breaking news Νέο

Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα Ελληνικά χωριά της Προύσας. Στο Καλασάνι.

  • Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα Ελληνικά χωριά της Προύσας. Στο Καλασάνι.
  • Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα Ελληνικά χωριά της Προύσας. Στο Καλασάνι.
  • Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα Ελληνικά χωριά της Προύσας. Στο Καλασάνι.
  • Ένα ταξίδι στην αντίπερα όχθη, στα Ελληνικά χωριά της Προύσας. Στο Καλασάνι.

«Το Καλασάνι, Γιώργη μου, ήταν κτισμένο ανάμεσα σε δυο υψώματα, δέκα χιλιόμετρα Βορειοανατολικά της Προύσας και δυο χιλιόμετρα μακριά από το Τεπετζήκι. Την εποχή μου ήταν πνιγμένο μέσα σε ελαιόδεντρα και σε τεράστιους αμπελώνες. Είχε τριακόσια πενήντα σπίτια και χίλιους πεντακόσιους Έλληνες κατοίκους.

Πολλά χρόνια πριν, άκουγα από τον παππού μου να μιλάει για Τούρκους που ζούσαν στο χωριό, οι οποίοι για άγνωστους λόγους το είχαν εγκαταλείψει. Την ύπαρξή τους φανέρωνε μονάχα ένα μισογκρεμισμένο τζαμί, που βρισκόταν κοντά σε μια από τις πλατείες του χωριού.

Όταν έμεναν Τούρκοι στο χωριό, Γιώργη, οι Έλληνες κάτοικοι υπέφεραν πολύ εξαιτίας κάποιου Αχμέτ Αγά, ο οποίος τους ανάγκαζε να τον προσκυνούν και να του φιλούν το χέρι.

Το Καλασάνι ήταν μεγάλο και το αποτελούσαν τρείς μαχαλάδες, ο Μπαγίρ μαχαλάς, ο Ντερέ μαχαλάς και ο Κονάκ Ονού, στο κέντρο του χωριού. Κάθε μαχαλάς διέθετε μια όμορφη πλατεία όπου υπήρχαν τα μαγαζιά του.

Είχαμε ένα χαμάμ, τέσσερα με πέντε μπακάλικα και καφενεία όπου οι κάτοικοι έπιναν τον καφέ τους χωρίς να πληρώνουν. Έγραφε κάθε μέρα ο καφετζής τα βερεσέδια και όταν οι κάτοικοι πουλούσαν τα προϊόντα τους, έρχονταν στο καφενείο και ξεχρέωναν.

Στην πλατεία του μαχαλά Κονάκ Ονού, υπήρχε ένα κονάκι, το Τζαμινίν Γιανί, το οποίο ονομάστηκε έτσι επειδή ήταν κτισμένο δίπλα στο παλιό τζαμί των Τούρκων. Το κονάκι ήταν και αυτό ένα παλιό κτίσμα από την εποχή που υπήρχαν Τούρκοι στο χωριό, το οποίο είχε συντηρηθεί και το χρησιμοποιούσαν σαν ξενοδοχείο.

Στην πλατεία που ήταν μπροστά στην εκκλησία, κατά τη διάρκεια των μεγάλων εορτών στήνονταν πανηγύρια, στα οποία γλεντούσαν όλοι οι κάτοικοι του χωριού.

Υπήρχαν τρείς μεγάλες βρύσες που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες του χωριού και πάρα πολλά πηγάδια. Στην πλατεία του Ντερέ μαχαλά, όπου έμενε η οικογένειά μου, υπήρχε η μία από τις τρεις, απ’ όπου κουβαλούσαμε με τις στάμνες το νερό για τις ανάγκες του σπιτιού μας.

Στη δυτική πλευρά του χωριού, κυλούσε ήρεμα τα νερά του ένα μικρό ποταμάκι. Τα καλοκαίρια που η στάθμη του ήταν χαμηλά, πηγαίναμε όλα τα μικρά παιδιά, κάναμε μπάνιο και παίζαμε στις όχθες του.

Το χειμώνα όμως, επειδή κατέβαζε πολλά νερά, πλημμύριζε κάνοντας πολλές ζημιές. Οι δρόμοι, μεγάλοι και φαρδείς μεν, αλλά άστρωτοι, με την πρώτη μεγάλη βροχή, μετατρέπονταν σε χείμαρρους.

Στο δρόμο προς το τουρκικό χωριό Καζακλί, υπήρχε μια μικρή λίμνη που είχε πολλά ψάρια. Το καλοκαίρι έρχονταν ψαράδες ακόμη και από την Προύσα για να ψαρέψουν, ενώ το χειμώνα που είχε πολλές αγριόπαπιες, σειρά είχαν οι κυνηγοί της περιοχής.

Όσο για το κλίμα του χωριού… δεν ήταν και πολύ καλό. Φυσούσαν βόρειοι άνεμοι και το χειμώνα χιόνιζε πάρα πολύ, με αποτέλεσμα να μη μπορούμε να μετακινούμαστε στην Προύσα και στα γύρω χωριά.

Κύρια απασχόληση των κατοίκων ήταν η γεωργία. Καλλιεργούσαμε καπνά, όσπρια, ρεβίθια, ζαρζαβατικά, ενώ ξακουστά σε όλη την περιοχή, ήταν τα κουκιά του χωριού μας.

Αρκετοί κάτοικοι ασχολούνταν με τη σηροτροφία, η οποία τους απέδιδε πολλά κέρδη, καθώς τα μεταξωτά της Προύσας ήταν γνωστά σε όλο τον κόσμο.

Πολλές φορές πήγαινα μαζί με τον πατέρα μου στο Σιγήρ Γιολού, όπου γινόταν ο αλωνισμός των σιτηρών και τον βοηθούσα. Μάζευε τη σοδειά του, πήγαινε στην Προύσα και την πουλούσε στους εμπόρους.

Μεγάλη η κούραση, εκείνες τις ημέρες!! Στην επιστροφή μας για το σπίτι, δε θα ξεχάσω πως ήδη από την πλατεία, μοσχοβολούσαν τα ψωμιά ή τα φαγητά που φούρνιζε το κάθε σπιτικό στο δικό του φούρνο. Και τότε έτρεχα εγώ, ακολουθώντας τις οσμές, μήπως δεν προφτάσω να φάω…

Θυμάμαι και αρκετές περιοχές όπου είχαμε χωράφια, τα Κασκάβαλα, το Ληγορλάρ, τον Αι Νικόλα, το Κουγιού Σού, το Ουγιού Γιολού και τον Ιμαμίν Κογιού, με το πηγάδι και τον τεράστιο πλάτανο, στη σκιά του οποίου ξεκουραζόμασταν μετά από σκληρή δουλειά.

Στην τοποθεσία Ντερίν Γιολού, λίγο πιο πέρα από το παρεκκλήσι του Αγίου Θωμά, υπήρχαν μεγάλες σπηλιές βάθους τριάντα, σαράντα μέτρων. Ο χώρος αυτός ήταν απαγορευτικός για τα παιδιά, διότι οι γονείς μας φοβόντουσαν μη πέσουμε μέσα και σκοτωθούμε.

Η εκκλησία μας ήταν αφιερωμένη στους Ταξιάρχες. Κατά τη διάρκεια του Α΄ παγκοσμίου πολέμου είχε καεί, αλλά τη ξανάκτισαν, χρησιμοποιώντας όμορφες πέτρες που την έκαναν ξεχωριστή.

Είχαμε και αρκετά εξωκκλήσια και Αγιάσματα. Ανατολικά και σε απόσταση μιας ώρας, υπήρχε το εκκλησάκι του Σωτήρα Χριστού, που γιόρταζε στις 6 Αυγούστου. Στην αντίθετη πλευρά, ήταν το Αγίασμα του Αγίου Θωμά. Την ημέρα της γιορτής του Αγίου, μετά τη Θεία Λειτουργία, στον προαύλιο χώρο του παρεκκλησιού, πραγματοποιούνταν αγώνες πάλης.

Κοντά στο Ντερί Γιολού, υπήρχε το γνωστό προς όλους Σαραλίκ Αγιασμασί. Όποιοι έπασχαν από σαραλίκι (ίκτερο), έρχονταν στο Αγίασμα για να πλύνουν το πρόσωπό τους.

Έπειτα έκοβαν μια κλωστή από τα ρούχα τους και την κρεμούσαν στα κλαδιά του κοντινού θάμνου. Με τον τρόπο αυτό μετέφεραν την αρρώστιά τους στο θάμνο και έφευγαν θεραπευμένοι.

Υπήρχαν επίσης και άλλα Αγιάσματα προς τιμή των Αγίων Θεοδώρων, του Αγίου Παντελεήμονα, της Αγίας Παρασκευής και του Αγίου Σπυρίδωνα.

Η γλώσσα που μιλούσαμε στο χωριό ήταν η τουρκική. Την Κυριακή στην εκκλησία ακούγαμε τη Θεία Λειτουργία, αλλά δεν καταλαβαίναμε τίποτα μέχρι να επεξηγήσει ο ιερέας το Ιερό Ευαγγέλιο στα τουρκικά.

Θυμάμαι ένα τροπάριο που το τραγουδούσε η μάνα μου, κατά το ήμισυ στα τούρκικα και το άλλο στα ελληνικά…

 

     « Ευαγγελίσου χαρά μεγάλη, αινείται ουρανοί θεού τη δόξαν.

       Γέρ σεβινκί μιζντέ γκετιρενλέρ, σεζντά ετίν σεμαβιλέρ,

                Αλλαχίν σιχρετινέ, Αμήν.»

 

 Μετά το 1922, οι περισσότεροι χωριανοί μας εγκαταστάθηκαν στους νομούς Ημαθίας και Σερρών».

 

       Όμορφο χωριό το Καλασάνι με ωραίους δρόμους και όμορφα παραδοσιακά σπίτια. Έκανα μια βόλτα στην πλατεία όπου βρίσκονταν το τζαμί. Δε μου θύμιζε όμως τζαμί αυτό το κτίσμα με τα πολλά παράθυρα, μάλλον για εκκλησία επρόκειτο που είχε μετατραπεί σε τζαμί.

Πηγαίνοντας πίσω από την εκκλησία, πηδώντας πάνω από μερικούς φράκτες, δικαιώθηκα για την επιμονή μου, διότι διέκρινα το εξωτερικό μέρος του Ιερού της εκκλησίας των Ταξιαρχών, το οποίο, όπως και στο Ντεμιρτάς δεν το είχαν σοβατίσει.

Αργότερα οι κάτοικοι του χωριού μου επιβεβαίωσαν ότι το τζαμί είναι η παλιά ελληνική εκκλησία και με πληροφόρησαν πως το σημερινό όνομα του χωριού που είναι Ismetiye και ανήκει στον δήμο Osmangazi Προύσας.

Οι κάτοικοι που συναντήσαμε στο καφενείο, μας είπαν ότι είναι πρόσφυγες από τις περιοχές Δράμας, Καβάλας και Σερρών. Τους ρώτησα ποιο δρόμο να ακολουθήσω για το επόμενο χωριό, το Τεπετζήκι και τότε με μεγάλη έκπληξη τους άκουσα να μου λένε ότι το χωριό Τεπετζήκι δεν υπάρχει πια.

Ένα νεαρός προθυμοποιήθηκε να μας πάει στον τόπο όπου παλαιότερα υπήρχε το χωριό και αφού χαιρετήσαμε τους κατοίκους κατευθυνθήκαμε προς τα εκεί.


ΚΑΛΑΣΑΝΙ
ΚΑΛΑΣΑΝΙ. Ο ΤΑΞΙΑΡΧΗΣ
ΚΑΛΑΣΑΝΙ. Ο ΤΑΞΙΑΡΧΗΣ

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής