breaking news Νέο

ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης

ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΝΗΜΗΣ 1821-2021 - Γράφει ο Γ. Κοτζαερίδης

Πέρασαν 200 χρόνια από τότε που οι πρόγονοί μας επαναστάτησαν ενάντια στους κατακτητές Τούρκους, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα να ζούμε και να κυκλοφορούμε σήμερα ελεύθεροι.

Η στήλη αυτή είναι ένας φόρος τιμής  σε όλους αυτούς τους Ήρωες που πρωτοστάτησαν στον Αγώνα, για να τους θυμόμαστε και να τους έχουμε πάντοτε ζωντανούς στη μνήμη μας.

 

ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

Ο Ιωάννης Καποδίστριας γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 10 Φεβρουαρίου του 1774, και ήταν το έκτο παιδί του δικηγόρου  Αντωνίου Καποδίστρια και της Αδαμαντίας Γονέμη, κόρης αριστοκρατικής οικογένειας με καταγωγή από την Κύπρο. Ο πατέρας του  κατάγονταν από οικογένεια ευγενών, καθώς ένας από τους προγόνους του είχε λάβει τον τίτλο του κόμη, από τον Δούκα της Σαβοίας Κάρολο Εμμανουήλ τον Β΄.

Φοίτησε στο μοναστήρι της Αγίας Ιουστίνης της Γαρίτσας, όπου έμαθε ΛατινικάΙταλικά και Γαλλικά και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Βενετία. Την περίοδο 1795–1797 σπούδασε Ιατρική στο πανεπιστήμιο  της Πάντοβας και το 1797 εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα όπου ασκούσε το επάγγελμα του χειρούργου ιατρού.

Στις 12 Απριλίου 1799  όταν οι Ρώσοι και οι Οθωμανοί κατέλαβαν τα Επτάνησα διορίστηκε, από τον ναύαρχο Καντίρ, διευθυντής του οθωμανικού νοσοκομείου.

Η πρώτη του ανάμειξη με την πολιτική της Ιονίου Πολιτείας, έγινε τον Απρίλιο του 1801, όταν  κλήθηκε να αντικαταστήσει τον πατέρα του  στην αποστολή που είχε αναλάβει μαζί με τον Νικόλαο Σιγούρο για την αποκατάσταση της τάξης στην Κεφαλονιά, φέροντας εις πέρας την αποστολή του.

Συμμετείχε στην ίδρυση του Εθνικού Ιατρικού Συλλόγου, του οποίου διετέλεσε γραμματέας, και μετά ένα ταξίδι στην Κεφαλονιά για να αποκαταστήσει ξανά την ομαλότητα, μετά την αυτονόμηση των Επτανήσων το 1801, διορίστηκε σε ηλικία 25 ετών ένας από τους δύο διοικητές της Ιονίου Πολιτείας.

Σαν διοικητής απέτρεψε την εξέγερση της Κεφαλονιάς, και πήρε πρωτοβουλίες  για την αναθεώρηση του Επτανησιακού Συντάγματος που είχαν επιβάλλει Ρώσοι και Τούρκοι με τον τίτλο «Βυζαντινό Σύνταγμα».

Θεωρείται δική του επιτυχία η ψήφιση  του φιλελεύθερου και δημοκρατικού συντάγματος του 1803, γεγονός που θορύβησε  τις Μεγάλες Δυνάμεις, που έστειλαν τον Γεώργιο Μοτσενίγο να τον επιπλήξει. Ο Καποδίστριας διορίστηκε ομόφωνα από την Γερουσία της Ιονίου Πολιτείας, σαν Γραμματέας της Επικράτειας και κατά την διάρκεια της θητείας του αναδιοργάνωσε την δημόσια διοίκηση και έδωσε έμφαση στην εκπαίδευση.

Τον Μάρτιο του 1807 πήγε στην Λευκάδα, αναδιοργάνωσε την άμυνα του νησιού αποτρέποντας την κατάληψή της από τον Αλή πασά και συγχρόνως συνάντησε τον Κολοκοτρώνη, τον Νικηταρά, τον Μπότσαρη και άλλους οπλαρχηγούς.

Τον Ιανουάριο του 1809, κατόπιν πρόσκλησης του τσάρου, εισήλθε στην διπλωματική υπηρεσία της Ρωσίας και το 1813 διορίστηκε εκπρόσωπος της Ρωσίας στην Ελβετία, με πρώτη αποστολή του να  την απαλλάξει  από την επιρροή του Ναπολέοντα.

Βοήθησε πολύ στην ενότητα και ανεξαρτησία της Ελβετίας και συνεισέφερε τα μέγιστα στο ελβετικό σύνταγμα που προέβλεπε 19 αυτόνομα καντόνια σαν συστατικά μέλη της ελβετικής ομοσπονδίας.

Συμμετείχε στο Συνέδριο της Βιέννης που έθεσε τις βάσεις για την Ιερά Συμμαχία, σαν μέλος της ρωσικής αντιπροσωπείας και αποτέλεσε τον κύριο αντίπαλο του αυστριακού Μέτερνιχ. Μετά  τις διπλωματικές του επιτυχίες ο Τσάρος τον διόρισε Υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας από το 1816-1822.

Ο Καποδίστριας δεν ξέχασε την γενέτειρά του, τα Επτάνησα, που είχαν περάσει πλέον στην Βρετανική κατοχή και το 1819 πήγε στο Λονδίνο και προσπάθησε, ματαίως, να πείσει την κυβέρνηση να ακολουθήσει μια λιγότερο αυταρχική πολιτική σε αυτά.

Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης διαφώνησε με τον Τσάρο Αλέξανδρο που καταδίκαζε τις επαναστατικές κινήσεις στην Ευρώπη,  παραμένοντας πιστός στις αποφάσεις της Ιερά Συμμαχίας, εγκατέλειψε το αξίωμά του  και το 1822 εγκαταστάθηκε στην Γενεύη της Ελβετίας, όπου τον εκτιμούσαν για την προσφορά του στην δημιουργία της Ελβετικής Ομοσπονδίας, έχοντας και τον τίτλο του επίτιμου πολίτη.

Παρέμεινε εκεί μέχρι το 1827, παρακολουθώντας τα τεκταινόμενα της Ελληνικής Επανάστασης.

Στις 30 Μαρτίου του 1827 η Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας τον επέλεξε κυβερνήτη του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, σε μία πολύ δύσκολη εποχή. Έφτασε στο Ναύπλιο στις 7 Ιανουαρίου του 1828 και έγινε δεκτός με ζητωκραυγές και ενθουσιασμό από όλους τους Έλληνες. Δύο μέρες μετά πήγε στην Αίγινα την οποία θεώρησε  πιο κατάλληλη σαν προσωρινή έδρα της κυβέρνησης.

Η κατάσταση στην Ελλάδα ήταν αποκαρδιωτική και οι αντιπαλότητες και συγκρούσεις μεταξύ των φατριών δεν είχαν τελειωμό, και η οικονομία της χώρας είχε καταστραφεί.

Ο Καποδίστριας ακολούθησε την πολιτική της απολυταρχίας διότι πίστευε ότι τα Συντάγματα και ο Κοινοβουλευτισμός  δεν μπορούσαν να σταθούν στο νεοσύστατο και άναρχο Ελληνικό κράτος.

Στις 18 Ιανουαρίου του  1828 πέτυχε ψήφισμα της Βουλής, για αναστολή  του Συντάγματος και έτσι κατέστη  η μόνη πηγή εξουσίας μαζί με το Πανελλήνιο, ένα συμβουλευτικό σώμα που το αποτελούσαν 27 μέλη, ενώ παρέπεμπε στην σύγκληση μιας νέας Εθνοσυνέλευσης στο απώτερο μέλλον για την ψήφιση ενός νέου Συντάγματος.

Σαν πρώτο του  μέλημα  ήταν η δημιουργία ενός κράτους, που θα μπορούσε να σταθεί στα πόδια του, ιδρύοντας την Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα, με την βοήθεια του φίλου του Ελβετού τραπεζίτη Ευνάρδου, άσχετα αν ευδοκίμησε για πολύ λίγο καιρό.  Ρύθμισε το νομισματικό σύστημα, επειδή στην Ελλάδα κυκλοφορούσαν τουρκικά και ξένα νομίσματα και στις 28 Ιουλίου του 1828 καθιέρωσε σαν εθνικό νόμισμα τον Φοίνικα και ίδρυσε  το Εθνικό Νομισματοκοπείο.

Στις 24 Σεπτεμβρίου του 1828 ίδρυσε την πρώτη ταχυδρομική υπηρεσία. Ενδιαφέρθηκε για την δημιουργία δικαστηρίων και την στελέχωσή τους με κατάλληλο προσωπικό, οργάνωσε την διοίκηση του κράτους και ίδρυσε Στατιστική Υπηρεσία η οποία διενήργησε την πρώτη απογραφή.

Αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις κάτω από μια ενιαία διοίκηση, καταπολεμώντας το κατεστημένο των οπλαρχηγών και των φατριών επιτυγχάνοντας με αυτό να εμποδίσει την προέλαση των Τούρκων, γεγονός που φάνηκε στην τελευταία  μάχη της Πέτρας.

Αντιμετώπισε με επιτυχία την πειρατεία, αναθέτοντας στον Ανδρέα Μιαούλη την καταστολή της, εφάρμοσε την καραντίνα των κοινοτήτων που πλήττονταν από διάφορες επιδημίες και κατέβαλε πολλές προσπάθειες να αναδιοργανώσει το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας ιδρύοντας πολλά σχολεία, και το Ορφανοτροφείο της Αίγινας.

Ενδιαφέρθηκε για την γεωργία και πρώτος εισήγαγε την καλλιέργεια πατάτας με έναν περίεργο τρόπο. Απόθεσε ένα φορτίο πατάτες στο λιμάνι του Ναυπλίου και προέτρεψε τους κατοίκους της πρωτεύουσας, να πάρουν όσες θέλουν, αυτοί όμως αδιαφόρησαν.

Στην συνέχεια τοποθέτησε φρουρούς κοντά στο φορτίο, γεγονός που παραξένεψε τους κατοίκους, οι οποίοι άρχισαν σιγά-σιγά  να πλησιάζουν και να κλέβουν τις πατάτες. Έτσι καθιερώθηκε η καλλιέργεια πατάτας σε όλη της Ελλάδα.

 Πέρα από τα οικονομικά, κοινωνικά και διπλωματικά προβλήματα που είχε ο Καποδίστριας, είχε να αντιμετωπίσει τους Γάλλους και τους Άγγλους  που θεωρούσαν ότι τα γεωστρατηγικά συμφέροντά τους θίγονταν στην Ανατολική Μεσόγειο με την ίδρυση ενός νέου δυναμικού ναυτικού κράτους υπό την επιρροή μάλιστα της Ρωσίας.

Προσπάθησε να θέσει ένα τέλος στον εμφύλιο πόλεμο και στις έριδες μεταξύ των οπλαρχηγών, αλλά οι ενέργειες αυτές προκάλεσαν την δυσαρέσκεια των οπλαρχηγών, των προκρίτων και των ναυτικών.

Η δυσαρέσκεια αυτή μεγάλωσε, με την αδυναμία πραγματοποίησης πολλών αιτημάτων, με την καθυστέρηση των εκλογών, και ο Καποδίστριας κατηγορήθηκε ότι παρέβλεψε τον παραδοσιακό τρόπο ζωής, φέρνοντας άλλους θεσμούς από το εξωτερικό. Κέντρο του αντικαποδιστριακού αγώνα έγινε η Ύδρα, έδρα των πλοιοκτητών και πιο συγκεκριμένα της οικογένειας Κουντουριώτη  που είχε με το μέρος της τους αγωνιστές ΜιαούληΣαχτούρηΤομπάζη, Κριεζήδες.

Βασικός λόγος για την αντίδραση των Υδραίων πλοιοκτητών ήταν η απαίτηση τους για την καταβολή αποζημιώσεων για τις μεγάλες ζημιές και απώλειες των πλοίων τους κατά τη διάρκεια της Επανάστασης.

Ο  Καποδίστριας αναγνώρισε το δίκαιο αίτημα τους και  υποσχέθηκε ότι μόλις θα βελτιώνονταν τα οικονομικά της χώρας, θα αποζημιώνονταν, αλλά οι Υδραίοι,  απαιτούσαν την άμεση καταβολή αυτών των αποζημιώσεων, πράγμα που ήταν αδύνατον λόγω της οικτρής οικονομικής κατάστασης του κράτους.

Στην Ύδρα, επιπλέον, κατέφυγαν ο ηγέτης του Αγγλικού κόμματος, Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, και οι Σπυρίδων Τρικούπης, Αναστάσιος Πολυζωίδης και Αλέξανδρος Σούτσος, έχοντας την ηθική συμπαράσταση του φιλογάλλου Κοραή.

 Όργανο της αντιπολιτευτικής αυτής ομάδας ήταν η εφημερίδα Απόλλων του Πολυζωίδη, έχοντας σαν συμπαραστάτες  την Γαλλία και την Αγγλία που θεωρούσαν τον Καποδίστρια  σαν φίλο των Ρώσων.

 Δημιουργήθηκε λοιπόν  ισχυρή αντιπολίτευση  που επεδίωκαν την ανατροπή του.

 Το 1829 οι πρόκριτοι του νησιού ζήτησαν από τον Μιαούλη να καταλάβει τον ναύσταθμο του Πόρου, πριν ο διοικητής του Κανάρης κινηθεί εναντίον τους. Ο Καποδίστριας διέταξε τον ναύαρχο Ρίκορντ να επιτεθεί κατά του Μιαούλη και των στασιαστών,  και τότε ο Μιαούλης κινδυνεύοντας να συλληφθεί ανατίναξε τα δύο πιο αξιόλογα  πλοία του ελληνικού στόλου, την φρεγάτα Ελλάς και την κορβέτα Ύδρα και διέφυγε στην Ύδρα.

Από την άλλη πλευρά ξεσηκώθηκαν οι Μανιάτες, οι οποίοι αρνούνταν να πληρώσουν φόρους  στο κράτος. Ο Καποδίστριας αντιμετωπίζοντας όλα αυτά τα προβλήματα, έγινε ευερέθιστος και δύσπιστος σε όλους. Συνέλαβε και έκλεισε στην φυλακή το γέρο Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, ενώ κρατούσε έγκλειστους στο Ναύπλιο τον αδελφό του Κωνσταντίνο και τον γιο του Γεώργιο, γεγονός που φούντωσε το μίσος των Μαυρομιχαλαίων εναντίον του.

Στις 5.35 το πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου του 1831 πήγε στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα για να εκκλησιαστεί, συνοδεία του μονόχειρα σωματοφύλακά του Κοκκώνη, και δέχθηκε δολοφονική επίθεση από τον Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη, με αποτέλεσμα να πέσει νεκρός.

 Ο τραγικός θάνατος του Καποδίστρια βύθισε σε θλίψη τον γεωργικό πληθυσμό, ενώ αντίθετα στην Ύδρα δέχτηκαν την είδηση με πανηγυρισμούς.

Αναφέρεται ότι καταλυτικό ρόλο στη δολοφονία του διαδραμάτισαν οι ξένες δυνάμεις και είναι χαρακτηριστικό ότι,  ο φάκελος για τη δολοφονία του Καποδίστρια στα αρχεία του βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών παρέμενε, τουλάχιστον έως το Σεπτέμβριο του 2014, ακόμη απόρρητος.

Στον σχεδιασμό της συνωμοσίας φαίνεται πως πρωτοστάτησε ο Γάλλος στρατηγός Gerard, διοικητής τότε του τακτικού στρατού που επιχείρησε να οργανώσει ο ίδιος ο Καποδίστριας. Δύο  μήνες πριν από τη δολοφονία, οι αξιωματικοί του γαλλικού εκστρατευτικού σώματος στην Πελοπόννησο, στις μεταξύ τους συζητήσεις, δεν αμφέβαλλαν καθόλου ότι πλησίαζε η ημέρα της δολοφονίας, ή απλώς της ανατροπής του Κυβερνήτη.

Κατά τον Γιάννη Κορδάτο, η οικονομική κρίση, και η απόρριψη των αγγλικών και γαλλικών οικονομικών προτάσεων εκ μέρους του, οδήγησαν τις δύο  «προστάτιδες δυνάμεις» να οργανώσουν τη δολοφονία του ρωσόφιλου Καποδίστρια, χρησιμοποιώντας τους Υδραίους και τους Μανιάτες.

 Από τους δολοφόνους, ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης λίγο πριν πεθάνει από την πιστολιά του φρουρού του Καποδίστρια, ζητώντας έλεος είπε στους αστυνομικούς: «Δεν φταίω εγώ, στρατιώται άλλοι με έβαλαν». Ο σύγχρονος με τα γεγονότα, ιστορικός και αγωνιστής Νικόλαος Κασομούλης, αναφέρει ότι ο έτερος εκτελεστής του Κυβερνήτη, Γεώργιος Μαυρομιχάλης, κατέφυγε στο σπίτι του πρέσβη της Γαλλίας βαρώνου Ρουάν, δηλώνοντάς του: «Σκοτώσαμε τον τύραννο. Μπιστευόμαστε την τιμή της Γαλλίας. Να τα άρματά μας». Ο Ρουάν ζητούσε ένταλμα για να τον παραδώσει, αλλά κατόπιν απαίτησης του πλήθους που απείλησε να κάψει την πρεσβεία,  τον παρέδωσε στις αρχές.

Πέρασε από στρατοδικείο, καταδικάστηκε σε θάνατο και θανατώθηκε δια τυφεκισμού το πρωί της 10ης Οκτωβρίου του 1831.

Αξιοσημείωτη  ήταν και  η στάση του πρέσβη της Αγγλίας, που αμέσως μετά την δολοφονία του Καποδίστρια, ζήτησε να ληφθούν αυστηρά μέτρα κατά του εξεγερμένου λαού, με  χρήση όπλων, απειλώντας την τριμελή προσωρινή Διοικητική επιτροπή (που απαρτιζόταν από τους Αυγουστίνο ΚαποδίστριαΘεόδωρο Κολοκοτρώνη και Ιωάννη Κωλέττη) ακόμη και με αποχώρηση και διακοπή των διπλωματικών σχέσεων.

 Αρκετά αργότερα, το 1840, ο ίδιος ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, ακούγοντας κάποιον να κατηγορεί τον Καποδίστρια, φέρεται να είπε….: «Δεν μετράς καλά φιλόσοφε … Ανάθεμα στους Αγγλογάλλους που ήσαν η αιτία κι εγώ έχασα τους δικούς μου, και το Έθνος έναν άνθρωπο που δε θα τονε ματαβρεί, και το αίμα του με παιδεύει ως τώρα.

Για λίγο καιρό την θέση του κυβερνήτη, πήρε ο αδελφός του Αυγουστίνος, σαν πρόεδρος της  Διοικητικής Επιτροπής  που είχε διοριστεί από την Γερουσία  αλλά παραιτήθηκε στις 28 Μαρτίου του 1832.

μπροστά στο χάος που επικρατούσε και στον φόβο της επικράτησης ενός φιλελεύθερου κόμματος, οι Προστάτιδες Δυνάμεις βρήκαν ευκαιρία και εγκαθίδρυσαν την βασιλεία, φέρνοντας τον Όθωνα.

Για τη δολοφονία του Καποδίστρια, ο Ελβετός φιλέλληνας, φίλος του Καποδίστρια και ευεργέτης της επανάστασης, Ι.Γ. Εϋνάρδος είπε: «Όστις δολοφόνησε τον Καποδίστρια, δολοφόνησε την πατρίδα του. Ο θάνατός του είναι συμφορά για την Ελλάδα και δυστύχημα ευρωπαϊκόν».

Η σωρός του μεταφέρθηκε από τον αδελφό του  στην Κέρκυρα, όπου ενταφιάστηκε στην Μονή Πλατυτέρας.

Η Ελληνική Πολιτεία τίμησε τον Καποδίστρια δίνοντας το όνομά του σε δημόσιους χώρους και ιδρύματα, όπως το Πανεπιστήμιο Αθηνών.


Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής