breaking news Νέο

Η φιλανθρωπία του Λόρδου Μπάυρον - Γράφει ο Γαβριήλ Καούρης, ε. σχολικός σύμβουλος

Η φιλανθρωπία του Λόρδου Μπάυρον - Γράφει ο Γαβριήλ Καούρης, ε. σχολικός σύμβουλος

Στο περιθώριο των όσων δημοσιεύσαμε προ ημερών σχετικά με τον ερχομό, την παραμονή και το θάνατο στο Μεσολόγγι του κορυφαίου φιλέλληνα Λόρδου Μπάυρον, θ’ αναφέρουμε ένα δύο μικροπεριστατικά, που μολονότι δεν είναι παρά μία παρωνυχίδα μέσα στο πέλαγος των περιστατικών, των σκανδάλων και των αντιφάσεων της πολυτάραχης ζωής του, όμως φωτίζουν κάποιες πλευρές του χαρακτήρα του. Στις συγκεκριμένες περιπτώσεις, την ευγένεια των συναισθημάτων του και κυρίως τη φιλανθρωπία του.

Ο Μπάυρον ερχόμενος το 1823 στην Ελλάδα, προτίμησε να παραμείνει για τέσσερις περίπου μήνες στην Αγγλοκρατούμενη Κεφαλονιά, μόνο και μόνο γιατί την περίοδο εκείνη εσωτερικές διχόνοιες μάστιζαν την επαναστατημένη Ελλάδα. Ο Μπάυρον δεν ήθελε να δώσει το δικαίωμα στις αλληλοσπαρασσόμενες φατρίες να πιστέψουν ότι πρόσκειται ευνοϊκά προς κάποια απ’ αυτές.

Στις 26 Δεκεμβρίου 1823 ναύλωσε ο Μπάυρον δύο πλοία ένα ελαφρό, εύδρομο κι ένα μεγαλύτερο και πιο βαρύ, μια μπομπάρδα. Στο πρώτο μπήκε ο ίδιος με τους φίλους του και στην μπομπάρδα φορτώθηκαν οι αποσκευές του, το υπηρετικό προσωπικό του, τα άλογα και το υπόλοιπο πολεμικό υλικό που έστελνε στους αγωνιζόμενους το φιλελληνικό Κομιτάτο του Λονδίνου, με επικεφαλής τον Πιέτρο Γκάμπα.

Στις 28 Δεκεμβρίου  τα δύο πλοία σήκωσαν άγκυρα κι αφού την επομένη πέρασαν από τη Ζάκυνθο, συνέχισαν το ταξίδι τους για το Μεσολόγγι. Στην αρχή τα δύο πλοία συνέπλεαν. Αργότερα απομακρύνθηκε αρκετά το ένα από το άλλο, γιατί το εύδρομο του Μπάυρον ανέπτυξε ταχύτητα. Η μπομπάρδα την άλλη μέρα το πρωί βρέθηκε μπροστά σε μία τουρκική φρεγάτα, ο καπετάνιος της οποίας την οδήγησε στην Πάτρα στο Γιουσούφ Πασά. Ο Γιουσούφ μολονότι δεν φημιζόταν για την ευγένεια και την πραότητά του, φέρθηκε στους «αιχμαλώτους» με επιείκεια, που άγγιζε τα όρια της καλοσύνης, και τους επέτρεψε να συνεχίσουν το ταξίδι τους προς Μεσολόγγι, όπου και έφθασαν την επομένη. Προφανώς το γεγονός αυτό εντυπωσίασε τον Μπάυρον.

Στις 23 Ιανουαρίου, μιαν ακριβώς ημέρα ύστερα από την ημέρα των γενεθλίων του ο Μπάυρον γράφει μιαν επιστολή που απευθύνεται στο Γιουσούφ Πασά στην Πάτρα:

«Missologhi 12 [11] Genaro 1824 (1)

«Υψηλότατε (Altezza) Ένα πλοίο με μερικούς φίλους μου και υπηρέτες μου οδηγήθηκε, εδώ και μέρες, στο κάστρο από μια τουρκική φρεγάτα, και αφέθηκε ελεύθερο με διαταγή της Υψηλότητάς σας. Σας εκφράζω ευχαριστίες, όχι επειδή ελευθερώσατε ένα πλοίο, που, αφού έφερε σημαία ουδέτερη και ήταν υπό αγγλική προστασία, κανένας δεν είχε δικαίωμα να κατακρατήσει, αλλά επειδή συμπεριφερθήκατε στους φίλους μου, όταν ήταν στην διάθεσή σας, με πολλή ευγένεια (com summa cortesia).

Ελπίζοντας ότι κάνω κάτι που δεν είναι δυσάρεστο στην Υψηλότητά σας (cosa non discara all’ A.Y.) παρακάλεσα την εδώ Ελληνική Κυβέρνηση (questo Governo Greco) να θελήσει να παραδώσει στα χέρια μου τέσσερες Τούρκους αιχμαλώτους, και συγκατατέθηκε ευγενώς να το πράξει. Τους στέλνω, λοιπόν, ελεύθερους στην Υψηλότητά σας, για να ανταποδώσω, όσο μπορώ πιο γρήγορα, τη δική σας ευγένεια. Απελευθερώνονται χωρίς όρους, αλλά αν μπορεί τούτο να είναι άξιο να πάρει θέση στη μνήμη σας, θα παρακαλέσω μόνο την Υψηλότητά σας να θελήσει να μεταχειριστεί με ανθρωπιά (con umanita) όποιον Έλληνα μπορεί να’ναι ή να πέσει στα χέρια των Μουσουλμάνων, γιατί οι φρικωδίες του πολέμου είναι αρκετές μόνες τους (da se stessi) χωρίς να προστίθεται, από τη μια ή από την άλλη πλευρά, περισσότερη σκληρότητα εν ψυχρώ (peggiori severita a sanque freddo)».

«Δεν υπάρχει λέξη στην επιστολή αυτή, που να μην είναι στη θέση της. Δεν πρόκειται για ένα διπλωματικό έγγραφο. Είναι ένα κείμενο, που συνδυάζει έξοχη πολιτική σκέψη με υψηλό ανθρώπινο ήθος. Είναι ένα ιστορικό μνημείο!» (2) Ο παραπάνω σχολιασμός της επιστολής δεν είναι δικό μας, είναι του Παναγή Κανελλόπουλου, ενός μεγάλου, ενός πνευματικού βάρδου, που με το κύρος του και τη θαυμαστή λακωνικότητά του επισφραγίζει το μεγαλείο και την ανθρωπιά της πράξης του κορυφαίου φιλέλληνα.

Η καλοσύνη και η φιλανθρωπία του Μπάυρον όμως δεν ήταν περιστασιακή ούτε περιοριζόταν από κάποιες υστερόβουλες σκέψεις. Ήταν ένα μόνιμο στοιχείο της ζωής του. Να, ένα ακόμα περιστατικό που το επιβεβαιώνει.

Δεν πέρασαν πολλές μέρες από το παραπάνω γεγονός, που ο Μπάυρον έστειλε από το Μεσολόγγι στον άγγλο πρόξενο στην Πρέβεζα εικοσιδυό (22) Τούρκους άνδρες, γυναίκες και παιδιά, που είχαν κρατηθεί στο Μεσολόγγι αφότου είχε κηρυχθεί η Επανάσταση. Στην επιστολή του προς τον Άγγλο πρόξενο, μεταξύ άλλων γράφει: «Απέναντι της φιλανθρωπίας δεν αναγνωρίζω διάκρισην μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων… Η Ελληνική Κυβέρνηση (δηλ. ο Μαυροκορδάτος) τους παρέδωσεν εις εμέ, εγώ δε τους αποστέλλω εις Πρέβεζαν, όπου εξέφρασαν την επιθυμίαν να σταλούν…».

Συνακόλουθα με τις δύο αυτές περιπτώσεις θα αναφέρουμε ένα ακόμη γεγονός – το οποίο μας αναφέρει ο Πιέτρο Γκάμπα – το οποίο επισφραγίζει το φιλάνθρωπο πνεύμα του Μπάυρον.

Ανάμεσα στους 22 Τούρκους αιχμαλώτους, που έστειλε στην Πρέβεζα βρισκόταν κι ένα χαριτωμένο κοριτσάκι «8-9 ετών, ζωηρότατο, με ωραία χαρακτηριστικά Ασιατικού τύπου» με τη μητέρα του, η οποία εργαζόταν ως υπηρέτρια, που δεν επιθυμούσαν να πάνε στην Πρέβεζα μαζί με τους άλλους αιχμαλώτους. Ο Μπάυρον συγκινήθηκε, λοιπόν, από την άθλια ζωή του κοριτσιού, το οποίο προερχόταν από διακεκριμένη τουρκική οικογένεια (ο πατέρας της Χουσεϊν Αγάς είχε δραπετεύσει και οι δύο της αδελφοί είχαν σκοτωθεί ή σφαγεί) και σκέφθηκε να το στείλει μαζί με τη μητέρα του στα Ιόνια νησιά κι απ’ εκεί στην Αγγλία ή στην Ιταλία να σπουδάσει με δικά του χρήματα. Έγραψε γράμμα, λοιπόν στον φίλο του δόκτορα Τζέιμς Κέννεδυ, γιατρό της Αγγλικής φρουράς στην Κεφαλονιά. (Δεν γνωρίζουμε τη συνέχεια της υπόθεσης, την οποία πιθανότητα ο θάνατός του θα ματαίωσε. Ο Julius Millingen είχε παραλάβει και προστατεύσει στο σπίτι του, στο Μεσολόγγι, τη μικρούλα και τη μητέρα της).

Τα περιστατικά, που αναφέραμε πιο πάνω δεν είναι μεμονωμένα και περιστασιακά, οπωσδήποτε όμως είναι ο καθρέφτης της ευαίσθητης ψυχής του ποιητή, που αγάπησε με πάθος την Ελλάδα και τα ‘δωσε όλα γι’ αυτήν και τις δυνάμεις του και την περιουσία του και τη ζωή του.

 

Σημειώσεις:

  1. – Η Επιστολή πρωτοδημοσιεύτηκε στο Μεσολόγγι, όσο ζούσε ακόμη ο Μπάυρον, στην εβδομαδιαία εφημερίδα «Ελληνικός Τηλέγραφος» στο δεύτερο φύλλο του, που κυκλοφόρησε στις 27 Μαρτίου 1824, γράφτηκε στην ιταλική γλώσσα.
  2. – Παναγιώτη Κανελλόπουλου, Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος, τ. ΙΧ, σελ. 531, εκδ. Δ. Γιαλλελής, Αθήνα 1976

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής