεν κατάφερε τίποτε.

Μετά πήγαμε στο σπίτι της αρραβωνιαστικιάς του Δημήτρη του Σοφού. Χτυπάμε την πόρτα και αντί για την νύφη βγαίνει ο κουνιάδος του.

…….Καλά εσείς  σπίτια δεν έχετε και γυρίζετε τα βράδυα?

-----Να μη σε νοιάζει απάντησε ο Σοφός, άνοιξε την πόρτα.

Κατεβαίνει ο κουνιάδος και ρίχνουν ένα μάλωμα, που ξεσήκωσαν την γειτονιά.

Μετά πήγαμε στο σπίτι του Καμπάκνταντη  του Στρατή, που ήταν ξάδελφος της γιαγιάς σου. Εκεί μας περιποιήθηκαν, μας κέρασαν γλυκά και τσουρέκια. Καταχάρηκε ο Στρατής, ενώ οι δυο άλλοι είχαν σκάσει από το κακό τους για την συμπεριφορά των πεθερικών τους.

Αυτά τα χούγια είχαν οι αρραβωνιαστικές μας.

Και εγώ δεν την είδα καθόλου την γιαγιά σου, μάλωνα συνεχώς με τον αδελφό της τον Δημήτρη που δεν με άφηνε να την πλησιάσω.

Τότε που χτυπήσαμε την Άγκυρα, εγώ ήμουν τραυματίας και ήμουν στο σπίτι.

Μια παρέα από κορίτσια, μαζί  η γιαγιά σου και η αδελφή μου η Μαρία, είχαν πιεί τσίπουρο και ζαλίστηκαν. Βγήκαν στον μαχαλά τους και τραγουδούσαν…..

……  Εμείς εδώ μεθούμε και τα παιδιά στο Μέτωπο ψοφούνε.

Συνεννοηθήκαμε με τα παλικάρια ότι, αν τις συναντήσουμε να τις χτυπήσουμε. Εγώ  τους έστειλα μήνυμα με τον ξάδελφό της τον Καραβίδα, στην αδελφή μου, την Τριανταφυλλού και του Καραβίδα την αδελφή, που πήγαιναν στο σπίτι του κουμπάρου μου του Πουρσουκίδη, να φύγουν διότι θα φάνε ξύλο.

Αυτές όμως με αγνόησαν και δεν έδωσαν σημασία.

Πάω και εγώ στο σπίτι του κουμπάρου μου, και τις βλέπω να κατεβαίνουν από την σκάλα.

….Ακόμη γυργιάζντε  ε?

….  Μάναμ έκανε η γιαγιά σου, και πριν προλάβει να πει τίποτε άλλο, την δίνω μια σφαλιάρα.

Δεν είπε τίποτε άλλο, Έκλαψε και έφυγε για το σπίτι.

Την εποχή εκείνη που ήταν ο Ελληνικός στρατός στην Μικρά Ασία, όλα τα κορίτσια κουντούρντιζαν, έπιναν και μεθούσαν. 

 

ΓΑΜΟΣ

Οι προετοιμασίες του γάμου άρχιζαν από πολύ νωρίς. Ο γαμπρός πήγαινε στην νύφη βαμβάκια και άλλα πράγματα  για να βοηθήσει στην προίκα της.

Η βασική προετοιμασία του γάμου άρχιζε μια βδομάδα πριν. Τότε τα συμπεθέρια πήγαιναν στην Προύσα, και ψώνιζαν πράγματα για τον γάμο,  αλλά και για την νύφη.

Την Πέμπτη  μέσα στο πέτρινο ντουμπέκι, έσπαγαν το σιτάρι, το έβραζαν με κρέας και καλούσαν με αυτό στον γάμο όλη την γειτονιά. Αυτό ήταν το περιβόητο κεσκέκι.

Την Παρασκευή  30-40 παλικάρια, καβάλα στα άλογα, πήγαιναν μαζί με τον γαμπρό στα λουτρά της Προύσας. Εκεί λούζονταν, αγόραζαν  φρούτα και άλλα καλούδια  και επέστρεφαν στο χωριό.

Αργότερα, συνοδεία με όργανα, τα παιχνίδια όπως τα έλεγαν, μοίραζαν τα φρούτα και τα καλούδια  στα παιδιά που τους ακολουθούσαν και κατέληγαν στο σπίτι της νύφης.

Τότε η νύφη τους καλώς όριζε,  και κρεμούσε στα χαλινά των αλόγων από ένα μαντήλι.

Αργότερα πήγαιναν στο σπίτι του γαμπρού και γλεντούσαν.

Το Σαββάτο τα κορίτσια έκαναν 40 τσουρέκια, τα έβαζαν στο κεφάλι τους και συνοδεία οργάνων τα πήγαιναν στον φούρνο να ψηθούν, και μέχρι να γίνει αυτό χόρευαν και τραγουδούσαν.

Μετά το ψήσιμο, πρώτη η κουμπάρα έβαζε  ένα τσουρέκι στο κεφάλι της  και ακολουθούσαν οι υπόλοιπες κοπέλες, και  όλες μαζί πήγαιναν  στο σπίτι της νύφης.

Το Σαββάτο  γλεντούσαν μέχρι πρωίας. Την Κυριακή πήγαιναν στην εκκλησία, παντρεύονταν και μετά πήγαιναν σπίτι.

Στα παλικάρια του γαμπρού πρόσφεραν   2-3 κότες  και μπόλικο κρασί για το μουχαμπέτ.

Την Δευτέρα το βράδυ τραπέζι έκανε ο κουμπάρος και γλεντούσαν μέχρι το πρωί.

Οκτώ μέρες μετά τον γάμο, η νύφη έκανε σερμπέτ  και πήγαινε στην εκκλησία για να κεράσει τον κόσμο.

Αυτά τα έθιμα είχαμε Γιώργη μου.

 

Σεφέρ Μπεϊλίκι

Μέχρι το 1914 οι Έλληνες δεν πήγαιναν φαντάροι, πλήρωναν ένα ποσό στο Τουρκικό κράτος και απαλλάσσονταν. Αργότερα όμως, μετά το Σεφέρ Μπεϊλίκι  που μιλούσε για ισότητα σε όλους, άρχισαν να πηγαίνουν και οι δικοί μας στον στρατό.

Τους πήγαιναν στα βάθη της Ασίας, στα γνωστά Αμελέ Ταμπουρού, όπου δούλευαν κάτω από σκληρές συνθήκες.

Οι περισσότεροι το έσκαγαν και γύριζαν στα χωριά τους, όπου τους περίμεναν οι ζανταρμάδες και τους γύριζαν πίσω.

Ο παππούς μου ο Θόδωρος ήταν παπάς και είχε έναν γιο δάσκαλο, που τον έλεγαν Μιχάλη. Ο Μιχάλης ήταν και κουπάς, με ένα μικροσκόπιο που είχε, διάλεγε τα καλής ποιότητας κουκούλια και τα κρατούσε για σπόρο.

Τον πήραν και αυτόν  φαντάρο, το έσκασε, έγινε κατσάκι και μετά τον ξαναπήραν και τον έστειλαν στο Χαλέπι της Συρίας. Επειδή ήταν μορφωμένος τον έκαναν γραμματέα.

Στο Χαλέπι ο Μιχάλης γνώρισε τον παπά  και περνούσε μαζί του καλά

Μετά όμως χάθηκαν τα ίχνη του. Ο παπάς μας έστειλε γράμμα και ρωτούσε αν είχε έρθει ο Μιχάλης, αλλά δυστυχώς τα ίχνη του χάθηκαν.

Ο αδελφός μου ο Στρατής πήγε και αυτός φαντάρος, δεν άντεξε και μαζί με άλλους το έσκασαν και γύρισαν στο χωριό. Οι Τούρκοι πλήρωναν κάποιους δικούς μας  να προδίδουν αυτούς που το έσκαγαν και γύριζαν στα χωριά τους.

Μια μέρα ήρθανε στο σπίτι μας, είδαν τον Στρατή και του είπαν ότι τον ζητούσε ο τσαούσης.

Αν ήθελες πήγαινες, αλλά αν δεν πήγαινες, έπαιρναν την μάνα σου και τις αδελφές σου, τις πήγαιναν μπροστά  στα καφενεία  και τις βασάνιζαν με σκληρό τρόπο.

Έτσι αναγκάζονταν το κατσάκι και παραδίδονταν.

Παραδόθηκε ο Στρατής και τον πήραν μαζί τους, χωρίς να έχει πάνω του ούτε μια δεκάρα.

Έτρεξε η καημένη η μάναμ η Στρατία να βρεί λεφτά, πήγε στην κουνιάδα της την Δούκαινα του Καραγκιαούρη, πήρε τρείς  παγκανότες και μου τις έδωσε να πάω να τις δώσω στον Στρατή.

Παλικαράκι ήμουν τότε, έτρεξα όσο μπορούσα, και πρόφτασα την ομάδα με τους κατσάκηδες, και έδωσα στον αδελφόμ τον Στρατή τα χρήματα.

Ήταν η τελευταία φορά που τον είδα. Άκουσα ότι αρρώστησε, τον πήγαν σε ένα νοσοκομείο στην Κωνσταντινούπολη, όπου και πέθανε.

Μια άλλη φορά, ήρθαν στο χωριό μας και επιστράτευσαν πάρα πολλά παιδιά και τα πήραν μαζί τους. Μάθαμε αργότερα ότι προσπάθησαν να το σκάσουν, αλλά τους συνέβαλαν και τους ξαναέστειλαν στα Τάγματα Αγγαρείας.

Από αυτά τα παλικάρια γύρισαν μόνο τρία, της Ευρυδίκης Κακλίδου ο άνδρας ο Θανάσης, ο Καγιάς και ένα άλλο χοντρό παιδί, ο Παναγής. Οι άλλοι χάθηκαν.

Εν τω μεταξύ οι Τούρκοι άρχισαν να ορμάνε στα Ελληνικά χωριά και να τα λεηλατούν. Τρία χωριά  ξεσηκώθηκαν και ήρθαν στα Κουβούκλια για να σωθούνε. Ήταν το Αρμουτλί, η Καλόλιμνος και η Μυσόπολη.

Δεν είχαν πάρει μαζί τους τίποτε. Εμείς τους φιλοξενήσαμε, δεν είχαμε όμως και πολλά πράγματα διότι εκείνη την χρονιά δεν μπορέσαμε να σπείρουμε και δεν είχαμε σοδειές.

Εκείνη την χρονιά πολλοί πέθαναν από την πείνα. Πολλοί από αυτούς, πήγαιναν και έκαναν διάφορα θελήματα για να βγάλουν ένα κομμάτι ψωμί.

Ακόμη και οι μάνες μας, για να επιβιώσουμε, πουλούσαν τα προικιά τους, για να εξασφαλίσουν τροφή.

Κάποτε στον δρόμο προς την Προύσα, κοντά στο χωριό μας  πέρασαν δύο χωριά που τα ξεσήκωσαν οι Τούρκοι και τα λεηλάτησαν.

Τους είπαμε να έρθουν στο χωριό μας  αλλά αρνήθηκαν.

…..Αχ εσείς τα Κουβουκλιώτκα τα κεφάλια, κάποτε θα σφαχτείτε όλοι σας. Δεν μας άκουσαν, μας έκαναν τη χάρη όμως και μας έδωσαν  τα όπλα τους.

Λίγο πιο κάτω τους περικύκλωσαν οι τσέτες και τους είπαν, ότι τα τούρκικα χρήματα δεν περνάνε στην Ελλάδα  και τους διέταξαν να τους δώσουν ότι πολύτιμο είχαν.

 

συνεχίζεται


Η ΠΛΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΠΗΓΑΔΟΥ

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής