breaking news Νέο

ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης

  • ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης
  • ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης
  • ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης

Πέρασαν 200 χρόνια από τότε που οι πρόγονοί μας επαναστάτησαν ενάντια στους κατακτητές Τούρκους, γεγονός, που είχε σαν αποτέλεσμα να ζούμε και να κυκλοφορούμε σήμερα ελεύθεροι.

Η στήλη αυτή είναι ένας φόρος τιμής  σε όλους αυτούς τους Ήρωες που πρωτοστάτησαν στον Αγώνα, για να τους θυμόμαστε και να τους έχουμε πάντοτε ζωντανούς στη μνήμη μας.

 

Κοτζαερίδης Γεώργιος

 

ΔΙΑΚΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ

Ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς Έλληνες οπλαρχηγούς του πρώτου έτους της Ελληνικής Επανάστασης και έδρασε στην Στερεά Ελλάδα. Γεννήθηκε το 1788. Το πραγματικό του όνομα ήταν Αθανάσιος Γραμματικός και κατ΄άλλους  Αθανάσιος Μασσαβέτας που μεταφραζόμενο στα Τουρκικά  σημαίνει γραμματεύς. (musvedde).

Πατέρας του ήταν ο Νικόλαος Γραμματικός που ήταν  γιός του κλέφτη Αθανασίου Γραμματικού. Είχε δυο αδελφούς, τον Απόστολο και τον Κωνσταντίνο και  δυο αδελφές, την Καλομοίρα και την Σοφία.

Οι γνώμες για την καταγωγή του  είναι διαφορετικές. Κάποιοι αναφέρουν ότι γεννήθηκε στην Άνω Μουσουνίτσα, σημερινό Αθανάσιο Διάκο. Σε μια βιογραφία του που γράφτηκε το 1835 από τον ιστορικό Ρόδιο, στα «Ελληνικά  του Ιάκωβου Ραγκαβή του 1853,  σε ένα γενεολογικό δέντρο του Διάκου που κατέγραψε ο ιστορικός Κρέμος το 1883 και στο πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του Διάκου που είχε εκδοθεί  το 1865 από τον Δήμο Κροκυλείου που υπάγονταν στην Αορτίνα, σαν τόπος γέννησής του αναφέρεται η Αορτίνα.

Την εκδοχή ότι γεννήθηκε στην Άνω Μουσουνίτσα υποστηρίζουν μαρτυρίες του Γκούρα, του Φιλήμονα, του Περραιβού και ξένων περιηγητών όπως του Finley, του Bartholdy και του Hertsberg. Ακόμη και μέχρι σήμερα τα δυο αυτά χωριά υποστηρίζουν με φανατισμό ότι  είναι ο τόπος γέννησης του ξακουσμένου αυτού ήρωα.

Ο Αθανάσιος από μικρός  ήταν θρησκευόμενο άτομο και σε ηλικία 12 χρονών η μητέρα του τον έστειλε  στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην Αορτίνα Φωκίδας για να εκπαιδευτεί.

Σε ηλικία δεκαεπτά χρονών  ασπάστηκε τον μοναχισμό και σύντομα έγινε διάκος, επίθετο που τον έκανε γνωστό σε όλη την Ελλάδα.  Για το πώς ο Διάκος έφυγε από το μοναστήρι και έγινε κλέφτης, η λαϊκή παράδοση αναφέρει ότι, όταν ο Διάκος ήταν μοναχός, ένας Τούρκος πασάς πήγε στο μοναστήρι του Προδρόμου στην Αορτίνα  και εντυπωσιάστηκε από την εμφάνιση του.

Ο Διάκος  προσβλήθηκε από  τα λεγόμενα του  πασά, φιλονίκησε μαζί του και τον σκότωσε, με αποτέλεσμα για να αποφύγει τα αντίποινα κατέφυγε στα βουνά και έγινε κλέφτης.

Κατ΄ άλλους, μια μέρα ο Διάκος πήγε σε έναν γάμο  στην Αορτίνα όπου γλεντούσαν και πυροβολούσαν, με αποτέλεσμα μια αδέσποτη σφαίρα να σκοτώσει τον γιο της Κοντογιάννενας που ανήκε σε ένα μεγάλο σόι ενός γειτονικού χωριού, της Κοσταρίτσας. Όλοι οι παρευρισκόμενοι υπέδειξαν ότι φονιάς ήταν ο Διάκος, και έτσι αναγκάστηκε να καταφύγει στα βουνά για να κρυφτεί από τα Τουρκικά αποσπάσματα που τον αναζητούσαν.

 Αργότερα τον Δεκαπενταύγουστο, στο πανηγύρι της Παναγίας, ο Διάκος κατέβηκε στο χωριό και συνελήφθη από τους Τούρκους μαζί  με κάποιον Καφέτζο  και οδηγήθηκαν  στον Φεράτ-εφέντη, διοικητή του Λιδωρικίου, ο οποίος διέταξε να τους φυλακίσουν.  Κατάφεραν όμως να διαφύγουν και κατέφυγαν  στο λημέρι του ξακουστού κλέφτη της Δωρίδας Τσάμ Καλόγερου.

Εκεί οργανώθηκε μαζί τους και διακρίθηκε για την ανδρεία  και τον ηρωισμό του, στις διάφορες συμπλοκές με τους Τούρκους. Σε μια συμπλοκή ο Καπετάνιος Τσάμ Καλόγερος τραυματίστηκε σοβαρά  και θα συλλαμβάνονταν από τους Τούρκους αν δεν τον έπαιρνε ο Διάκος στους ώμους του και  τον μετέφερε  μέχρι μια ψηλή ράχη την Γραμμένη Οξυά, που βρίσκονταν δυο ώρες μακριά από την Αορτίνα.

Εκεί ο Καπετάνιος έδωσε εντολή σε όλους, ότι αν πεθάνει …ο Διάκος θα γίνονταν ο καπετάνιος τους.

Αργότερα οι κλέφτες χωρίστηκαν  σε  μικρές ομάδες με επικεφαλείς τον Διάκο, τον Γούλα και τον Σκαλτσοδήμο,  συνεχίζοντας να πολεμούν τους Τούρκους που τους καταδίωκαν.

Οι Τούρκοι μη μπορώντας να συλλάβουν τον Αθανάσιο, πήγαν στο χειμαδιό του πατέρα του, όπου είχε τα κοπάδια με τα πρόβατά του  και τον συνέλαβαν μαζί με τον αδελφό του  Απόστολο με την κατηγορία ότι προσέφεραν φαγητό σε κλέφτες. Ο Κωνσταντίνος  εκείνη την μέρα έλειπε από το χειμαδιό και  έτσι απέφυγε την σύλληψη.

Τους οδήγησαν στο Πατρατσίκι, σημερινή Υπάτη, τους φυλάκισαν και το ίδιο βράδυ τους σκότωσαν. Μόλις πληροφορήθηκε ο Διάκος τον άδικο χαμό  των συγγενών του, ορκίστηκε να εκδικηθεί και όπου συναντούσε με την ομάδα του Τούρκους, τους σκότωνε.

Μια μέρα στην θέση Μπαίρια, κοντά στην Αορτίνα  απήγαγαν την Κρυστάλλω, κόρη του κοτσάμπαση της Δωρίδας Μπαμπαλή και την οδήγησαν στο λημέρι τους στην Καρυά.

Ζήτησαν από τον Μπαμπαλή  να μεσολαβήσει  ώστε να του δώσουν το αρματολίκι της περιοχής και θα την απελευθέρωναν, πράγμα που έγινε.

Την εποχή εκείνη ο Αλή Πασάς, εναντιώθηκε κατά του σουλτάνου και κάλεσε όλους τους καπετάνιους στα Γιάννινα  ζητώντας την βοήθειά τους.  Πήγε και ο Διάκος στην θέση του Σκαλτσοδήμου που ήταν αντιπρόσωπος των αρματολών του Λιδωρικίου και για δυο χρόνια  από το 1814-16 υπηρέτησε στον στρατό του Αλή Πασά την ίδια εποχή με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο.

Αργότερα,  πριν φτιάξει δική του ομάδα κλεφτών,  υπήρξε πρωτοπαλίκαρο του Οδυσσέα Ανδρούτσου, όταν αυτός   ήταν καπετάνιος μια ομάδας στην Λιβαδιά.

Το 1818 μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία  και το 1820 έγινε αρματολός στην Λιβαδιά. Την 1η Απριλίου του 1821, μετά την κήρυξη της Επανάστασης, μαζί με  έναν ντόπιο  καπετάνιο τον Βασίλη Μπούσγο  και άλλους οπλαρχηγούς κατέλαβε το φρούριο της πόλης και ύψωσε την Ελληνική Σημαία.

Ο Χουρσίτ Πασάς που ήταν ο εντεταλμένος του  σουλτάνου έστειλε δυο πολύ ικανούς διοικητές του από την Θεσσαλία τον Ομέρ Βρυώνη και τον Κιοσέ-Μεχμέτ πασά, επικεφαλής 8.000 πεζών και 1.000 ιππέων Τούρκων με διαταγή να καταστείλουν την επανάσταση στη Ρούμελη και μετά να προχωρήσουν στην Πελοπόννησο και να σταματήσουν την πολιορκία της Τριπολιτσάς.

Ο  Ομέρ Βρυώνης ήταν  αλβανικής καταγωγής και πασάς του Βερατίου, ήταν πολύ ικανός στρατηγός και γνώριζε πολύ καλά τα εδάφη και τους Έλληνες οπλαρχηγούς, τους περισσότερους εκ των οποίων είχε γνωρίσει στην αυλή του Αλή πασά. Μαζί του ήταν και οι Αλβανοί αρχηγοί Τελεχά-βέης, Χασάν Τομαρίτσας, και Μεχμέτ Τσαπάρας.

Ο Διάκος  ενισχύθηκε  από τους μαχητές Πανουργιά και Δυοβουνιώτη,  και αποφάσισαν να  αντιμετωπίσουν  τους Τούρκους  κοντά στις Θερμοπύλες. Η ελληνική δύναμη  αποτελείτο από  1.500  παλικάρια  και  χωρίστηκε σε τρία τμήματα. Ο μεν  Δυοβουνιώτης θα υπερασπιζόταν τη γέφυρα του Γοργοποτάμου, ο Πανουργιάς τα ύψη της Χαλκωμάτας και ο Διάκος τη γέφυρα της Αλαμάνας, στον ποταμό Σπερχειό.

Η μάχη που ακολούθησε  στις 23 Απριλίου του 1821 ήταν άνιση. Η κύρια δύναμη των Τούρκων που είχαν στρατοπεδεύσει στο Λιανοκλάδι κοντά στην Λαμία, επιτέθηκε στον Διάκο, η άλλη στον Δυοβουνιώτη  και τον οδήγησε σε οπισθοχώρηση,  και η άλλη στον Πανουργιά ο οποίος τραυματίστηκε και οι άνδρες του αναγκάστηκαν και αυτοί σε οπισθοχώρηση.

 Έτσι  όλοι οι Τούρκοι  επιτέθηκαν στην ομάδα του Διάκου που υπερασπίζονταν την γέφυρα της Αλαμάνας. Ο φίλος του Διάκου ο Μπούσγος, βλέποντας τον κίνδυνο να αιχμαλωτιστούν, του πρότεινε να φύγουν αλλά αυτός αρνήθηκε επιλέγοντας να παραμείνει και να πολεμήσει με τα 48 παλικάρια που του απόμειναν.

 "Ο Διάκος δεν φεύγει, ούτε εγκαταλείπει τους συντρόφους του" ήταν η  περήφανη απάντησή του. Κατά την διάρκεια της άνισης μάχης τραυματίστηκε ο Διάκος και συνελήφθη από πέντε Τσάμηδες, παρά την προσπάθεια να τον σώσουν τα παλικάρια του Καλύβας και Μπακογιάννης, οι οποίοι έπεσαν νεκροί από τα βόλια του εχθρού.

Ο Διάκος μεταφέρθηκε από τους Τούρκους στον Ομέρ Βρυώνη, ο οποίος τον γνώριζε από την κοινή θητεία τους στην αυλή του Αλή πασά,  και τον εκτιμούσε πολύ. Του πρότεινε να τον κάνει ανώτερο αξιωματικό στον οθωμανικό στρατό, αν αλλαξοπιστούσε και ασπαζόταν το Ισλάμ.  Ο Διάκος αρνήθηκε απαντώντας "Εγώ Γραικός εγεννήθηκα, Γραικός θε να αποθάνω!".

 Ο Ομέρ πασάς  προσπάθησε  να σώσει  τον Διάκο, αλλά κάποιος Χαλήλ μπέης από την πόλη  επέμενε  να τον θανατώσουν, επηρεάζοντας και τον Κιοσέ-Μεχμέτ, που ιεραρχικά ήταν ανώτερος του Ομέρ Βρυώνη.

Έτσι την επόμενη μέρα ανασκολοπίστηκε, μια μέθοδο σκληρή που ήταν την εποχή εκείνη πολύ συνηθισμένη.  Ο Διάκος αντιμετώπισε το μαρτυρικό του θάνατο με θάρρος παρά τους φρικτούς πόνους. Ήταν Απρίλης και η φύση γύρω του οργίαζε. Τότε είπε με παράπονο  "Για δες καιρό που διάλεξε ο χάρος να με πάρει, τώρα που ανθίζουν τα κλαδιά και βγάζει η γης χορτάρι".

Σύμφωνα με  τον Φιλήμονα ο Διάκος στράφηκε προς τους Αλβανούς  που ήταν τριγύρω του και τους  είπε "Δεν βρίσκεται από σας κανένα παλληκάρι να με σκοτώσει με πιστόλα και να με γλυτώσει από τους Χαλδούπιδες.

Η φοβερή αυτή θανατική ποινή εκτελέστηκε  στο Ζητούνι (Λαμία) στις 24 Απριλίου, την επομένη της μάχης στην Αλαμάνα και μετά τον θάνατό του, οι Τούρκοι πέταξαν το λείψανό του σε κοντινό χαντάκι, όπου το βρήκαν οι Χριστιανοί, και το έθαψαν στον χώρο που αρχίζει σήμερα η οδός Ησαΐα.

Ο χώρος ταφής του ανακαλύφθηκε το 1881 από τον αντισυνταγματάρχη Ρούβαλη.  Το 1886 τοποθετήθηκε στο χώρο της θυσίας του,  η προτομή του. Το Ελληνικό κράτος τον αναγνώρισε σαν στρατηγό  και επεδίκασε σύνταξη στην αδελφή του.

Η μνήμη του Α. Διάκου πέρασε στο θρύλο και έγινε περισσότερο κτήμα του λαού παρά της ιστορίας. Ενέπνευσε πολλούς λαϊκούς και έντεχνους εικαστικούς καλλιτέχνες και συγγραφείς ακόμα και εκτός Ελλάδος.

Η λαϊκή μούσα, μέσα από τη δημοτική μας ποίηση αλλά και διαπρεπείς ποιητές, όπως ο Ιωάννης Ζαμπέλιος, ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, ο Κωστής Παλαμάς κ. ά, εμπνεύστηκαν από την ηρωική και συνάμα μαρτυρική μορφή του "Αγωνιστή της Λευτεριάς".

Ο θρύλος του καταγράφηκε και σε δημοτικά τραγούδια όπως αυτό:

"Καρδιά, παιδιά μου, φώναξε, παιδιά, μη φοβηθείτε
Ανδρεία, ωσάν Έλληνες, ωσάν Γραικοί σταθείτε".
Εκείνοι εφοβήθησαν κι εσκόρπισαν στους λόγκους.
Έμειν΄ ο Διάκος στη φωτιά με δεκαοχτώ λεβέντες,
Τρεις ώρες επολέμαε με δεκαοχτώ χιλιάδες,
Σχίστηκε το τουφέκι του κι εγίνηκε κομμάτια
και το σπαθί του έσυρε και στη φωτιά εμβήκεν.
Έκοψε Τούρκους άπειρους, κι εφτά Μπουλουκμπασήδες*,
Πλην το σπαδί του έσπασεν απάν΄ από τη χούφταν.
Κ΄ έπεσ΄ ο Διάκος ζωντανός εις των εχθρών τα χέρια.
Χίλιοι τον πήραν απ΄ εμπρός και δυο χιλιάδες πίσω.
Κι Ομέρ Βρυώνης μυστικά στον δρόμο τον ερώτα:
- "Γίνεσαι Τούρκος Διάκο μου, τη πίστι σου ν΄ αλλάξεις;
Να προσκυνάς εις το τζαμί, την εκκλησιά ν΄ αφήσεις":
Κ΄ εκείνος τ΄ αποκρίθηκε και με θυμόν του λέγει:
- "Πάτε κι εσείς κ΄ η πίστις σας μουρτάτες να χαθείτε.
Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θέλ΄ αποθάνω....
Αν θέλετε χίλια φλωριά και χίλιους μαχμουτιέδες*,
Μόνον πέντ΄ έξι ημερών ζωήν να μου χαρίστε.
Όσον να φθάσ΄ ο Οδυσσεύς και ο Θανάσης Βάγιας"
Σαν τ΄ άκουσ΄ ο Χαλήλμπεης* με δάκρυα φωνάζει:
-"Χίλια πουγγιά σας δίνω ΄γω, κι ακόμα πεντακόσια,
τον Διάκο να χαλάσετε, τον φοβερό τον κλέφτη,
ότι θα σβύση τη Τουρκιά κι όλο το Δοβλέτι*".
Τον Διάκο τότε πήρανε και στο σουβλί τον βάλαν.
Ολόρθο τον εστήσανε κι αυτός χαμογελούσε.

"Για δες καιρό που διάλεξε ο χάρος να με πάρει
τώρα π΄ ανθίζουν τα κλαδιά και βγάζ΄ η γη χορτάρι".

Την πίστι τους, τους ύβριζε, τους έλεγε μουρτάτες
"Εμέν΄ αν εσουβλίσετε, ένας Γραικός εχάθη,
Ας είν΄ καλά ο Οδυσσεύς κι ο καπετάν Νικήτας*.
Αυτοί θα κάψουν την Τουρκιά κι όλο σας το Δοβλέτι."


Ο-Αθανάσιος-Διάκος-οδηγεί-τους-Δερβενοχωρίτες-στον-Αγώνα.-Πίνακας-του-Peter-von-Hess.-
Προσωπογραφία-του-Αθανάσιου-Διάκου.-Έργο-του-Κοζή-Δεσύλλα.-

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής