breaking news Νέο

ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης

  • ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης
  • ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης

Πέρασαν 200 χρόνια από τότε που οι πρόγονοί μας επαναστάτησαν ενάντια στους κατακτητές Τούρκους, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα να ζούμε και να κυκλοφορούμε σήμερα ελεύθεροι.

Η στήλη αυτή είναι ένας φόρος τιμής  σε όλους αυτούς τους Ήρωες που πρωτοστάτησαν στον Αγώνα, για να τους θυμόμαστε και να τους έχουμε πάντοτε ζωντανούς στη μνήμη μας.

Κοτζαερίδης Γεώργιος

 

ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ

Ο Λυκούργος Λογοθέτης γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου του 1772 στο Νέο Καρλόβασι της Σάμου και το πραγματικό του όνομα ήταν Γεώργιος Παπλωματάς. Ήταν το πέμπτο παιδί του Γιάννη Παπλωματά και της Μαρίας. Ο πατέρας του εμπορεύονταν  τάπητες και παπλώματα εξ ού και το επίθετό του. Είχε άλλα τέσσερα αδέλφια, την Ειρήνη, την Δάφνη, τον Αλέξανδρο και την Μελαχροινή.

Ο ντόπιος ιστορικός αναφέρει ότι ο  πατέρας του κατάγονταν από την Πισιδία της Μικράς Ασίας και η μάνα του από την Ικαρία. Ο Γεώργιος Παπλωματάς φοίτησε στο «Ελληνικόν Σχολείον» Καρλοβάσου, την  γνωστή ως Πορφυριάδα Σχολή και μετά την ολοκλήρωση των σπουδών  πήγε  στην Κωνσταντινούπολη (1791-1794) και εντάχθηκε  στο περιβάλλον των Φαναριωτών, γεγονός που του εξασφάλισε τον διορισμό του σαν γραμματέας του Πατριαρχείου.

Αργότερα μετέβη στις Παραδουνάβιες Χώρες  και από το 1794-1802  σταδιοδρόμησε στις Αυλές πανίσχυρων ηγεμόνων της Βλαχίας και της Μολδαβίας, και  εργάστηκε  σαν  γραμματέας του ηγεμονικού γραφείου του Κωνσταντίνου Υψηλάντη και του Αλέξανδρου Σούτσου, λαμβάνοντας  τα αξιώματα του ταμία και «δεύτερου λογοθέτη».

Το 1802 ακολούθησε τον Αλέξανδρο Σούτσο στην Κωνσταντινούπολη, βιώνοντας τις ανακατατάξεις που επέφεραν στην οθωμανική αυτοκρατορία οι στρατιωτικές και διπλωματικές εξελίξεις της εποχής (γαλλικός επεκτατισμός, αγγλική αντίδραση, ρωσική απειλή). Το 1805 επιστρέφει στη γενέτειρά του και εμπλέκεται ενεργά στην εσωτερική διαμάχη ανάμεσα στις τοπικές φατρίες των Καρμανιόλων και των Καλικαντζάρων.

Στις αρχές του 19ου αιώνα στο νησί υπήρχαν δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις.  Η παράταξη των κοτσαμπάσηδων  που ο λαός  ονόμασε «Καλλικάντζαρους» θεωρώντας τους σαν τα τρωκτικά που ροκάνιζαν τον πλούτο της κοινωνίας και οι  «Καρμανιόλοι», δηλαδή οι οπαδοί της Γαλλικής Επανάστασης.

Εκεί εξελίχθηκε σε ηγετική φυσιογνωμία της καρμανιόλικης φατρίας σε μία εποχή, κατά την οποία  είχε ξεσπάσει ένας μεγάλος αγώνας  για την κατάληψη της τοπικής εξουσίας. Καταδιώχθηκε από τους αντιπάλους του  και εξορίστηκε, με σουλτανικό φιρμάνι, για δύο χρόνια(1809-1810) στο Άγιο Όρος.

Τον 1811 επέστρεψε στην  Σάμο και παντρεύτηκε  την Πουλουδίτσα Γεωργιάδη από τη μεγάλη  οικογένεια προυχόντων του Μαραθοκάμπου. Εκμεταλλευόμενος τα συγγενικά δίκτυα, διορίστηκε  προεστός δυτικής Σάμου και το 1812 πρόεδρος του σώματος των προεστών.

Με την Πουλουδίτσα απέκτησαν  εννέα παιδιά εκ των οποίων τα πέντε πέθαναν νωρίς, τη Μαρουδιώ, τη Διαμαντούλα, τον Ιπποκράτη, τον Αλέξανδρο, την Κλεοπάτρα, τη Μαρία, τον Αλέξανδρο, την Αγγελική και τον Ιωάννη. Αυτά που επέζησαν  ήταν η Διαμαντούλα, ο Ιπποκράτης, η Κλεοπάτρα και ο Αλέξανδρος, μετέπειτα καθηγητής στη θεολογική σχολή  στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1861-1866) και αρχιεπίσκοπος Σύρου και Κυκλάδων (1866-1875).

Στις αρχές του 1813 η φατρία των Καρμονιόλων χάνει την εξουσία από τους Καλικαντζάρους, και ο Λογοθέτης  αντιμετώπισε ξανά θανάσιμο κίνδυνο.

Έφυγε από την Σάμο και μετά δυο χρόνια, το 1815, αφού πέρασε από Μύκονο, Τήνο, Κέρκυρα, Κωνσταντινούπολη, Νέα Έφεσο, εγκαταστάθηκε στην Σμύρνη όπου ασκούσε το επάγγελμα του γιατρού και φαρμακοέμπορου.

Τον Ιούνιο του  1819 μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία από τον Θεσσαλό Αριστείδη Παππά και πήρε το όνομα Λυκούργος, από τον αρχαίο σπαρτιάτη νομοθέτη, και ορίστηκε από τον απόστολο Δημήτρη Θέμελη «Τοποτηρητής της Αυτού Εκλαμπρότητος», του Αλέξανδρου Υψηλάντη.  Εν τω μεταξύ άρχισαν οι επαναστατικές κινήσεις στο νησί με επικεφαλής τον Κωνσταντή Λαχανά και οι αντιμαχόμενοι κοτσαμπάσηδες που ήταν αντίθετοι με αυτές  ζήτησαν βοήθεια  από τον τοπάρχη της Ασίας Ελέζογλου και τον πασά της Ρόδου ενώ συγκρότησαν  σώμα 100 μισθοφόρων για να φυλάξει τον μουσελίμη (αρμοστή) Αχμέτ Σελαχόρ, από τους επαναστάτες.

Δεν πρόλαβαν όμως διότι στις 24 Απριλίου του 1821  ο Λογοθέτης αποβιβάστηκε στην Σάμο, όπου ανέπτυξε έντονη επαναστατική δραστηριότητα, μυώντας πολλούς Σαμίους στην Φιλική Εταιρεία και στις 8  Μαίου κήρυξε επίσημα  την Επανάσταση στο Καρλόβασι, και στις 12 Μαίου στο Βαθύ.

Αργότερα ίδρυσε  τον Στρατοπολιτικό Διοργανισμό του νησιού, που αποτελούσε θεσμική πλαισίωση της ιδεολογίας των Καρμανιόλων και ο ίδιος ανακηρύχθηκε Γενικός Διοικητής και Στρατηγός, στρατιωτικός ηγέτης της σαμιακής επανάστασης, οργανώνοντας το νησί σε  διοικητικό και στρατιωτικό επίπεδο.

Το 1821 συνέτριψε  τους Τούρκους του Καρά Αλή  στον Κάβο Τζωρτζή που μετονομάστηκε σε Κάβο Φονιάς, και άλλες δύο φορές το 1824 και 1826  απέκρουσε επιθετικές ενέργειες του Χοσρέφ πασά.  Κατόπιν συνεννόηση με τον Χιώτη Αντώνη Μπουρνιά και χωρίς την επίσημη εντολή της Κεντρικής Επαναστατικής Διοίκησης μετέφερε την επανάσταση στην Χίο με οικτρά αποτελέσματα και την ολοσχερή καταστροφή του νησιού.

Η ανυπακοή του αυτή τον έφερε σε δυσμενή θέση απέναντι στην Κεντρική Επαναστατική Διοίκηση, αλλά γρήγορα οι σχέσεις τους αποκαταστάθηκαν το 1826  μετά την τρίτη  απόκρουση των Οθωμανών από τους Σαμίους.

Όταν ήρθε ο Καποδίστριας το 1828 καταργήθηκε ο Στρατιωτικός Πολιτικός Οργανισμός και η Σάμος εντάχθηκε στο Καποδιστριακό Διοικητικό Οργανόγραμμα, σαν έδρα του Τμήματος Ανατολικών Σποράδων με Έκτακτο Επίτροπο τον Ιωάννη Κωλέττη.

Ο Λογοθέτης απομακρύνθηκε σκόπιμα από το νησί και στις 16 Μαρτίου του 1829 διορίστηκε μέλος στο Πανελλήνιον  και στην συνέχεια, Έκτακτος Επίτροπος Λακωνίας και Κάτω Μεσσηνίας στις 14 Αυγούστου 1829-28 Μαρτίου 1830, αλλά παραιτήθηκε όταν κοινοποιήθηκε στην Ελληνική Κυβέρνηση το Πρωτόκολλο Ανεξαρτησίας με το οποίο η Σάμος ετίθετο εκτός Ελληνικών συνόρων.

 Πήγε  στο Ναύπλιο και κατόπιν συνεννόησης με τον Καποδίστρια υλοποίησε  «σχέδιο» μετάβασης της Σάμου σε καθεστώς τοπικού Διευθυντηρίου που προέβλεπε ταυτόχρονη αποχώρηση του Κωλέττη.

Επιστρέφοντας  στη Σάμο, η Γενική Συνέλευση του νησιού τον αναγόρευσε Διευθυντή των Διοικητικών Πραγμάτων της Σάμου και από τότε  ξεκίνησε  η τετραετής (1830-1834) περίοδος της Ελληνικής Πολιτείας της Σάμου, κατά την οποία  εγκαθιδρύθηκε ένα Διευθυντήριο (αποτελούμενο από τον Διευθυντή, την εκάστοτε Επαρχιακή Δημογεροντία και τη Γενική Συνέλευση ως δημοκρατική έκφραση του τοπικού πολιτεύματος), σαν  συνέχεια του καταργημένου Στρατιωτικού-πολιτικού Οργανισμού, και διαχειρίζονταν  το μέλλον της πολιτικής ύπαρξης του νησιού.

Μετά την  επέμβαση των Οθωμανικών στρατευμάτων στην Σάμο, ο Λογοθέτης  εγκατέλειψε το νησί και στις 22 Αυγούστου  1834  επεβλήθη  στο νησί το ηγεμονικό καθεστώς και η Σάμος έγινε αυτόνομη αυτόνομη Ηγεμονία, φόρου υποτελής στον σουλτάνο, με διορισμένο χριστιανό πρίγκιπα-ηγεμόνα.

Ο Λυκούργος Λογοθέτης, μαζί με άλλους Καρμανιόλους, κρίθηκε  «απόβλητος και απαράδεκτος εις την Πατρίδα» από την πρώτη Γενική Συνέλευση του νέου καθεστώτος.

Μετά από παραμονή δύο χρόνων στην Τήνο, ο Λογοθέτης εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου τιμήθηκε από το Ελληνικό Βασίλειο για την προσφορά του στον Απελευθερωτικό Αγώνα. Το 1836 πήρε τον βαθμό του συνταγματάρχη στην Βασιλική Φάλαγγα και τον άλλο χρόνο διορίστηκε Σύμβουλος της Επικρατείας.

Στις 15 Νοεμβρίου του 1843 ορκίστηκε μαζί με τον Σταμάτη Γεωργιάδη πληρεξούσιος Σάμου στην Εθνοσυνέλευση του 1843-1844 και στις 27 Νοεμβρίου υπήρξε  υποψήφιος στην αναθεωρητική ψηφοφορία της ΙΔ΄ συνεδρίασης για την ανάδειξη της επιτροπής σύνταξης Συντάγματος. Στις 16 Ιουνίου 1844 διορίστηκε  γερουσιαστής και το 1847 προβιβάστηκε υποστράτηγος της Βασιλικής Φάλαγγας. Πέθανε «εξ αποστεώσεως των βαλβίδων της καρδίας» στις 22 Μαΐου 1850.

 

 

 ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

O Γεώργιος Ανδρούτσος  γεννήθηκε στις Σπέτσες το 1782 και ήταν γνωστός  με το παρατσούκλι Καλανδρούτσος. Ήταν ιδιοκτήτης  του βρικιού «Παγκρατίων», που ναυπήγησε στις Σπέτσες το 1813, και  ασχολήθηκε  με το ναυτεμπόριο.

Μετά την κήρυξη της Επανάστασης στις Σπέτσες, στις 3 Απριλίου του 1821, έγινε μέλος  της Επιτροπής που διοικούσε στο νησί και συντόνιζε τις πολεμικές επιχειρήσεις, στις οποίες συμμετείχε πάντα με τον Παγκρατίωνα.

Το 1822 ήταν επικεφαλής  του ναυτικού στόλου των Σπετσών  και τα δύο επόμενα έτη εκλέχθηκε ναύαρχος.

Ο σπετσιώτικος στόλος υπό τις εντολές του συνέβαλλε  σε νικηφόρες ναυμαχίες του Αγώνα, όπως αυτή στο στενό Κω - Αλικαρνασσού (24 Αυγούστου 1824), στη ναυμαχία του Γέροντα (29 Αυγούστου 1824), στη ναυμαχία στο Ηράκλειο της Κρήτης (1 Νοεμβρίου - 2 Νοεμβρίου 1824), στη ναυμαχία του Καφηρέα (20 Μαΐου 1825), στη ναυμαχία της Σούδας (2 Ιουνίου 1825), στη ναυμαχία του Πατραϊκού (23 Ιουλίου 1825), στις προσπάθειες ανεφοδιασμού των αποκλεισμένων στο Μεσολόγγι (30 Μαρτίου έως 8 Απριλίου 1826).

Διορίστηκε από την κυβέρνηση στόλαρχος, και το 1827 κατέπλευσε με τον Παγκρατίωνα στην Χίο   ως «Μοίραρ­χος του κατά την Χίον στολίσκου» με σκοπό να ενισχύσει τις δυνάμεις του Φαβιέρου και τον αποκλεισμό του νησιού, με απώτερο σκοπό  την απε­λευθέρωσή του και την ενσωμάτωσή του στο νεοσύστατο κράτος. Η επιχείρηση  όμως αυτή απέτυχε διότι το πλήρωμά του ζητούσε περισσότερες αμοιβές και άρχισε να επιδίδεται σε πειρατικές καταδρομές.

Επί Καποδίστρια  του απονεμήθηκε ο βαθμός του αντιναυάρχου ενώ με διάταγμα της 5ης Οκτωβρίου 1829 συγκροτήθηκε η Τριμελής Επιτροπή διεύθυνσης της Ναυτικής Υπηρεσίας, στην οποία εκτός των Σαχτούρη και Κανάρη μετείχε και ο Ανδρούτσος.

Το 1831 στην ύστατη προσπάθεια του Καποδίστρια να αμβλύνει τις αντιθέσεις του με τους ναυτικούς ο Ανδρού­τσος ορίστηκε  μέλος της επιτροπής του νεοσύστατου Ταξιαρχικού Σώματος για την υπηρεσία των Ναυτικών, με σκοπό την ικανοποίηση των αιτημάτων τους, ενώ τον Ιούνιο του ίδιου έτους, κατά τη διάρκεια των θλιβερών συμβάντων στον Πόρο, ο Γ. Ανδρού­τσος στάθηκε στο πλευρό του Καποδίστρια και τον υπερασπίστηκε, όπως άλλωστε  και η πλειονότητα των Σπετσιωτών συμπατριωτών του, απέναντι στους Υδραίους και άλλους στασιαστές.

Με την έλευση του Όθωνα,  ο Ανδρούτσος, παρ' ότι ορί­στηκε μέλος της «Επί των ναυτικών εκδουλεύσεων Εξεταστικής Επιτροπής», τέθηκε σε  διαθεσιμότητα, αλλά αργότερα ο βασιλιάς Όθωνας, επανεκτιμώντας τα τις υπηρεσίες του, τον Ιανουάριο του 1841 τον προήγαγε στο βαθμό του υποναυάρχου του εθνικού στόλου.

Ήδη όμως βρίσκονταν σε προχωρημένη ηλικία και αποσύρθηκε στις Σπέτσες, όπου πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Πέθανε στις Σπέτσες στις 20 Νοεμβρίου του 1849 σε ηλικία 67 ετών.


ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής