breaking news Νέο

Eπέτειος Μνήμης 1922-2022 : 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. - Του Γ. Κοτζαερίδη

Eπέτειος Μνήμης 1922-2022 : 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. - Του Γ. Κοτζαερίδη

συνέχεια

 

Έξω στην αποθήκη, ο ευγενέστατος και φιλόξενος Χασάν Μπέης μου έδειξε, όπως μου υποσχέθηκε, τη μαρμάρινη επιγραφή από την εκκλησία του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνα, την οποία δυστυχώς τώρα τη χρησιμοποιούσε σαν σκαλοπάτι.

        

Την κοίταξα προσεκτικά και διάβασα:

«Ο ΠΕΡΙΚΑΛΛΗΣ ΟΥΤΟΣ ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΚΑΙ ΔΑΠΑΝΗ ΤΩΝ ΕΝ ΤΗΔΕ ΤΗ ΧΩΡΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΟΙΚΟΥΝΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΙΛΕΛΕΗΜΟΝΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΣΥΝΔΡΑΜΟΝΤΩΝ. ΕΠΟΝΟΜΑΤΙ ΔΑΝΕΚΑΙΝΙΣΘΗ ΟΥΤΟΣ Ο ΘΕΙΟΣ ΟΙΚΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΤΗΡΩΝΟΣ ΟΥ ΤΑΙΣ ΠΡΕΣΒΕΙΑΙΣ ΡΥΣΘΕΙΗΕΝ ΟΙ ΠΑΝΤΕΣ  ΕΚ ΠΑΘΟΥΣ ΟΛΕΘΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ  ΠΛΑΝΗΣ ΟΥΤΟΙ ΔΕ ΠΑΝΤΕΣ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΙ ΚΤΗΤΟΡΕΣ ΓΕΓΟΝΟΤΕΣ ΤΟΝ ΜΙΣΘΟΝ ΕΞΟΥΣΙ ΠΑΡΑ ΘΕΟΥ ΤΟΥ ΜΙΣΟΑΠΟΔΟΤΟΥ».

 

Συγκινήθηκα που είχα στα χέρια μου ένα τέτοιο σημαντικό εύρημα και είπα στο Χασάν Μπέη να το προσέχει για να μην καταστραφεί. Συμφώνησε και μάλιστα μου πρότεινε να το πάρω μαζί μου. Κάτι τέτοιο βέβαια ήταν αδύνατο, διότι η τούρκικη αστυνομία είναι αμείλικτη στους παραβάτες, και δη στους αρχαιοκάπηλους.

Ευχαρίστησα το Χασάν Μπέη για την ευγενική προσφορά, χαιρετήσαμε την ευγενέστατη σύζυγό του και φύγαμε για τα Κουβούκλια.

Φθάνοντας στα Κουβούκλια άκουσα το μουεζίνη να αναγγέλλει κάτι, ενώ διέκρινα μια αναστάτωση ανάμεσα στους κατοίκους του χωριού. Προφανώς κάτι κακό είχε συμβεί.

Ρώτησα το Μουσταφά τι είχε συμβεί και όλοι φαίνονται τόσο αναστατωμένοι.  «Όταν πεθαίνει κάποιος μουσουλμάνος, ο μουεζίνης ανεβαίνει στο μιναρέ και αναγγέλλει το θάνατο του, προσκαλώντας τους χωριανούς στην κηδεία του.

Σήμερα συνέβη ένα δυστύχημα στο χωριό που κόστισε τη ζωή της οκτάχρονης κόρης του καφετζή. Έπαθε ηλεκτροπληξία, προσπαθώντας να βάλει στην πρίζα την ηλεκτρική σκούπα, και πέθανε ακαριαία.

Τώρα στο σπίτι η μητέρα του μαζί με άλλες γυναίκες θα καθαρίσουν το νεκρό σώμα, θα το τυλίξουν γυμνό σε άσπρο σεντόνι και οι άνδρες θα το μεταφέρουν έξω από το τζαμί, όπου ο ιμάμης θα διαβάσει τις απαραίτητες ευχές.

Οι γυναίκες συνήθως θρηνούν το νεκρό στο σπίτι και δεν έρχονται ούτε στο νεκροταφείο».

Φθάσαμε στο τζαμί την ώρα που έφερναν τη σωρό του κοριτσιού μέσα σε ένα ξύλινο κιβώτιο.

Ο δύστυχος πατέρας ήταν συντετριμμένος. Καθώς τον γνώριζα - τον είχα συναντήσει πολλές φορές στο καφενείο και με είχε κεράσει τσάι - τον πλησίασα για να του εκφράσω τη λύπη μου για τον άδικο χαμό του παιδιού του.

 Η πομπή που αποτελούνταν μόνο από άνδρες, κατευθύνθηκε προς το νεκροταφείο, ενώ στη διαδρομή προστέθηκαν και άλλοι θρηνούντες κάτοικοι. Οι γυναίκες παρακολουθούσαν από τα παράθυρα των σπιτιών ή από μακρινή απόσταση.

Στο νεκροταφείο, μου έκανε εντύπωση ότι σε πολλούς τάφους, πάνω στη μαρμάρινη πλάκα έγραφαν και την καταγωγή του αποθανόντος:

 

«KAVALARI SAKIR  - VODENALI HASAN -SELANIKLI MUSTAFA»

«DRAMALI SEFER -FLORINALI MUZAFER- KARAFERYALI MEHMET»

 

 Μετά την ταφή επιστρέψαμε στο καφενείο, όπου ο πατέρας του παιδιού μας κέρασε τσάι και μας εξήγησε, ήρεμος πια, πως συνέβη το άτυχο περιστατικό.

Μου έδειξε μια φωτογραφία του παιδιού και δάκρυσε. Ήταν το καμάρι του. Ένα αγγελουδάκι με το απαραίτητο χοντροκομμένο σαλβάρι και το τσεμπέρι στα μαλλιά, που του πρόσθεταν μεν χρόνια, αλλά δεν αφαιρούσαν τίποτε από την παιδική αθωότητα και ομορφιά .

Τον συμπονούσα. Ο πόνος των όλων των γονιών ανά τον κόσμο είναι το ίδιο αβάσταχτος. Τι σημασία έχει αν είσαι Τούρκος ή Έλληνας… σ’  αυτά τα θέματα δεν χωρούν φυλετικές διακρίσεις… Εκείνη τη στιγμή στο πρόσωπο αυτού του τραγικού πατέρα θρηνούσαμε το χαμό της μικρής Αϊσέ, ενώ μέσα μας ευχόμασταν να έχουν καλύτερη τύχη τα δικά μας παιδιά. Χάθηκα για λίγες στιγμές σε ένα λαβύρινθο σκέψεων…

Στην πραγματικότητα με επανέφερε η φασαρία που επικρατούσε γύρω μας, κυρίως από αυτούς που έπαιζαν ένα παιχνίδι σαν το ντόμινο. Χτυπούσαν τα πούλια μέσα στην τάβλα με δύναμη και αυτά έκαναν μεγάλο θόρυβο.

Καθ’ όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού υπήρχε μεν η σχετική καζούρα, αλλά ποτέ φασαρίες και μαλώματα. 

Μετά τη θλιβερή αυτή παρένθεση, αποφασίσαμε πως έφτασε η ώρα να συνεχίσουμε την περιήγηση μας στη γύρω περιοχή και έτσι αφού ήπιαμε το τσάι μας, φύγαμε με το Μουσταφά για το επόμενο χωριό.

 Ήταν το Γιαϊλατζήκι, που βρισκόταν δίπλα στο Ταχταλή.

Από το Γιαϊλατζήκι κατάγονταν ο κυρ Χρήστος από το Βαθύλακο Κοζάνης, ο πατέρας του φίλου μου του Σάκη Παρσονίδη. Αυτός ήταν ένας από τους τυχερούς παππούδες που κατάφερε να ξαναδεί το χωριό του χάρη στο γιο του, ο οποίος επισκέπτεται συχνά την πατρίδα των γονιών του.

Όταν λοιπόν συνάντησα τον κυρ Χρήστο στην Κοζάνη, μου άνοιξε την καρδιά του για το όμορφο χωριό του: 

«Στο χωριό μου ζούσαν 250 ελληνικές οικογένειες και 30 τούρκικες. Πολλά χρόνια πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο χωριό Έλληνες τεχνίτες, κτίστες, μαραγκοί από την Κοζάνη και την Ήπειρο, οι οποίοι παντρεύτηκαν, απέκτησαν οικογένεια και παρέμειναν εκεί μέχρι την αναγκαστική αποχώρηση.

Μιλούσαμε μεταξύ μας περισσότερο την τουρκική γλώσσα και σπάνια την ελληνική. Γι’ αυτόν το λόγο, όπως και στα περισσότερα τουρκόφωνα χωριά, την Κυριακή κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, αναγκαζόταν ο παπάς να επεξηγεί το Ευαγγέλιο στα τούρκικα.

 Εμείς μέναμε κοντά στην εκκλησία του χωριού, η οποία ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Δημήτριο και είχε κτιστεί το 1899 από έναν σπουδαίο Ιταλό τεχνίτη. Στον περίβολό της υπήρχε το νέο δημοτικό σχολείο.

Λίγο πιο μακριά ήταν και το παλιό, το οποίο όμως εγκαταλείψαμε όταν κτίστηκε το καινούργιο, περίπου το 1910.

 Άδικα πηγαίναμε στο σχολείο, δε μαθαίναμε και πολλά. Άσε που οι περισσότεροι το εγκατέλειπαν μετά δυο με τρεις τάξεις, για να βοηθήσουν τους γονείς στους στις αγροτικές δουλειές. Τα κορίτσια ήταν σε δυσμενέστερη θέση, διότι τα περισσότερα από αυτά βοηθούσαν και τους δυο γονείς, στα χωράφια αλλά και στο σπίτι. Οι λίγοι που πήγαιναν σχολείο για να παρακολουθήσουν τα μαθήματα, διδάσκονταν Καραμανλήδικα, δηλαδή τούρκικα με ελληνικούς χαρακτήρες.

Οι κύριες ασχολίες του χωριού ήταν η σηροτροφία και τα καπνά. Θυμάμαι τους έμπορους του καπνού που έρχονταν στο σπίτι. Ανέβαιναν στο τρίτο πάτωμα, όπου ξεραίναμε τα καπνά για να ελέγξουν την ποιότητά τους και να τα αγοράσουν. Όταν έφευγαν βλαστημούσε ο πατέρας μου…..

 «Αλάχ μπελανίβερσιν, αυτοί είναι χειρότεροι και από τους Εβραίους. Έριξαν πάλι τις τιμές».

Όταν όμως έφερναν τα λεφτά για να πληρώσουν τα καπνά, γελούσαν και τα μουστάκια του. Έπαιρνε την μάνα μου και πήγαιναν στην Προύσα, που απέχει λίγα χιλιόμετρα από το χωριό, για τα απαραίτητα ψώνια του σπιτιού.

Είχαμε και στο χωριό δυο μπακάλικα και δυο καφενεία, αλλά για τα μεγάλα ψώνια όλοι πήγαιναν στην Προύσα. Επέστρεφαν πάντα χαρούμενοι και έδιναν και σ’ εμάς κανέναν παρά για να αγοράσουμε ζαχαρωτά, ως αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες που προσφέραμε.

Το βράδυ μαζεύονταν στα καφενεία και συζητούσαν για τις τιμές των καπνών και των κουκουλιών, έπιναν καμιά ρακί, κανένα μεζέ και οι φωνές και τα τραγούδια τους ακούγονταν σε όλο το χωριό.

 Αν μάλιστα στο καφενείο- που ήταν και ξενώνας - απέναντι από την εκκλησία, φιλοξενούσαν κάποιον Τούρκο, τον καλούσαν και αυτόν και το γλέντι γίνονταν τρικούβερτο.

Κάτι θυμήθηκε φαίνεται ο κυρ Χρήστος, μερακλώθηκε - είχε πιει πριν λίγο και μια ρακί - και άρχισε να τραγουδά με τη σέρτικη φωνή του…….

 

«Begledim de gelmedin, sevdigimi bilmedin gozyasimi silmedin, hic mi beni sevmedin.  Soyle, soyle hic mi beni sevmedin.

 Bir opucuk ver bana, yalvariyorum sana beni kucaklarsana, kollarina alsana.

 Soyle, soyle hic mi beni sevmedin».

Τραγουδούσε ωραία ο κυρ Χρήστος. Και όσο τραγουδούσε αυτός, τόσο περισσότερο δάκρυζε η γυναίκα του. Ωραίο τραγούδι το μπεγκλεντήμ, αλλά πολύ λυπητερό. Το θυμάμαι από τον κινηματογράφο, όταν έπαιζαν στο χωριό έργα με τον περίφημο Τούρκο ηθοποιό και τραγουδοποιό Ζεκί Μουρέν.

Τραγουδούσε ο Ζεκί στο πανί και από κάτω όλες οι θειες και οι κυράτσες του χωριού έκλαιγαν.

«Να μη ξεχάσω να αναφέρω, Γιώργη, τα πανηγύρια που κάναμε στο χωριό όταν γιόρταζαν τα Αγιάσματα του Αγίου Ιωάννη στις 23 Ιουνίου, που βρίσκονταν στα νότια του χωριού, και της Αγίας Κεφαλής στις 29 Αυγούστου.  Πηγαίναμε στα Αγιάσματα και μετά τη Θεία Λειτουργία, τρώγαμε, πίναμε και χορεύαμε μέχρι να βραδιάσει.

Μόλις ερχότανε το βράδυ όμως, μαζευόμασταν στα σπίτια μας και κοιμόμασταν νωρίς, διότι την επόμενη μέρα έπρεπε να πάμε για δουλειά πρωί- πρωί.

Μετά την Καταστροφή οι χωριανοί μου εγκαταστάθηκαν στο νομό Ξάνθης και στο Μαυροδέντρι Κοζάνης.

 Αν πάς Γιώργο στο χωριό, πάρε ένα φακελάκι καφέ και δώσ’ το στον πρόεδρο του χωριού, τον Χουσεΐν. Πες του χαιρετίσματα από τον κυρ Χρήστο».


Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής