breaking news Νέο

Eπέτειος Μνήμης 1922-2022 : 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. - Του Γ. Κοτζαερίδη

  • Eπέτειος Μνήμης 1922-2022 : 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. - Του Γ. Κοτζαερίδη
  • Eπέτειος Μνήμης 1922-2022 : 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. - Του Γ. Κοτζαερίδη

Στο Αρβανιτοχώρι                                                               

 

«Το χωριουδάκι μας ήταν παραθαλάσσιο, μικρό μεν αλλά πανέμορφο», μου παίνεψε πριν λίγα χρόνια την πατρίδα του ο μπάρμπα Μήτσος, από ένα χωριό της Χαλκιδικής.

Τον είχα συναντήσει καθώς έκανα διακοπές εκεί και μόλις έμαθα ότι καταγόταν από το Αρβανιτοχώρι, του ζήτησα να μου δώσει ότι πληροφορίες ήξερε.

«Απείχαμε δέκα λεπτά από τα Μουδανιά, όπου πηγαίναμε συχνά για να κάνουμε τις οποιεσδήποτε αγορές μας. Οι Τούρκοι το αποκαλούσαν Αρναούτκιοϊ.

Κατά την παράδοση, έξι ελληνικές οικογένειες από το Μοναστήρι, τη σημερινή Μπίτολα, ήρθαν το 1880 στην Προύσα και ζήτησαν από τον Τούρκο βαλή να τους παραχωρήσει μια έκταση για να χτίσουν ένα καινούργιο χωριό.

Ο  βαλής τους υπέδειξε μια περιοχή βορεοανατολικά των Μουδανιών, δίπλα στο τουρκικό χωριό Αλτίντας.

Ο τότε Μητροπολίτης Προύσας Νικόδημος αντέδρασε όμως, διότι το νέο χωριό θα ήταν ανάμεσα σε πολλά τουρκικά. Πρότεινε λοιπόν την περιοχή ανάμεσα στα Αγιάσματα της Αγίας Άννας, Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης και Αγίας Παραπολινής, στην οποία τελικά εγκαταστάθηκαν οι οικογένειες του Τζιμπραϊλη, Ιορδάνου, Λαναρά, Μαχαίρα, Τζουκρή και Καστανού.

Όταν χτιζόταν το χωριό μας, λένε πως ο Μαχαίρας φύτεψε στην πλατεία του χωριού ένα πλατάνι το οποίο υπήρχε ακόμα επί των ημερών μου.

Κάθε Κυριακή μετά την εκκλησία, μαζευόμασταν εκεί όλα τα παιδιά και παίζαμε κάτω από το δροσερό ίσκιο του.

Το 1882, με πρωτοβουλία του Μητροπολίτη Νικόδημου και του υποδιοικητή Μουδανιών, του Φουάτ Μπέη, που καταγόταν από την Κρήτη, πάνω στα ερείπια μιας παλιάς εκκλησίας, έκτισαν το ναό της Αγίας Άννας.

Ο ναός βρίσκονταν πάνω στην κορυφή ενός λοφίσκου που δέσποζε στην περιοχή, και αποτέλεσε τόπο προσκυνήματος για όλα τα τριγύρω ελληνικά χωριά.

Στην ανάπτυξη του χωριού μας, βοήθησε σημαντικά η άφιξη ενός Γάλλου επιχειρηματία και εμπόρου λαδιού, του Φρανσουά Βιτσίνο.

Ο Βιτσίνο, βλέποντας τον πλούτο της περιοχής μας, έκτισε κοντά στην παραλία ένα μεγάλο ελαιοτριβείο με ελαιαποθήκη.

Τα λάδι που παρήγε το ραφινάριζε, το τοποθετούσε σε σφραγισμένα μπουκάλια και το εξήγαγε στην Ευρώπη.

Αγαπούσε πολύ το μέρος μας και σε μια βραχώδη άκρη του χωριού είχε κτίσει μια πανέμορφη βίλα, όπου κατοικούσε.

Δεν σταμάτησε όμως εκεί.

Όλες τις πετρώδεις εκτάσεις μέχρι τη Σιγή, τις είχε μετατρέψει σε αμπελώνες που παρήγαγαν έξοχο κρασί.

Στις επιχειρήσεις του απασχολούσε πολλούς κατοίκους του Αρβανιτοχωρίου, αλλά και άλλους εργάτες που έρχονταν από τα Μουδανιά.

Το γεγονός αυτό προσέλκυσε πολλούς Μουδανιώτες να ζήσουν μόνιμα στο χωριό μας.

Οι υπόλοιποι κάτοικοι του χωριού ασχολούνταν κυρίως με τη σηροτροφία, την αμπελουργία και την ελαιοκομία.

Το καλοκαίρι ήταν χαρά θεού!  Δεν ξεκολλούσαμε από τη θάλασσα και δε χορταίναμε να κολυμπάμε στα καταγάλανα νερά της.

Η παραλία του χωριού γέμιζε με εκδρομείς από την Προύσα, τα Μουδανιά και άλλα χωριά. Θυμάμαι που κάναμε βαρκάδες και τραγουδούσαμε…

 

 Μια πέρδικα καυχήθηκε.

 «Μια πέρδικα καυχήθηκε σε Ανατολή και Δύση,

 που δεν ευρέθη κυνηγός για να την κυνηγήσει.

 Κι ο κυνηγός σαν τ’ άκουσε, πολύ του κακοφάνη.

Ρίπτει τα βρόχια στο γιαλό, τις ξόβεργες στους κάμπους,

τα δίχτυα τα μεταξωτά εις του Χιονά τη βρύση.

Πάει η πέρδικα να πιει, πιάνεται απ’ τη μύτη.

-Αχαμνά πιάσμε, κυνηγέ, γιατί η ψυχή μου βγαίνει,

και με τ’ αχαμνοπιάσματα κάμνει φτερά και φεύγει.

Ώρα να σ’ εύρει κυνηγέ, αχαμνοκυνηγάρη,

που άφηκες τέτοια πέρδικα να σου την πάρουν άλλοι.»

 

         ή το άλλο…

 

Απάνω σ’ αψηλό βουνό.

«Απάνω σ’ αψηλό βουνό, μάνα και θυγατέρες δυο,

μαζώνουν τον αμάραντο,με το μυρμηγκοβότανο.

Εδίψασε η μικρότερη, απ’ όλες ομορφότερη.

Πάγει στη βρύση για νερό, βρίσκ’ έναν ξένο μοναχό.

-Μάναμ κι ας τον επάρομεν, τον ξένον εις το σπίτι μας.

-Κόρημ ψωμί δεν έχουμε, τον ξένον τι τον θέλουμε;

-Μάναμ το μηροδάκιμ (μερίδιο) φθάνει κι εμέν και κείνον.

-Κόρημ στρώμα δεν έχουμε, τον ξένο τι τον θέλουμε;

-Μάναμ το στρωματάκι μου, φθάνει κι εμέν και κείνον.»

 

 Η γαλήνη και η ηρεμία που επικρατούσε στο χωριό μας διαταράχθηκε το 1915, όταν ένοπλοι Τούρκοι από τα Μουδανιά, μάζεψαν μια μέρα τους κατοίκους του χωριού και με την απειλή του εκτοπισμού, τους ανάγκασαν να πληρώσουν διακόσιες χρυσές λίρες και αρκετά χρυσά κοσμήματα.

Δεν κράτησαν όμως την υπόσχεσή τους και σε λίγες μέρες όλοι οι χωριανοί  υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν το χωριό και να καταφύγουν σε ένα άλλο ελληνικό χωριό, τον Πλατύανο.

Έλεγαν ότι είχαν εκτοπιστεί όλα τα ελληνικά παραθαλάσσια χωριά, κατόπιν διαταγής των Γερμανών, συμμάχων των Τούρκων στον πόλεμο.  Η κατηγορία ήταν πως βοηθούσαν τα συμμαχικά αγγλικά υποβρύχια που βρίσκονταν στον Κυανό κόλπο.

Όταν κατά τα τέλη του 1918 επέστρεψαν, είδαν τα σπίτια τους και τις περιουσίες τους λεηλατημένες και κατεστραμμένες. Τα πράγματα που είχαν τοποθετήσει στο εσωτερικό της Αγίας Άννας, τάχα για περισσότερη ασφάλεια, είχαν και αυτά λεηλατηθεί.

Την ευτυχισμένη ζωή στο παραδεισένιο χωριό μας είχε διαδεχθεί ατέρμονη θλίψη.

Λίγα χρόνια αργότερα το εγκαταλείψαμε οριστικά. Πάνω από το πλοίο που μας μετέφερε από τα Μουδανιά στη Ραιδεστό, γύρισα και αντίκρισα για τελευταία φορά την περήφανη εκκλησία μας, της Αγίας Άννας. Αισθάνθηκα πως μου φώναζε κλαίγοντας…

«Που πάτε, που με εγκαταλείπετε;» Λίγες μέρες αργότερα, οι κεμαλικοί, σε επίδειξη ισχύος, τη βομβάρδισαν με σκοπό να την καταστρέψουν. Οι τοίχοι του ναού κατέρρευσαν και καταπλάκωσαν δυο Τούρκους στρατιώτες, με αποτέλεσμα οι υπόλοιποι να φοβηθούν και να εγκαταλείψουν το ναό μισογκρεμισμένο.»

Σταματήσαμε με το Φερίτ μπροστά σε μια από τις πολλές παραλιακές ταβέρνες που υπήρχαν στο χωριό. Ο ιδιοκτήτης της, ο Ισμαήλ, μόλις έμαθε ότι ήμουν Έλληνας, έκανε φιλότιμες προσπάθειες να μου μιλήσει ελληνικά, και μας κέρασε τσάι.

 «Το χωριό μας, όταν ήρθαν οι δικοί μας από την Κρήτη, ήταν ξεχωριστά από τα Μουδανιά. Σιγά-σιγά όμως ενώθηκαν και είμαστε τώρα ένας δήμος.

Στα Μουδανιά, οι περισσότεροι κάτοικοι κατάγονται από την Κρήτη, από την Κάντια και τα Χανιά. Οι γονείς μου αγαπούσαν πολύ την Κρήτη και με τη βοήθεια του θεού, ελπίζουμε πως μια μέρα θα την επισκεφθούμε. Όπως εσύ, Γιώργο Μπέη, που κατάφερες να επισκεφτείς τα μέρη μας».

Ευχαρίστησα τον Ισμαήλ και προχωρήσαμε για το εσωτερικό της πόλης των Μουδανιών.


Αρβανιτοχώρι

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής