breaking news Νέο

ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης

  • ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης
  • ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης
  • ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης

Πέρασαν 200 χρόνια από τότε που οι πρόγονοί μας επαναστάτησαν ενάντια στους κατακτητές Τούρκους, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα να ζούμε και να κυκλοφορούμε σήμερα ελεύθεροι.

Η στήλη αυτή είναι ένας φόρος τιμής  σε όλους αυτούς τους Ήρωες που πρωτοστάτησαν στον Αγώνα, για να τους θυμόμαστε και να τους έχουμε πάντοτε ζωντανούς στη μνήμη μας.

 

Κοτζαερίδης Γεώργιος

 

ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Γεννήθηκε  το 1788, κατ΄άλλους στην Ιθάκη  εξ ου και το όνομα Οδυσσέας και κατ΄αλλους στην Πρέβεζα. Γονείς του ήταν  ο Ανδρέας Βερούσης  από τις Λιβανάτες και μητέρα του η Ακριβή Τσαρλαμπά, κόρη προεστού  από την Πρέβεζα. Ο ίδιος θεωρούσε πατρίδα του τους Λιβανάτες Λοκρίδας.

Νονοί του  ήταν η σύζυγος του  Λάμπρου Κατσώνη Μαρουδιά- Σοφιανού και ο Ιωάννης Ζαβός άρχοντας της Ιθάκης που του έδωσαν το όνομα του ομηρικού ήρωα.

Ο πατέρας του Οδυσσέα, καπετάν Ανδρούτσος, είχε λάβει μέρος στην επανάσταση του Λάμπρου Κατσώνη, συνελήφθη από τους Βενετούς, παραδόθηκε στους Τούρκους και αποκεφαλίστηκε το 1797 στην Κωνσταντινούπολη.

Ο μικρός  Οδυσσέας έμεινε ορφανός σε ηλικία 8  ετών και η μητέρα του έφυγε το έτος 1798 στη Λευκάδα, λόγω του χαλασμού της Πρέβεζας από τον Αλή πασά και επέστρεψαν  το 1806.  Γνωρίζοντας την προσωπική φιλία που είχε ο πατέρας του με τον Αλή Πασά και κατόπιν αιτήματος από την μάνα του Ακριβή πήγε στα Γιάννινα και εντάχθηκε στην αυλή του.

Φοίτησε, μαζί με άλλους οπλαρχηγούς του 1821,  στην στρατιωτική σχολή του Αλή Πασά ο οποίος τον αγαπούσε και του συγχωρούσε κάθε παράπτωμά του. Εκεί έμαθε να  μιλά Αλβανικά και Ιταλικά. Σε ένα γράμμα του στον Ιωάννη Ζαμπέλιο έλεγε ότι στην αυλή του Αλά Πασά έμαθε…..«να μισήση την τυραννίαν, να αγαπήση την ελευθερίαν, να ελπίση την απελευθέρωσιν της Ελλάδος και να γυμνασθή προς τούτο εις τα όπλα, εις την σκληραγωγίαν, και εις το να επιτύχη ωκυπόδης και ιππαστής».

Ήταν δεκαπέντε χρονών  όταν κατατάχθηκε στην προσωπική φρουρά του Αλή Πασά και σύντομα έγινε αρχηγός της. Ήταν πολύ γενναίος και ατρόμητος, η δε σωματική του δύναμη τεράστια. Ένας βιογράφος του έγραψε ότι…..«επήδα ως έλαφος, έτρεχεν ως ίππος και ίππευεν ως Κένταυρος».

Την εποχή εκείνη  εισήλθε στην Αλεβιτική θρησκεία των Μπεκτασήδων όπου ανήκε και ο Aλή Πασάς. Το 1816  ο Αλή Πασάς  τον έστειλε αρματολό στην Λειβαδιά αφού πρώτα τον πάντρεψε με την Ελένη Καρέλλη, κόρη του Χρήστου Καρέλλη με την οποία το 1824 απέκτησε έναν γιό τον Λεωνίδα Ανδρούτσο.

Mετά τον θάνατο του Ανδρούτσου οι εχθροί του αναζήτησαν την γυναίκα  και τον γιό του, οι οποίοι πέρασαν πολύ δύσκολες στιγμές, κυνηγημένοι από τον Κωλέτη ο οποίος είχε στείλει τον Γκούρα να τους βρεί και να τους σκοτώσει.

Το κυνηγητό κράτησε  εννιά χρόνια μέχρι την  έλευση του Όθωνα με την βοήθεια του οποίου στάλθηκε στο Μόναχο  στο περιβάλλον του Λουδοβίκου Α΄  για να σπουδάσει σε μία  στρατιωτική Βαυαρική σχολή.

όπου αρρώστησε  από μια επιδημία χολέρας και πέθανε  στις 11           Δεκεμβρίου του 1836 σε ηλικία 12 χρονών.

Ο τάφος του μικρού και άτυχου Λεωνίδα  βρίσκεται στο παλιό νεκροταφείο του Μονάχου –Alter Suedlicher Friedhof- Kapuziner str

Το 1818  ο Ανδρούτσος μυήθηκε στην Φιλική Εταιρία και το 1819 διορίστηκε δερβέναγας στην Ανατολική Στερεά. Εκεί παρέμεινε  μέχρι τις αρχές του 1821  και έφυγε διότι διαφώνησε με τους τοπικούς άρχοντες και την θέση του πήρε ο Αθανάσιος Διάκος, ο οποίος υπήρξε πρωτοπαλίκαρο του και μυήθηκε από  αυτόν στην Φιλική Εταιρεία.

Ο Ανδρούτσος κατέφυγε στην Αράχωβα  και εκεί συναντήθηκε με πολλούς οπλαρχηγούς με τους οποίους συνυπήρξε στην αυλή του Αλή Πασά και τους πρότεινε να δημιουργήσουν μια ελληνοαλβανική συμμαχία, στα πρότυπα της Φιλικής  Εταιρείας.

Το εγχείρημα αυτό απέτυχε διότι αρνήθηκε να συμμετάσχει ο Ομέρ Βρυώνης. Κατέφυγε στην Λευκάδα και εκεί στις αρχές του 1821 συναντήθηκε με τους Γεώργιο Καραϊσκάκη, τον Γεώργιο Βαρνακιώτη, τον Ζόκα, τον Μακρή, τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και άλλους οπλαρχηγούς της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου, με σκοπό να κάνουν προετοιμασίες για την εξέγερση  Στερεάς Ελλάδας.

Η ανάθεση της εξέγερσης ανατέθηκε στον Ανδρούτσο και στον Πανουργιά.

Ο Ανδρούτσος με μια ομάδα ανδρών επιτέθηκε στις αρχές του Μαρτίου  στην γέφυρα της Τατάρνας, μαζί με τον  ηγούμενο της ομώνυμης μονής Κυπριανό, σε 60 Τούρκους  οι οποίοι με επικεφαλής τον δερβέναγα Χασάν Μπέη Γκέκα, συνόδευαν μια χρηματαποστολή.

Φεύγοντας δεν πήραν τα χρήματα μαζί τους για να μην θεωρηθεί η πράξη τους ληστεία, αλλά επαναστατική πράξη. Στις 8 Μαίου  του 1821  με 117 πολεμιστές  οχυρώθηκε στο Χάνι της Γραβιάς   αντιμετωπίζοντας   επιτυχώς τον υπεράριθμο στρατό των 8.000 στρατιωτών του Ομέρ Βρυώνη, πετυχαίνοντας μια περίλαμπρη νίκη, καθυστερώντας τα Τουρκικά στρατεύματα που βάδιζαν για την Πελοπόννησο με σκοπό να καταπνίξουν την Επανάσταση.

Ο Ομέρ Βρυώνης  μετά την πρώτη απόκρουση του στρατού του από τις δυνάμεις του Ανδρούτσου, έδωσε εντολή να φέρουν κανόνια  για να γκρεμίσουν το Χάνι, αλλά ο Ανδρούτσος κατάφερε το βράδυ να το εγκαταλείψει. Μετά την επιτυχία του αυτή  η λαϊκή μούσα του έγραψε  το  γνωστό δημοτικό τραγούδι…..

 «Τ’ Αντρούτσου η μάνα χαίρεται, του Διάκου καμαρώνει. Γιατί έχουν γιους αρματολούς, και γιους καπεταναίους. Ανδρούτσος φυλάει τη Γραβιά, Διάκος την Αλαμάνα». 

Στη μάχη αυτή, η στρατηγική ιδιοφυΐα του Ανδρούτσου θριάμβευσε και δικαιωματικά ανέλαβε την αρχηγία της Στερεάς Ελλάδας.

Στις 27 Αυγούστου του  1822 πήγε στην Αθήνα  συνοδευόμενος από τον Γιάννη Μακρυγιάννη, τον Γιάννη Γκούρα, τον Ιωάννη Μαμούρη, τον Κατσικογιάννη και τριακόσιους ένοπλους στρατιώτες, γνωρίζοντας  την αποθέωση από τον λαό της πόλης.

 Κατόπιν απόφασης του Αρείου Πάγου ανέλαβε την διοίκηση του κάστρου της Ακρόπολης, με φρούραρχο τον Γιάννη Γκούρα, κάνοντας πολλά οχυρωματικά έργα και εξασφαλίζοντας πόσιμο νερό, που έλειπε από την πόλη.

Στην Αθήνα ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γνώρισε πολλούς ξένους Φιλέλληνες οι οποίοι αναφέρονταν με πολύ καλά λόγια για το πρόσωπό του. Ο Βρετανός Εδουάρδος Ιωάννης Τρελώνυ φίλος του Λόρδου Βύρωνα  ερχόμενος μαζί του στην Ελλάδα, γνώρισε τον Ανδρούτσο  τον Νοέμβριο του 1823, γοητεύτηκε από την προσωπικότητά του, παρέμεινε κοντά του και παντρεύτηκε την 13ετή ετεροθαλή αδελφή του Οδυσσέα, Ταρσίτσα Καμένου.

Εν τω μεταξύ οι Τούρκοι έστειλαν πολύ στρατό στην  Στερεά Ελλάδα και ο Ανδρούτσος αντιλαμβανόμενος ότι  δεν ήταν σε θέση να τους αντιμετωπίσει, διότι δεν είχε πολύ στρατό, αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει μαζί τους κάνοντας προφορικές συμφωνίες (οι λεγόμενες καπάκια) για να κερδίσει χρόνο.

Το γεγονός αυτό το παρεξήγησαν οι κοτσαμπάσηδες της Ρούμελης, που δεν τον συμπαθούσαν λόγω της μεγάλης επιρροής που  ασκούσε στον λαό και την άνοιξη του  1822 ο Ιωάννης Κωλλέτης  τον κατηγόρησε για συνεργασία με τον εχθρό, αναγκάζοντάς τον να παραιτηθεί του αξιώματός του.

 Ο Ιωάννης Κωλέττης, ισχυρός πολιτικός άνδρας της Επανάστασης, ήταν προσωπικός εχθρός του, όπως και άλλων οπλαρχηγών, τους οποίους προσπαθούσε να ταπεινώσει. Επιπρόσθετα ο Ανδρούτσος είχε προκαλέσει την οργή των τοπικών κοτζαμπάσηδων, οι οποίοι τον μισούσαν γιατί ήταν λαοπρόβλητος ηγέτης και είχε επιχειρήσει επανειλημμένα να περιορίσει τη δύναμή τους. 

Η δημοκρατικότητα του Οδυσσέα, που είχε γίνει γνωστή και πέρα από τον ελληνικό χώρο, έβλαπτε την δική τους ολιγαρχία και  τους είχε εξοργίσει. Έτσι έστειλαν τον Νούτσο και τον Παλάσκα για να τον  απαλλάξουν των καθηκόντων του.  

Ο Ανδρούτσος θεωρώντας ότι οι απεσταλμένοι της κυβέρνησης είχαν διαταγή να τον δολοφονήσουν, τους συνέλαβε και τους σκότωσε. Τότε ο Κωλλέτης τον επικήρυξε έναντι 5.000 γροσίων και ο Υπουργός Εκκλησιαστικών, Επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ τον αφόρισε. Όμως, η κάθοδος του Δράμαλη  στην Πελοπόννησο ανάγκασε την κυβέρνηση να ανακαλέσει την επικήρυξη και τον αφορισμό του Ανδρούτσου,  και του επέτρεψε να επανέλθει στα καθήκοντά του.

Ο Ανδρούτσος δεν κατάφερε να ανακόψει τον Δράμαλη, αλλά δεν επέτρεψε να περάσουν εφοδιοπομπές και ενισχύσεις για τη στρατιά του.

Μετά την καταστροφή του Δράμαλη, ο Ανδρούτσος επέστρεψε στην Αθήνα και ίδρυσε δύο σχολεία στην Αθήνα, καλώντας τον Κοραή από την Ευρώπη και τον Βάμβα από την Κεφαλονιά να διδάξουν σε αυτές, χωρίς όμως αυτοί να αποδεχθούν την πρότασή του.

Πολύ γρήγορα όμως  αναγκάστηκε να φύγει για στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Βοιωτία.

Τον Νοέμβριο του 1822 ηττήθηκε  από τον Κιοσέ Μεχμέτ στο Δαδί και παραλίγο να αιχμαλωτισθεί, ενώ τον Ιούλιο του 1823 ανέκοψε στη Βοιωτία την εκστρατεία του Γιουσούφ Περκόφτσαλη Πασά.

Η διαμάχη του και ο παραγκωνισμός του από τους πολιτικούς του αντιπάλους  ανάγκασαν τον Ανδρούτσο  να πάρει τους άνδρες του και να φύγει το 1825  εκ νέου στη Βοιωτία όπου ξεκίνησε  νέες στρατιωτικές επιχειρήσεις  εναντίον των  Τούρκων. Εκεί προέβη σε νέα «καπάκια», συμφωνίες,  με τους  Τούρκους με σκοπό να εκβιάσει την κυβέρνηση, χωρίς όμως με τις ενέργειές του αυτές  να  ζημιώσει την Επανάσταση.

Το γεγονός αυτό εκμεταλεύτηκαν ξανά οι αντίπαλοι του  και τον χαρακτήρισαν προδότη.  Η κυβέρνηση έστειλε στρατό με επικεφαλής τον άλλοτε φίλο και συνεργάτη του Γιάννη Γκούρα για να τον συλλάβει και να τον μεταφέρει στην Αθήνα.

Ο Ανδρούτσος αποφεύγοντας να συγκρουστεί με τα κυβερνητικά στρατεύματα, για να μη χυθεί αίμα, αποσύρθηκε στις Λιβανάτες  και τελικά στις 7 Απριλίου του 1825 παραδόθηκε στον Γκούρα με την υπόσχεση ότι θα τον έστελνε στην Πελοπόννησο για να δικαστεί. Ο Γκούρας δεν κράτησε την υπόσχεσή του,  τον φυλάκισε στην Ακρόπολη  και για να προλάβει αντιδράσεις από τους διάφορους συναγωνιστές του και τον λαό της πόλης,    διέταξε τους Μήτρο Τριανταφυλλίνα, Ιωάννη Μαμούρη και Παπακώστα  να τον θανατώσουν  στις 5 Ιουνίου του 1825.

Για να καλύψουν το έγκλημά τους πέταξαν το πτώμα του στο λιθόστρωτου του Ναού της Απτέρου Νίκης και διέδωσαν πως ο φυλακισμένος προσπάθησε να αποδράσει και σκοτώθηκε. Τον έθαψαν προσωρινά στην εκκλησία της Σωτήρας στο Ριζόκαστρο.

 Η μνήμη του ως ήρωα της εθνεγερσίας αποκαταστάθηκε από το Ελληνικό κράτος μόλις το 1872. Στις 15 Ιουλίου 1967 ο στρατηγός Θρασύβουλος Τσακαλώτος, μετέφερε με πολεμικό σκάφος στην Πρέβεζα μεταλλικό κουτί με τα οστά του Οδυσσέα Ανδρούτσου από το Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών. Τα οστά τοποθετήθηκαν στη βάση του αγάλματος που υπάρχει στην ομώνυμη πλατεία της Πρέβεζας, και του οποίου τα αποκαλυπτήρια έγιναν με μεγαλοπρεπή τελετή την ίδια ημέρα.


Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ ΙΠΠΕΥΩΝ σχέδιο του Άνταμ Φρίεντελ του 1830
Ο ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΥ ΣΤΟ ΜΟΝΑΧΟ

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής