breaking news Νέο

ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης

ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης

Πέρασαν 200 χρόνια από τότε που οι πρόγονοί μας επαναστάτησαν ενάντια στους κατακτητές Τούρκους, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα να ζούμε και να κυκλοφορούμε σήμερα ελεύθεροι.

Η στήλη αυτή είναι ένας φόρος τιμής  σε όλους αυτούς τους Ήρωες που πρωτοστάτησαν στον Αγώνα, για να τους θυμόμαστε και να τους έχουμε πάντοτε ζωντανούς στη μνήμη μας.

Κοτζαερίδης Γεώργιος

 

ΜΑΚΕΔΟΝΕΣ ΟΠΛΑΡΧΗΓΟΙ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

 

ΔΗΜΟΥ ΣΤΟΓΙΑΝΝΗΣ

Ο Στογιάννης, ή Στόγιος Δήμου γεννήθηκε στην Νάουσα Ημαθίας το 1789 και ήταν ο νεώτερος γιός του Δημητρίου Δήμου ή Καπετάν Δεληδήμου και αδελφός του Τάση που σκοτώθηκε στο Ολοκαύτωμα της Νάουσας πολεμώντας στο πλευρό του Ζαφειράκη.

Σε νεαρή ηλικία το 1803, μαζί με τον μεγαλύτερο γιό του Ζαφειράκη Γιαννάκη, τον Αγγελή Γκοντύλη και άλλους 150 νέους της Νάουσας, υπό τις οδηγίες του Ζαφειράκη και του Γάτσου, έστησαν ενέδρα  στον γιό του Αλή Πασά Βελή, στο Σέλι Ημαθίας.

Συμμετείχε  στις μάχες της Νάουσας το 1822 επικεφαλής 110 ανδρών και κατά την διάρκεια του Ολοκαυτώματος της πόλης,   σκοτώθηκε η γυναίκα του Ελένη και τα παιδιά του Κώστας και Μαρία πουλήθηκαν σκλάβοι στην Σερβία, όπου επιβίωσαν και επέστρεψαν μετά από πολλά χρόνια στην πατρίδα τους.

Μετά την καταστροφή της πόλης, ακολούθησε τον Δημήτριο Τσάμη Καρατάσο στην νότια Ελλάδα και έλαβε μέρος σε πολλές μάχες. Παντρεύτηκε ξανά  και έκανε οικογένεια στο Μεσολόγγι την οποία έχασε κατά την διάρκεια της Εξόδου, με μόνη επιζήσασα την  κόρη του Ελευθερία. Πέθανε το 1862 στην Αθήνα.

 

ΠΕΤΣΑΒΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ

 Ο Αναγνώστης Πετσάβας γεννήθηκε στις αρχές του  19ου αιώνα στο χωριό Βόσσοβα- Σφηκιά του  νομού Ημαθίας και κατάγονταν από την σπουδαία οικογένεια  κλεφταρματολών  των Πετσαβαίων, που δρούσαν στα Πιέρια.

Με τον θείο του Μιχάλη Πετσάβα, έλαβε μέρος το 1822 στην μάχη της Νάουσας και αργότερα  πήγε στον Όλυμπο και  συνέχισε να πολεμά στο πλευρό του Διαμαντή Ολύμπιου.

Μετά την αποτυχία που είχαν οι επιχειρήσεις στην Κεντρική Μακεδονία, ακολούθησε τους Ολύμπιους στον Ασπροπόταμο, όπου με την ομάδα του συνεργάστηκε με τους Στουρναραίους και  συγγένεψε μαζί τους, αφού παντρεύτηκε την κόρη του Αθανάσιου.

Στην συνέχεια κατέβηκε πιο νότια και επικεφαλής 300 στρατιωτών, υπό τον Αναστάσιο Καρατάσο, πολέμησε στην Εύβοια και στην Σκιάθο συνεχίζοντας τους αγώνες του υπό τις οδηγίες του Νικολάου Κριεζώτη στην Αταλάντη και το Τρίκερι.

Μετά την σύσταση του τακτικού στρατού κατατάχτηκε στην Ε΄ τάξη των αξιωματικών και έκτοτε υπηρέτησε στο ίδιο σώμα με τον θείο του Μιχαήλ Πετσάβα και τον αδελφό του. Όταν τον  Μάιο του 1832 ο θείος του Μιχάλης  και ο αδελφός του σκοτώθηκαν σε ταραχές στην Αράχωβα  ανέλαβε  ο ίδιος την αρχηγία του σώματος, παίρνοντας τον  βαθμό του πεντακοσίαρχου.

Υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις  στον τακτικό στρατό και το 1832 μετατέθηκε του στο Ναύπλιο. Αποστρατεύτηκε το 1848,  και εγκαταστάθηκε στη Χαλκίδα.

Το 1865 έστειλε επιστολή προς την Επιτροπή Αγώνα,  ζητώντας  αποζημίωση, καθώς είχε διαθέσει όλη του την περιουσία στον αγώνα, η οποία δεν έγινε αποδεκτή με αποτέλεσμα να πεθάνει κάτω από ιδιαίτερα φτωχικές συνθήκες διαβίωσης.

 

ΣΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ

Υπήρξε οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και κατάγονταν από την Μπόστιανη σημερινά Ριζώματα  της Ημαθίας. Ήταν γιός του αρματολού Σπυρίδωνα Συρόπουλου και αδελφός  του οπλαρχηγού Γεωργίου  Συρόπουλου.

Η οικογένεια Συρόπουλου ή Σύρου ήταν από τις πιο παλιές στην Ημαθία, με καταγωγή από το Βυζάντιο. Ο Συρόπουλος στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν αρματολός Χασίων  και είχε σαν έδρα του την Σκούλιαρη, σημερινή Αγία Κυριακή Σερβίων Κοζάνης.

Το αρματολίκι των Συραίων   υπήρχε από το 1760 και είχε σαν έδρα την Κόκκοβα σημερινό Πολυδέντρι.

Το 1812  ενώθηκαν όλοι οι κλεφτοαρματωλοί του Ολύμπου για να αντιμετωπίσουν τον Αλή Πασά, αλλά μετά την ατυχή έκβαση των επιχειρήσεων  οι Συραίοι κατέφυγαν στην Θεσσαλονίκη, ενώ  αφανίστηκαν οι Λαζαίοι. Το 1820  ο Αθανάσιος μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία και το 1821, κατόπιν συνεννόησης με τον Δημήτρη Υψηλάντη, ξεσήκωσε τα Πιέρια σε  επανάσταση

Συμμετείχε στους αγώνες στην πόλη της Νάουσας και μετά την καταστροφή της πόλης  δημεύτηκε η περιουσία του, αιχμαλωτίστηκε η οικογένεια του  και η αδελφή του Αριστέα φυλακίστηκε στην Παλαιά Ζαγορά της Ανατολικής Ρωμυλίας  μέχρι το 1865. Ο Ίδιος κατέφυγε στις Σποράδες και στην συνέχεια  έλαβε μέρος σε πολλές μάχες στην Εύβοια και την Στερεά Ελλάδα. Για την πολεμική του δράση, έλαβε τον τίτλο του χιλίαρχου.

Τ0 1827 επέστρεψε στην Μακεδονία  με τον αδελφό του Γεώργιο, τους οπλαρχηγούς  Διαμαντή και Κώστα Νικολάου, τον Τόλιο Λάζο, τον Θεόδωρο Ζιάκα και ζήτησαν από την Ελληνική κυβέρνηση βοήθεια σε υλικό και έμψυχο υλικό  για να εξεγερθούν πάλι εναντίον των Τούρκων.

Πέθανε το 1856  στην Αταλάντη, όπου είχε αποσυρθεί, κοντά στον γιο του Σπύρο.

 

ΓΑΤΣΟΣ ΑΓΓΕΛΗΣ              

Γεννήθηκε στους Σαρακηνούς της Αλμωπίας το 1771. Ο πατέρας του λέγονταν Δημήτρης και είχε τρείς γιούς και μια κόρη.

Ο Αγγελής, το 1787 και  σε ηλικία 16 ετών, για βιοποριστικούς λόγους  εγκαταστάθηκε στο Πόζαρ, σημερινό Λουτράκι, όπου φύλαγε τα βουβάλια ενός πλούσιου προύχοντα. Όταν έμαθε ότι ο μπέης της περιοχής ήθελε να κάνει κακό στο αφεντικό του, τον σκότωσε και ανέβηκε στα βουνά για να γίνει αρματολός. Εν τω μεταξύ παντρεύτηκε την σύζυγό του Πρόϊα, χήρα από το χωριό του,  και απέκτησε πέντε κόρες, τον γιό του Νικόλαο και έναν άλλο γιο υιοθετημένο τον Δημήτρη. Σαν έδρα του είχε το χωριό Περισώρι. Ο Γάτσος ξεχώριζε για την γενναιότητα του και το ρωμαλέο του παράστημα και δρούσε  σαν αρματολός πάνω στον Όλυμπο.

 

Γάτσος Αγγελής

 

Στις αρχές του 1822 συμμετείχε στην σύσκεψη της Μονής Δοβρά όπου  μαζί με τον Τάσο Καρατάσο, τον Θεοδόση Ζαφειράκη  και άλλους προκρίτους και αρματολούς κήρυξαν την επανάσταση  εναντίον των Τούρκων κατακτητών, στην  Νάουσα.

Δυστυχώς όμως η επανάσταση κατεστάλη και είχε σαν αποτέλεσμα το Ολοκαύτωμα της πόλης.

Με την είσοδο των Οθωμανών στην πόλη αιχμαλωτίστηκε ο γιός του Νικόλαος,  η εγκυμονούσα σύζυγός του, που γέννησε αργότερα στην φυλακή  και οι κόρες του.

Μετά την άλωση της πόλης ο Γάτσος, μαζί με τους   Τάσο ΚαρατάσοΤσάμη ΚαρατάσοΚωνσταντίνο Δουμπιώτη,  Γ. Συρόπουλο, Τόλιο Λάζο, Κότα,  και άλλους οπλαρχηγούς κατέφυγε στο Βέρμιο και στην συνέχεια αναχώρησε για την Στερεά Ελλάδα, όπου συνεργάστηκε με τον Καραϊσκάκη και τον Ράγκο  στα Άγραφα και στο Μεσολόγγι.

Συμμετείχε την μάχη του Πέτα, υπό τον Μαυροκορδάτο, που κατέληξε σε ήττα των Ελληνικών δυνάμεων.  Έλαβε μέρος στην μάχη της Πλάκας Πραμάντων για να βοηθήσει τον Μπότσαρη να απελευθερώσει το Σούλι, στις 29 Ιουνίου του 1822, στην οποία σκοτώθηκε ο αδελφός του Πέτρος.

Αργότερα, μετά την αποτυχημένη εκστρατεία του στην Ήπειρο, μαζί  με 100 παλικάρια και τον υιοθετημένο γιό του Δημήτριο, έλαβε μέρος στην μάχη των Δερβενακίων, με επικεφαλής τον Γενναίο Κολοκοτρώνη καθώς και σε άλλες επιχειρήσεις στην Κορινθία.

Το 1823  βρίσκονταν  στο Τρίκερι που αποτελούσε τον μοναδικό επαναστατικό θύλακα στην Θεσσαλία, μαζί  με τον Καρατάσο και τον Μπασδέκη  και εξέφρασε την  αντίδρασή του στην αυθαίρετη  απόφαση του Καρατάσου να υπογράψει ξεχωριστή συνθήκη ειρήνης με τον Κιουταχή που είχε σαν αποτέλεσμα να αποχωρήσει ο ελληνικός στρατός από το Τρίκερι.

Τον Αύγουστο του 1824  μαζί με άλλους Θεσσαλούς και Μακεδόνες οπλαρχηγούς  στάλθηκαν από τις Βόρειες Σποράδες όπου βρίσκονταν, στην Ύδρα με σκοπό να υπερασπίσουν  το νησί από ενδεχόμενη τουρκική επίθεση.

Αργότερα  συμμετείχε,   για λίγο καιρό στις εμφύλιες διαμάχες των κυβερνητικών με τους Πελοποννήσιους αντιφρονούντες οπλαρχηγούς.

Τον Μάρτιο του 1825  έλαβε  μέρος στην  νικηφόρα μάχη του Σχοινόλακου  κατά  τον Ιμπραήμ.

Τον Νοέμβριο του 1826   μαζί με τον Καρατάσο  και 1500 άνδρες, (με τον οποίο διαφώνησε σε θέματα τακτικής)  πολέμησε εναντίον των Τούρκων στην μάχη της Αταλάντης με σκοπό να παρεμποδίσει τις επικοινωνίες του Κιουταχή πασά στην Ανατολική Στερεά, και την τελευταία στιγμή διέφυγε την αιχμαλωσία.  Το Νοέμβριο του 1827 συμμετείχε στην επιχείρηση κατάληψης του Τρικερίου υπό τον Καρατάσο, μαζί με τους Μπίνο, Μήτρο Λιακόπουλο, Αποστολάρα Βασιλείου (από το Γομάτι Χαλκιδικής) και Γεώργιο Βελέντζα (από τον Αλμυρό).

Το 1830, με τη βοήθεια της Ελληνικής κυβέρνησης, κατόρθωσε να απελευθερώσει το γιο του, Νικόλαο, ο οποίος στάλθηκε τελικά από τον Όθωνα, στο Μόναχο για στρατιωτική εκπαίδευση ενώ ο άλλος  γιος του, Μήτσος Γάτσος, ακολούθησε και αυτός στρατιωτική καριέρα φτάνοντας ως το βαθμό του αντιστράτηγου.

Μετά την δημιουργία του Ελληνικού κράτους εγκαταστάθηκε στην Αταλάντη Φθιώτιδας, αποστρατεύθηκε με το βαθμό του συνταγματάρχη της «ενεργού φάλαγγος» και πέθανε  σε άθλια οικονομική κατάσταση το 1839 στην Αταλάντη.

 

Βιβλιογραφία, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Βικιπαίδεια, Πάπυρος Λαρούς.


Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής