breaking news Νέο

Eπέτειος Μνήμης 1922-2022 : 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. - Του Γ. Κοτζαερίδη

  • Eπέτειος Μνήμης 1922-2022 : 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. - Του Γ. Κοτζαερίδη
  • Eπέτειος Μνήμης 1922-2022 : 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. - Του Γ. Κοτζαερίδη
  • Eπέτειος Μνήμης 1922-2022 : 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. - Του Γ. Κοτζαερίδη

συνέχεια

 

Θυμάμαι τον παππού Φωτάκη να αναφέρει με συγκίνηση τα θαυματουργά Αγιάσματα του Αγίου Βαραδάτου, τους Αγίας Παραπολινής, τους Αγίας Γαλατινής, του Αγίου Αθανασίου, του Αγίου Ανδρέα, τους Αγίας Ελένης.

Ξεκινώντας από την εκκλησία των Κουβουκλίων, που ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο και είχε κτιστεί το 1860, δε θα μπορούσα να παραλείψω την ιστορία τους θαυματουργής εικόνας του Αγίου. Την εικόνα προσπάθησε να μεταφέρει στην Ελλάδα μία καλή χριστιανή γυναίκα, τη μαύρη μέρα της αποχώρησης, κουβαλώντας την στην πλάτη της.

Το ίδιο συνέβη και σε όλες τις πόλεις τους Μικράς Ασίας, καθώς οι περισσότεροι χριστιανοί προτίμησαν να φύγουν γυμνοί στην Ελλάδα παρά να αφήσουν πίσω τους ιερές εικόνες των εκκλησιών τους. Η ευσεβής αυτή γυναίκα έφερε την εικόνα μαζί της στα Μουδανιά και με το παπόρι πέρασε απέναντι στη Ραιδεστό.

Εκεί σε ένα από τα ερειπωμένα Τουρκοχώρια γύρω από τη Ραιδεστό, καταπονημένη από τις κακουχίες, έπεσε να κοιμηθεί. Όταν ξύπνησε η εικόνα είχε χαθεί…

Κόντεψε να πεθάνει από τη στεναχώρια της. Έπρεπε όμως να συνεχίσει. Έκανε την προσευχή της και συνέχισε τον δρόμο της.

Ποιος πήρε την εικόνα δεν έμαθε ποτέ κανείς. Σαν Κουβουκλιώτης, ελπίζω και εύχομαι ο Αϊ Γιώργης να κάνει το θαύμα του και να μας αξιώσει να βρούμε την εικόνα του για να πάρει τη θέση που του αξίζει στην εκκλησία του Αι Γιώργη του χωριού μας.

 Από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου διασώθηκε το Άγιο Ευαγγέλιο που έφερε στην Γαλάτεια ο Πέτρος ο Χατζηαυγουστίδης, και ο Άγιος Επιτάφιος, τον οποίο έφερε στην Ελλάδα ο παπάς του χωριού, ο αποκαλούμενος Χατζήπαπας.

Τον εναπόθεσε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στο χωριό Τροπαιούχος του νομού Φλωρίνης, όπου εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά του. Ο βελούδινος και χρυσοκέντητος Επιτάφιος αγοράστηκε το 1899 από τα Ιεροσόλυμα.

Πριν εγκαταλείψει τα Κουβούκλια, μη γνωρίζοντας ή μάλλον μη θέλοντας να πιστέψει αυτό που θα επακολουθούσε, προσπάθησε απεγνωσμένα να κρατήσει στο χωριό τους συγχωριανούς του…

«Που πάτενα, μη φεύγετε... Θα ρημάξτενα το χωριό.

Όπως ήταν φυσικό όμως, κανείς δεν τον άκουγε και τελικά, αφού τύλιξε τον Άγιο Επιτάφιο σε ένα υφαντό, έφυγε για τα Μουδανιά.

Πριν φύγει πήρε μαζί του τον μπάρμπα Ηλία Μαστιχά, ο οποίος μεθυσμένος τριγύριζε στους μαχαλάδες του χωριού, χορεύοντας και τραγουδώντας, μη γνωρίζοντας τον κίνδυνο που καραδοκούσε. Με το ζόρι τον ανέβασε στο κάρο, δεν ήθελε να εγκαταλείψει τα Άγια Χώματα…

« Άφσε με παπά εγώ εδώ θαλαποθάνω, δίπλα στον μπουμπάμ και στην μάναμ.»

Κάποτε σε ένα χωριό των Σερρών, το Κουβούκλιο - που τιμητικά πήρε το όνομα του παλιού χωριού - είχα την τύχη να γνωρίσω την κόρη του Χατζήπαπα, τη θειά Χρυσούλα και τον άνδρα της τον Αργύρη του Πασόγλου, που μου διηγήθηκαν τις δραματικές στιγμές της αποχώρησης.                                                                                                                           

Ο μπάρμπα Αργύρης, ένα αξιαγάπητο γεροντάκι 80-85 ετών, μου ανέφερε τα κάτωθι……..  

«Εγώ ήμνα στα χωράφια δυο μέρες πριν φύγμε απ’ το χωριό και έπαιζα με το Γιάννη τον Τούμπη, ένα φιλαράκιμ. Ξαφνικά ο Γιάννης χωρίς να το θέλ’ άναψε φωτιά, η οποία φούντωσε και έκαψε τα τριγύρω σπαρτά.

Ο καημένος ο Γιάννης τρόμαξε, με παράτσε μοναχόμ και έφκε για τα Κοπέλια, ένα γειτονικό  Τουρκικό χωριό.

Τη μέρα που έπρεπε να φύγμε ήρθανα ο πατέραστ κ΄η μάνατ και τον έψαχναν. Μάταια όμως… ο Γιάννης χάθκε στο χωριό Κοπέλια κ΄οι δικήτνα ήρτανα μοναχοίτς στην Ελλάδα.»

Έπειτα μου διηγήθηκε πως πριν τρία χρόνια πήγε στην Τουρκία και αναζήτησε τον φίλο του τον Γιάννη. Πήγε στα Κοπέλια και συνάντησε τον Αχμέτ Αγά, ένα παππού ογδόντα πέντε χρονών.

Ο τελευταίος τον πληροφόρησε ότι όταν έφυγαν, ο Γιάννης φυλούσε σαν βοσκός τα πρόβατα του πατέρα του και έμενε στο σπίτι τους. Έγινε μουσουλμάνος και πήρε το όνομα Χασάν. Όλοι τον αγαπούσαν στο χωριό.

Μια μέρα κάποια παλιόπαιδα βρήκαν τον σκελετό ενός Έλληνα, τον έφεραν στο χωριό και έπαιζαν μπάλα με το κεφάλι του.

Ο Γιάννης- Χασάν στεναχωρήθηκε και τους έκανε παρατηρήσεις. Τότε αυτά άρχισαν να τον βρίζουν… γκιαούρη. Δεν άντεξε ο καημένος Τρείς μέρες μετά αυτοκτόνησε.

Τον έκλαψε όλο το χωριό. 

Ας σημειωθεί εδώ, ότι ο ελληνικός στρατός είχε φθάσει στα Κουβούκλια στις 24 Ιουνίου του 1920 και την επόμενη μέρα κατέλαβε την Προύσα. Ωστόσο, η παραμονή τους εκεί έμελλε να είναι λίαν σύντομη, καθώς αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν μετά την καταστροφή, τον Αύγουστο του 1922. 

Στην ιερή προγονική γη.

Το ντολμούς άρχισε να μπαίνει στο χωριό. Υπάρχει ένας κεντρικός δρόμος τον οποίο διασχίζοντάς τον, οδηγείσαι στην άλλη άκρη του, προς το Αγίασμα του Αγίου Βαραδάτου. Η πρώτη στάση ήταν κοντά στα τούρκικα νεκροταφεία, στην είσοδο του χωριού, δίπλα στο Δημοτικό σχολείο.

Οι συνειρμοί οδήγησαν τις σκέψεις μου στα λόγια του δάσκαλου Δεληγιάννη που έλεγε ότι στην αυλή του σχολείου βρισκόταν το πρώτο ελληνικό νεκροταφείο, ενώ το άλλο βρισκόταν στην άλλη άκρη του χωριού.

Εδώ έπρεπε να κατέβω, διότι αρχικός προορισμός μου ήταν το δημοτικό σχολείο. Άνοιξα την πόρτα του προαύλιου και βρέθηκα μπροστά σε πολλά ζευγάρια απορημένα ματάκια. Φορούσαν όλα μπλε ποδιά με γιακαδάκι. Θυμήθηκα τα μαθητικά μου χρόνια, με την ίδια ακριβώς ποδίτσα… μόνο που είχαν περάσει κάπου τριάντα χρόνια από τότε…                                      

«Merhaba! Hosgeldiniz!» Γειά σας! Καλώς ήλθατε… με χαιρέτισαν όλα μαζί και με ακολούθησαν μέχρι το γραφείο των δασκάλων.  

Διέκρινα από μακριά έναν ξανθομάλλη Τούρκο να έρχεται προς το μέρος μου. Όταν με πλησίασε είδα ότι είχε και γαλάζια μάτια. Ξανθομάλλης και γαλανός Τούρκος… γίνεται καμιά φορά; Εμένα περισσότερο μου θύμιζε Πομάκο της Ροδόπης.

Και όμως... αργότερα μου εξήγησε ότι οι γονείς του κατάγονταν από το χωριό Παλιά Καβάλα του νομού Καβάλας.

Με χαιρέτισε ευγενικά, μόνο υπόκλιση δε μου έκανε. Ήταν ο Μουσταφά Εσέν, ο λογιστής του σχολείου, ο πρώτος κύριος που γνώρισα στο χωριό του παππού μου και ο οποίος έμελλε να γίνει αδελφικός μου φίλος. Καθώς με οδηγούσε προς το γραφείο του διευθυντή, παρατήρησα πως το σχολείο έλαμπε από καθαριότητα.

Στους τοίχους δεν υπήρχε τίποτε, ούτε κάδρα, ούτε αφίσες, ούτε μουντζούρες και συνθήματα. Μπροστά εγώ, πίσω ο Μουσταφά και παραπίσω οι μαθητές απορημένοι ακόμα για το ποιος ήταν ο σπουδαίος μουσαφίρης τους.

Εν τω μεταξύ, στην παρέα μας προστέθηκαν και μερικοί δάσκαλοι που μόλις είχαν τελειώσει τα μαθήματά τους και έτρεξαν να με προϋπαντήσουν.                                                                            

 Ο διευθυντής, ο Ρετζέπ Μπέης με υποδέχθηκε θερμά. Κοντά μας ήρθε ο δάσκαλος των Αγγλικών, οπότε με ευκολία του εξήγησα ότι ήμουν Έλληνας και ήρθα να επισκεφθώ το χωριό των προγόνων μου. Χάρηκε πολύ και μου τόνισε ότι οι κάτοικοι του χωριού είναι όλοι πρόσφυγες και κατάγονται από την Παλιά Καβάλα, την Δάφνη Σερρών και τον Σοχό Λαγκαδά.

Όταν με είδαν τρόμαξαν, μου είπε χαριτολογώντας, διότι αυτήν την εβδομάδα περίμεναν έλεγχο από επιθεωρητές του υπουργείου παιδείας.   Με κέρασαν έναν τούρκικο καφέ, ο οποίος δε θύμιζε τον παραδοσιακό Ελληνικό καφέ.

 Ήταν καβουρντισμένος και άνοστος. Κρίμα, διότι ενώ όλοι νομίζουμε ότι στην Τουρκία θα πιούμε το γνήσιο Τουρκικό καφέ, απογοητευόμαστε όταν διαπιστώνουμε ότι αυτό που πίνουμε είναι σκέτο νεροζούμι. Ίσως αυτό να εξηγεί την ιδιαίτερη προτίμηση που δείχνουν στο τσάι …                

Ο καφές τους δεν πίνεται με τίποτα…

Έβγαλα από την τσάντα μου και τους έδωσα τα στυλό που είχα φέρει μαζί μου για να τα μοιράσουμε στους μαθητές της έκτης τάξης. Η χαρά των μαθητών ήταν απερίγραπτη, έπαιρναν το χέρι μου και το φιλούσαν  είναι συνήθεια των Τούρκων να φιλούν το χέρι και μετά να το ακουμπούν στο μέτωπό τους για να δείξουν σεβασμό σε κάποιον μεγαλύτερό τους.

 Εδώ που τα λέμε και τα στυλό δεν ήταν της σειράς.. Τετράχρωμα και μεταλλικά, ένα σωρό λεφτά μου κόστισαν.

 Ο Μουσταφά και ο δάσκαλος Αγγλικών, ο Μεχμέτ Απάκ, πρότειναν να με συνοδέψουν και να μου δείξουν το χωριό.  Δέχθηκα με ευχαρίστηση και αφού αποχαιρέτησα τους καθηγητές και το Ρετζέπ Μπέη, φύγαμε για το κέντρο του χωριού. Στη δεξιά πλευρά του δρόμου ήταν ο  Γενή Μαχαλάς με πολλά παλιά Ελληνικά σπίτια.  Ένα από αυτά, το πιο μεγάλο που μου έδειξε ο Μουσταφά, ήταν το σιδεράδικο του Λουκάκη. Ούτε πρίγκιπας να ήμουν!!  Κατά μήκος του κεντρικού δρόμου, δεξιά και αριστερά σώζονταν ακόμη πολλά ελληνικά σπίτια.

Ο Αγά τσεσμές εξακολουθεί να δροσίζει με το νερό του τους περαστικούς διαβάτες. Περνώντας τον Αγά Τσεσμέ, και λίγο πριν φθάσουμε στην κεντρική πλατεία της Στέρνας, στη δεξιά πλευρά διακρίνουμε ένα επιβλητικό κτίριο, με εντυπωσιακά ξύλινα σκαλίσματα. Παρέμεινε όπως το άφησαν οι δικοί μας.


ΣΤΟΝ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΔΡΟΜΟ
ΣΤΟΝ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΔΡΟΜΟ

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής