breaking news Νέο

Η παιδεία των υπόδουλων Ελλήνων στα χρόνια της Τουρκοκρατίας - Του Γαβριήλ Καούρη

Η παιδεία των υπόδουλων Ελλήνων στα χρόνια της Τουρκοκρατίας - Του Γαβριήλ Καούρη

Μέρος 49ο

 

Γ. Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΤΩΝ ΥΠΟΔΟΥΛΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ

Αυτήν την περίοδο (1774-1821) τη ροπή προς τις νέες ιδέες την εκφράζει ο Ιώσηπος Μοισιόδακας. Έχει γεννηθεί ίσως λίγο πριν το 1730. Μαθητής του Βούλγαρη στην Αθωνιάδα, συνεχίζει τις σπουδές του στο εξωτερικό και ύστερα διδάσκει στις Παρίστριες Ηγεμονίες. Ενδιαφέρεται για την παιδαγωγική και τις φυσικές επιστήμες. Στα 1750 εκδίδει μιαν απολογία που εκθέτει πως και γιατί τον κατατρέχανε. Και πράγματι το φωτεινό αυτό μυαλό δεν μπόρεσε να προσφέρει όσα μπορούσε να προσφέρει στην παιδεία, γιατί συνεχώς οι συντηρητικοί κύκλοι τον κατατρέχουν. Από τα βιβλία του φαίνεται πως ασχολήθηκε με τους αρχαίους Έλληνες κλασικούς, τα μαθηματικά, τις φυσικές επιστήμες και την παιδαγωγική. Ακόμα και στο γλωσσικό ζήτημα είναι άκρως προοδευτικός: Θεωρία του είναι ότι πρέπει να γράφουμε στην απλή γλώσσα, γιατί αυτή προσφέρει τη σαφήνεια και την ενάργεια. Στο πρόσωπό του ολοκληρώνεται ο νεοελληνικός Διαφωτισμός. Καλή γι’ αυτόν η θρησκευτική ζωή, αλλά δεν πρέπει να θυσιάζουμε το σύνολο της θρησκευτικής μας ζωής σε τοπολατρείες: «…άραγε δε συμφέρει κάλλιον ότι μέρος να εγκοσμούνται οι ιεροί ναοί και μέρος να χτίζονται σχολεία όπου ημπορούν να στολίζουν τας εκκλησίας με σοφούς ιερείς, με έμπειρους πνευματικούς, με άξιους ιεροκήρυκες;» Αυτά γράφει στα 1761. Είκοσι χρόνια αργότερα ζητάει πάλι ν’ αφήσουν οι άνθρωποι τα μισά ψυχικά για εκκλησίες ή μοναστήρια κατ’ άλλα μισά για σχολεία. Κι ακόμα θα πει: «… ενώ τα βουνά του Άθωνος εγέμισαν πάντα από παλατίων πολυτελών, τα δύστηνα ημέτερα σχολεία σπανίζουν και αυτών των αναγκαίων βιβλίων» (1).

Γιατί όμως να παραξενευθεί, ίσως, ο αναγνώστης απ’ όσα λέει ο Μοισιόδακας σχετικά με τις εκκλησίες, τα μοναστήρια και την παιδεία, αφού πριν από αυτόν, αρχομένου του 18ου αιώνα, ένας άλλος λόγιος κληρικός λέει ακόμα πιο τσουχτερά λόγια για το ίδιο θέμα. Είναι ο Χρύσανθος Νοταράς (1660-1731), Πατριάρχης Ιεροσολύμων – διάδοχος του άλλου φωτισμένου Πατριάρχη Δωσίθεου (1641-1707) – όπου σ’ ένα του υπόμνημα δε διστάζει να γράψει «ότι πρέπει να προκρίνεται αναγκαίως η οικοδομή και κατάστασις των σχολείων από την οικοδομήν απλώς των κοινοβίων και μοναστηρίων ότι πρέπει τα εισοδήματα των άχρηστων μοναστηρίων (2) να αναφέρωνται εις κατάστασιν σχολείων και σπουδής ωφέλειαν…» (3).

Αλλά σαφώς υπάρχουν και μοναστήρια «άχρηστα», καθώς και μοναστήρια με προκλητική πολυτέλεια, κοινόβια ή ιδιόρρυθμα. Προφανώς με τα όσα γράφουν μέμφονται το κοσμικό πνεύμα των μοναστηριών και τη σκανδαλιστική εκζήτηση των εκκλησιών. Φυσικά και οι εκκλησίες και τα μοναστήρια θα μπορούσαν να εκτελέσουν τον προορισμό τους με κάποια «συγκρατημένη σπατάλη» και ένα μέρος από τα περισσεύματα ή τις οικονομίες τους να πήγαιναν στην παιδεία, για τις ανάγκες της εκπαίδευσης.

Προφανώς οι παραπάνω λόγιοι δεν είναι δυνατόν να είναι προκατειλημμένοι εναντίον των μοναστηριών, γιατί είναι και οι δύο άτομα «εγνωσμένου θρησκευτικού ήθους» και επίσης δεν είναι δυνατόν να αγνοούν πόσο βοήθησαν τα μοναστήρια την πατρίδα στα χρόνια συμφοράς του Γένους όσον αφορά το θέμα της παιδείας. Πιστεύουμε πως κι αν όλα τα’ άλλα ξεχαστούν, ένα μόνο ανεκτίμητο έργο τους αν θυμηθούμε, τους δίνει «άφεση όλων των τυχόν αμαρτιών»: ότι η συνεχής επαφή των μοναχών με τα συγγράμματα των αγίων Πατέρων και με τα υμνολογικά κείμενα είναι συγχρόνως και σπουδή στην απαράμιλλη ελληνική γλώσσα.

Άλλοι λόγιοι (λαϊκοί και κληρικοί) που εκφράζουν τις νέες ιδέες αυτής της περιόδου είναι και οι παρακάτω:

Ο Κωνσταντάς (1758-1844) είναι ένας από τους σημαντικότερους λόγιους του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Η μνήμη της αρχαιότητας ατιμάζει στο έργο του. Μεταφράζει φιλοσοφικά και ιστορικά έργα, αλλά γράφει και πρωτότυπα. Η Γεωγραφία που γράφει σε συνεργασία με τον Δανιήλ Φιλιππίδη (1758-1832) αποτελεί ένα από τα σπουδαία έργα της περιόδου αυτής.

Ο Φιλιππίδης με τη σειρά του εκτός από πρωτοπόρες επιστημονικές εργασίες μεταφράζει συγγράμματα Φυσικής, Χημείας, Ιστορίας και Φιλοσοφίας, χρησιμότατα όχι μόνο για την ελληνική διανόηση, αλλά και απευθείας για τις ανάγκες της εκπαίδευσης.

Ένα άλλο πνευματικό ανάστημα αυτής της περιόδου είναι ο Δημήτρης Καταρτζής ή Φωτιάδης (1720-1807) είναι συνομήλικος με το Μοισιόδακα. Γεννιέται στην Πόλη από εύπορη και ευυπόληπτη οικογένεια. Ακολουθεί σταδιοδρομία στις Αυλές της Μολδοβλαχίας και φτάνει στο αξίωμα του Μεγάλου Λογοθέτη στη Βλαχία. Είναι ο τύπος του μορφωμένου και προοδευτικού άρχοντα, οπαδός του γαλλικού διαφωτισμού και των εγκυκλοπαιδιστών. Κατορθώνει μέσα στην άθλια ηθική κατάσταση της Βλαχίας να κρατηθεί αδιάφθορος.

 

Σημειώσεις:

  1. – Ιστορία του Ε.Ε. Εκδοτικής Αθηνών, τ. ΙΑ, σελ. 306
  2. – Αναστασίου Ιω., Εκκλησιαστική Ιστορία, τ.Β’, σελ. 547
  3. – Ο Απόστολος Βακαλόπουλος στο έργο του: Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ.Β’, Θεσ/νίκη 1964, σελ. 134-200 γράφει σχετικά:

«… Από τη θέση τους οι λειτουργοί της Εκκλησίας υπήρξαν σωτήρες, οδηγοί και ποιμένες του αγράμματου ποιμνίου τους, αλλά και τα μοναστήρια έγιναν σωστική κιβωτός του Έθνους και φυτώρια των γραμμάτων. Σε μερικά μάλιστα απ’ αυτά λειτουργούσαν μικρά σχολεία, κι αυτά κρυφά από καλογέρους και παπάδες που δίδασκαν συνήθως ανάγνωση και γραφή και στη συνέχεια θρησκευτικά με βοηθήματα το ψαλτήρι και το Οκτωήχι».

 

ΓΑΒΡΙΗΛ ΚΑΟΥΡΗΣ

επίτ. ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ

 

Συνεχίζεται


Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής