breaking news Νέο

Δημήτρης Βερβεσός: Ποιος θα μας φυλάξει απ’ τους φύλακες;—Quis custodiet ipsos custodes?

  • Δημήτρης Βερβεσός: Ποιος θα μας φυλάξει απ’ τους φύλακες;—Quis custodiet ipsos custodes?
  • Δημήτρης Βερβεσός: Ποιος θα μας φυλάξει απ’ τους φύλακες;—Quis custodiet ipsos custodes?

Οι καταιγιστικές αποκαλύψεις για τις συστηματικές, όπως προκύπτει, παρακολουθήσεις από την ΕΥΠ καταδεικνύουν ότι το υφιστάμενο σύστημα προστασίας του απορρήτου είναι διάτρητο και ανεπαρκές. Ο κατά το Σύνταγμα «απόλυτα απαραβίαστος» χαρακτήρας των επικοινωνιών, ως πυρήνας της ελευθερίας του ατόμου και εκ των ων ουκ άνευ της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητος, κατέληξε «πουκάμισο αδειανό».

Ισχνή κανονιστική προστασία, έλλειψη θεσμικών αντιβάρων, διοικητική αβελτηρία και πολιτική υστεροβουλία ναρκοθετούν το δικαιοκρατικό κεκτημένο και εκθέτουν όχι μόνον την καθεμιά και τον καθένα από εμάς, αλλά και την ίδια τη Δημοκρατία, σε κίνδυνο. Διότι, αντίθετα, με μια ευρέως διαδεδομένη, αλλά άκρως επικίνδυνη προσέγγιση, το φερώνυμο «σκάνδαλο των υποκλοπών»  δεν αφορά μόνον «λίγους». Κατ’ αρχάς οι 15.000 συμπολίτες μας, που παρακολουθούνται δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητος αριθμός. Έπειτα το ζήτημα δεν είναι ποσοτικό, είναι ποιοτικό. Τη νοοτροπία της υποβάθμισης της καταπάτησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων, με το επιχείρημα ότι αφορά «μόνο λίγους», την έχουμε ζήσει σε σκοτεινές εποχές για τον τόπο. Για να μην διολισθήσουμε σε έναν ιδιότυπο συνταγματικό μιθριδατισμό, που φαλκιδεύει τις ελευθερίες μας οφείλουμε να είμαστε σε εγρήγορση. Το ζήτημα αφορά την ψυχή της Δημοκρατίας και γι’ αυτό πρέπει να εξαντληθούν τα νομικά μέσα που παρέχει η έννομη τάξη:

– Κατ’ αρχάς, ο ιδρυτικός νόμος της ΑΔΑΕ προβλέπει ότι η Α.Δ.Α.Ε. υπεισέρχεται στον έλεγχο της τήρησης «των όρων και της διαδικασίας άρσης του απορρήτου» (ν. 3115/2003). Τι σημαίνει αυτό; Ότι η ΑΔΑΕ, χωρίς ασφαλώς να κάνει έλεγχο σκοπιμότητας των αποφάσεων άρσης του απορρήτου, δικαιούται και υποχρεούται να ελέγχει, πέραν της διαδικασίας και τους «όρους», δηλ. τη νομιμότητα της παρακολούθησης. Φρονώ, λοιπόν, ότι παρόλο που η συμβολή της Αρχής στις μέχρι τώρα αποκαλύψεις ήταν ουσιώδης, δεν έχει εξαντλήσει τα όρια ελεγκτικής παρέμβασης που της παρέχει ο νόμος και οφείλει να το πράξει χωρίς χρονοτριβή. 

– Δεύτερον, η εισαγγελική διάταξη που εκδίδεται για την άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας δεν συνιστά δικαστική απόφαση. Συνεπώς, ο εισαγγελικός λειτουργός υπόκειται στον (πειθαρχικό) έλεγχο της προϊσταμένης εισαγγελικής αρχής. Είναι λοιπόν απορίας άξιο γιατί ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου περιορίζει μέχρι σήμερα την έρευνά στα ελάσσονα ζητήματα της διαρροής πληροφοριών από την ΕΥΠ, αντί να εξετάσει το μείζον ζήτημα της νομιμότητας των επίμαχων «επισυνδέσεων». Τοσούτω μάλλον, καθόσον η εισαγγελική λειτουργός που έλαβε την επίμαχη απόφαση διατείνεται ότι προέβη σε έλεγχο ουσίας, δηλ. ότι κατά την κρίση της ο ελεγχθείς πράγματι συνιστούσε απειλή για την εθνική ασφάλεια.

– Τρίτον, ουδείς κείται πέραν και πάνω των ποινικών νόμων. Εν προκειμένω, ενώ έχουν υποβληθεί ήδη μηνυτήριες αναφορές, για καμία εξ αυτών δεν φαίνεται να έχει προχωρήσει επαρκώς η ποινική διαδικασία. Αντιθέτως, όσο περνάει ο χρόνος συνεπεία «τεχνικών λαθών» -η αιτία και η ενδεχόμενη σκοπιμότητα των οποίων χρήζουν επίσης ποινικής διερεύνησης- «εξαφανίζονται» κρίσιμα στοιχεία, όπως το περιεχόμενο των καταγραφεισών συνομιλιών, προ της παρέλευσης του νομίμου χρόνου διατήρησής τους. Είναι αυτονόητο ότι η συγκέντρωση του αποδεικτικού υλικού, που θα αποτελούσε ισχυρή ένδειξη τήρησης ή μη της νομιμότητας, αποτελεί καθήκον των εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών, που έχουν επιληφθεί των υποβληθεισών μηνύσεων.

Όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με απειλές κατά της Δημοκρατίας οι λειτουργοί της ποινικής δικαιοσύνης, οφείλουν να ενεργούν κατ’ απόλυτη προτεραιότητα. Η αδικαιολόγητη καθυστέρηση δεν απέχει πολύ από τη συγκάλυψη και η συγκάλυψη δεν απέχει πολύ από τη συνενοχή.    

– Τέταρτον, ο πολιτικός έλεγχος της Βουλής, μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας και της Εξεταστικής Επιτροπής, δεν μπορεί να απονευρώνεται με την επίκληση του απορρήτου από τους ελεγχόμενους. Ακόμη και αν δεχθούμε ότι, με βάση το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, για να ξεπεραστεί το απόρρητο πρέπει να δώσει σχετική έγκριση ο πολιτικός προϊστάμενος της ΕΥΠ, δηλαδή ο Πρωθυπουργός, τότε φέρει ο ίδιος ακέραιη την πολιτική ευθύνη για την άρνηση μαρτυρίας των εξεταζόμενων. Σε κάθε περίπτωση, το κράτος δικαίου δεν ανέχεται νησίδες αυθαιρεσίας, ούτε κρατικούς λειτουργούς και υπαλλήλους αυτοεξαιρούμενους της δημοκρατικής λογοδοσίας.

Ανεξαρτήτως, δε, των ορίων του απορρήτου, η πολιτική επιλογή να μην κληθούν ως μάρτυρες στην Εξεταστική Επιτροπή πρόσωπα με άμεση εμπλοκή στην υπόθεση, αυτοϋπονομεύει το κύρος της Βουλής και καταδεικνύει τα όρια του ελεγκτικού ρόλου του Κοινοβουλίου σε καθεστώς κόλουρης κομματικής δημοκρατίας.

Πέραν της επιβεβλημένης εξάντλησης των νομικών μέσων ελέγχου, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η δυσώδης αυτή υπόθεση θέτει  επιτακτικά την ανάγκη επανεξέτασης του θεσμικού πλαισίου με την ενίσχυση της διαφάνειας, της λογοδοσίας και των νόμιμων εγγυήσεων.

Η πρόσφατη ΠΝΠ, δεν ανταποκρίνεται στις εύλογες προσδοκίες των δημοκρατικών πολιτών, καθώς αποβλέπει σχεδόν αποκλειστικά στην επικοινωνιακή διαχείριση του ζητήματος, χωρίς να  αγγίζει τις ουσιαστικές παθογένειες. Αντί της παρουσίας εισαγγελικού  λειτουργού  (που παρ’ ότι είναι «ελεύθερος στη γνώμη του», παραμένει  μονοπρόσωπο όργανο ενταγμένο στην ιεραρχική δομή της εισαγγελίας) θα έπρεπε  η αποφασιστική αρμοδιότητα να ανατεθεί  στο  δικαστικό συμβούλιο (που είναι πολυπρόσωπο όργανο συγκροτούμενο από δικαστικούς λειτουργούς), όπως συμβαίνει ήδη επί άρσης του απορρήτου για λόγους διακρίβωσης ιδιαιτέρως σοβαρών εγκλημάτων.

Η πρόσφατη περιδίνηση του δημοσίου βίου, υπό το βάρος των παράνομων παρακολουθήσεων πολιτικών αντιπάλων, δημοσιογράφων, αλλά και πλήθους πολιτών, δείχνει ότι η Δημοκρατία μας νοσεί και δυστυχώς, η Πολιτεία, και υπό τις τρεις λειτουργίες της (δικαστική, εκτελεστική και νομοθετική), δεν επέδειξε τα οφειλόμενα άμεσα θεσμικά αντανακλαστικά.

Κάποιοι ετάχθησαν να φυλάττουν Θερμοπύλες. Πλην όμως σε ένα δημοκρατικό κράτος δικαίου πρωτίστως οι φύλακες είναι αυτοί που πρέπει να ελέγχονται. Αλλιώς, ποιος θα μας προφυλάξει από αυτούς;  

 

Δημήτρης Βερβεσός

Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών


Δημήτρης Βερβεσός

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής