breaking news Νέο

Μάνα καημένη! -Του Μανώλη Βαλσαμίδη

Μάνα καημένη!  -Του Μανώλη Βαλσαμίδη

Ήταν ψηλή, ευσταλής γυναίκα από καλή οικογένεια της Αρακλειάς της Ρεδαιστού. Καί είχε αδέλφια παλληκάρια δέκα στον αριθμό. Τα προξενιά πήγαιναν ερχόταν, δεν

ξέρω γιατί δεν ευοδώνονταν και η Κυριακή κόντεψε να μείνει στο ράφι. Τα αδέλφια που περίμεναν τη σειρά τους κι οι γονιοί, ήθελε δεν ήθελε, την  πάντρεψαν με τον αγαθό παντοπώλη της Αρακλειάς τον Αναστάση. Έκανε και αυτή πολλά παιδιά, αγόρια στη σειρά και μια θυγατέρα, τη Θεοδώρα.

Κι' ήρθαν χρόνια δύσκολα, τα χρόνια του ξεριζωμού. Άφησαν οι άνθρωποι τον τόπο τους, χώρισαν μεταξύ τους τα αδέλφια, άλλαξαν κατά την απογραφή ονόματα, άλλοι κράτησαν το όνομα Χρυσομαλλίδης, άλλοι έγιναν Χατζόπουλοι, άλλος βρέθηκε εμπορευόμενος στη Ρουμανία και άλλος ο Παπαδράκος, μετά τη συμμετοχή του στον πόλεμο του '97 ως εθελοντής και την  προσφορά του στον μακεδονικό αγώνα τοποθετήθηκε κάπου στην Ελλάδα εφημέριος.

Σε μια ισόγεια μονοκατοικία με αυλή, δίπλα στα κάστρα της Θεσσαλονίκης πάλεψαν σκληρά τα παιδιά της για να πατήσουν στερεό έδαφος. Συνεκτικός κρίκος όλων ο τρίτος γιoς ο Σταύρος. Γνώριζε τη Βυζαντινή μουσική, μελετούσε τα μαθήματα με τη βοήθεια βιολιού και είχε μια φωνή μέταλλο γλυκιά με ύψη και βάθη ζηλευτά. Και η γιαγιά όμως είχε ωραία φωνή, ήταν γυναίκα της Εκκλησίας και αρέσκονταν να ψάλλει, όταν είχε κέφια. Αγαπημένος της ύμνος, το δοξαστικό "Την παγκόσμιον δόξαν", σε ήχο πρώτο, το έψαλλε με ξεχωριστή άρθρωση και καθαρότητα, σε πατήματα δωρικού ρυθμού. Ήταν οικογενειακό τους, Και ο αδελφός της ο Χρυσομαλλίδης /Παπαδράκος, ήταν φοιτητής Θεολογίας στη σχολή της Χάλκης όταν έφυγε για την Ελλάδα εθελοντής.

Μας αγαπούσε η γιαγιά, η Κόνα Κυριακίτσα. Πήρε μια χρονιά γύρω στο '32 το τρένο και ήρθε στην Έδεσσα να κάνει μαζί μας Χριστούγεννα. Ο πατέρας μου, ο γιος της Σταύρος, έψαλλε στον Μητροπολιτικό ναό της πόλης. Κυριακή των προπατόρων, η γιαγιά, χωρίς τις γνωστές έγνοιες της προετοιμασίας του σπιτιού για τις γιορτές, πήγε για πρώτη φορά, Κυριακή των Προπατόρων, στην Εκκλησιά. Και άκουσε με καμάρι τον γιόκα της, και ευφράνθηκε η ψυχή της. Άκουσε όμως και το Ευαγγέλιο που το είπε τόσο καθαρά ο παπα Σιβένας (?).

Το μεσημέρι, στρωμένο το τραπέζι με όσα καλούδια της μαμάς, ιδιαίτερα γιορτινό χάρη στη γιαγιά. Κάναμε το σταυρό μας, είπαμε το "καλή όρεξη",  η γιαγιά δεν έτρωγε. - Μητέρα, γιατί δεν τρως; - Ασε, θα φάω. Φάνηκε καθαρά ότι κάτι την απασχολούσε. - Μάνα, δεν τρως. - Θα φάω. Πήγε να κόψει μια μπουκιά ψωμί και της ξέφυγε: "Μάνα καημένη!". - Τι έχεις μάνα, πες μου. - Να πω: Το Ευαγγέλιο λέει ψέματα; -Όχι. Τότε; Η Καημένη η γιαγιά δεν μπορούσε να ξεχωρίσει το εγέννησε από το έτεκε. "Ἀβραὰμ ἐγέννησε τὸν Ἰσαάκ, Ἰσαὰκ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰακώβ, Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰούδαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ" (Ματθ. α΄2), "Εκείνη την εποχή οι άντρες γεννούσαν;".

Της δόθηκαν οι εξηγήσεις, ηρέμησε και γεύθηκε τα καλούδια της κυρα Ζωής και ευθυμήσαμε όλοι.

Καλή σας μέρα και χρόνια πολλά.


Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής