breaking news Νέο

Μικρασιατικά αφηγήματα

  • Μικρασιατικά αφηγήματα
  • Μικρασιατικά αφηγήματα
  • Μικρασιατικά αφηγήματα

Η στήλη αυτή έχει ως σκοπό της να διατηρήσει και να επαναφέρει στη μνήμη μας όλα αυτά, που τόσα χρόνια μας έχουν διηγηθεί οι πρόγονοί μας, γύρω από τη ζωή, τα ήθη και έθιμά τους, τα διάφορα ιστορικά γεγονότα της εποχής και τέλος τη μαρτυρική έξοδο από τις εστίες τους. Είναι ένα ύστατο χαίρε, καθώς και μια τιμητική αναφορά σε μια πολύπαθη γενιά, η οποία πλέον έχει εκλείψει και εμείς, που αποτελούμε τη συνέχειά της, έχουμε καθήκον να μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενεές την τραγική ιστορία της.

Ο θείος Μιλτιάδης από την Κουρούντερε

Εγώ ανηψέ έμνε από την Κουρούντερε του Ατάπαζαρ. Το χορίο μουνε  ήταν καινούργιο και όπως όλα τα άλλα γειτονικά χωριά χτίσθηκαν από εσωτερικούς μετανάστες της περιοχής της Ορντού και Αργυρούπολης, πενήντα χρόνια πριν την Έξοδο.

Την Κουρούντερε την έλεγαν πρώτα Καράτας και αργότερα πήρε το όνομα  το οποίο διατηρεί μέχρι σήμερα. Σε όλα τα χωριά του Ατάπαζαρ δεν κατοικούσαν Τούρκοι, και οι κάτοικοι μιλούσαν Ποντιακά και λίγα τουρκικά.

Οι δικοί μου γονείς κατάγονταν από το χωριό Χαψάμανα της περιοχής Γκιόλ Κιόϊ της Ορντού. Ο πατέρας μου με τα αδέλφια του ήταν υλοτόμοι και ξύλευαν ξύλα από τα βουνά της περιοχής. Χάρασσαν τους κορμούς των δέντρων, τους σημάδευαν, τους έριχναν στον ποταμό Καράσου ο οποίος με την ορμή που είχε τους κατέβαζε στην θάλασσα απ΄ όπου τους έπαιρναν. Ο ποταμός είχε μαύρα νερά, από τα οποία πήρε και την ονομασία του, Maυροπόταμος.

Άλλη ασχολία μας ήταν η γεωργία και η κτηνοτροφία. Σπέρναμε σιτηρά και καλαμπόκια. Οργώναμε με τα βόδια μας, αλλά πολλές φορές όταν το έδαφος ήταν πολύ σκληρό, μαζεύονταν όλο το σόϊ  και σκάβαμε την γη με αξίνες και φτιάρια.

Φουντούκια εκείνη την εποχή δεν καλλιεργούσαμε. Η καλλιέργειά τους άρχισε λίγο πριν φύγουμε, ενώ σήμερα όλοι οι λόφοι γύρω από το χωριό είναι γεμάτοι με φουντουκιές.

Σχολείο υπήρχε στο χωριό άλλα εγώ δεν πολυπήγαινα, διότι ήμουν ορφανός από πατέρα και προτιμούσα να βόσκω τα γελάδια μας, σε αντίθεση με τον μεγάλο μου αδελφό που ήταν καλός μαθητής, ιδίως στην ορθογραφία και τελείωσε και τις έξι τάξεις του σχολείου.

Θυμάμαι ότι  το πιο σπουδαίο μάθημα που μας δίδασκαν ήταν η Χρηστομάθεια. 

Η εκκλησία του χωριού μας ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο και ήταν δίπλα στο σχολείο. Τελευταίοι παπάδες που γνώρισα, ήταν ο Παπά Αναστάσης και ο Χατζήπαπας.

Όλοι πηγαίναμε στην εκκλησία και όλα τα μέλη της οικογένειας έκαναν νηστείες. Στις παραμονές των μεγάλων εορτών, μαζευόμασταν παρέες και λέγαμε τα κάλαντα σε όλα τα σπίτια. Οι νοικοκυρές  την προηγούμενη μέρα έβραζαν καλαμπόκια και μας  έδιναν μέσα σε χούφτες τους σπόρους, τους οποίους έλεγαν τσιγγούρια. Στα συγγενικά παιδιά έδιναν αυγά και γλυκίσματα.

Τις άλλες μέρες βοσκούσαμε τα ζώα μας κοντά στο ποτάμι και παίζαμε  τέλια που είναι το αντίστοιχο σημερινό τσιλίκι. Μαζεύαμε επίσης, τρίχες από τα ζώα και τα τυλίγαμε  γύρω από μια πέτρα, φτιάχνοντας ένα είδος μπάλας με την οποία παίζαμε.

Εγώ είχα ένα άλλο είδος απασχόλησης. Μάζευα μεγάλες πέτρες και έφτιαχνα με αυτές μικρές εκκλησίες. Όταν μεγαλώναμε και φθάναμε σε ηλικία γάμου, οι γονείς μας αποφάσιζαν ποια κοπέλα θα παίρναμε. Αν τους άρεσε μια κοπέλα, και αν αυτή κατάγονταν από καλό σόι, τότε αποφάσιζαν μόνοι τους. Πήγαιναν μόνοι τους στο σπίτι της νύφης, μαζί με τα δαχτυλίδια και έκαναν το αρραβώνα.

Οι νέοι δεν βλεπόντουσαν καθόλου, και η νύφη αν έβλεπε από μακριά να έρχεται ο γαμπρός εξαφανίζονταν για να μην τον συναντήσει, μέχρι την ημέρα του γάμου.

Την Πέμπτη οι νοικοκυρές έκαναν τα τσουρέκια  με τα οποία προσκαλούσαν τους συγγενείς και φίλους στον γάμο. Πριν αρχίσουν τα ζυμώματα, τρία παλικάρια έφερναν τα όπλα τους και πυροβολούσαν στον αέρα, γεγονός που σήμαινε ότι άνοιξαν τα τσουβάλια με το αλεύρι για να κάνουν τα τσουρέκια.

Όταν έφθανε η μέρα του γάμου, η νύφη ντύνονταν σε μια  γωνία του σπιτιού, όπου τοποθετούσαν ένα κιλίμι που το έλεγαν νύμφιο. Έρχονταν  ο γαμπρός με τα παλικάρια του  για να πάρει την νύφη, δίνοντας στην πεθερά του ένα δώρο.

Έτσι όλοι μαζί πήγαιναν στην εκκλησία. Αν η νύφη κατάγονταν από άλλο χωριό το ζευγάρι πήγαινε μπροστά πάνω στα άλογα και ακολουθούσε ο υπόλοιπος κόσμος.

Την Δευτέρα η νύφη   έπλυνε και σκούπιζε τα πόδια των στενών συγγενών του γαμπρού, πάνω σε ένα ειδικό ξύλο. Αργότερα τους φιλούσε έναν έναν τα πόδια και τα χέρια και τους έδινε δώρο από ένα ζευγάρι  κάλτσες.

Αν αποκτούσαν παιδί, έπρεπε να το βαφτίσουν μέσα σε έναν μήνα, πριν σαραντίσει η μάνα. Μετά τα βαφτίσια ο παπάς μαζί με τον νονό πήγαιναν το παιδί στην μητέρα του.

Εκεί ο κουμπάρος έκανε τρείς μετάνοιες και παρέδιδε το μωρό στην μητέρα. Θεωρούσαν τον νονό πολύ σημαντικό πρόσωπο, ο οποίος ήταν υποχρεωμένος τουλάχιστον για τα πρώτα χρόνια της ζωής του να το προστατεύει.

Η εκκλησία του χωριού ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο. Κατά την διάρκεια της γιορτής του Αγίου γίνονταν μεγάλο πανηγύρι στο χωριό και έρχονταν επισκέπτες από όλα τα ελληνικά χωριά.

Χόρευαν λαϊλόμ με υψωμένα τα χέρια, μπρός-οπίς καθώς και άλλους ποντιακούς χορούς.

Καλά περνούσαμε στο χωριό μας ανηψέ, αλλά έρθε ο καιρός να το εγκαταλείψουμε. Δια μέσω του Σαγγάριου περάσαμε στην Νικομήδεια και από εκεί με καράβι πήγαμε στην Μόλυβο της Λέσβου.

Από εκεί μετά από πολλές ταλαιπωρίες πήγαμε στην Πελοπόννησο και καταλήξαμε στο χωριό Νούδα του Λαγκαδά, στην οποία δώσαμε το όνομα Ξηροπόταμος-στα Τουρκικά Κουρούντερε- για να θυμόμαστε το όμορφο χωριό μας.

 

Κατ΄ αφήγηση Μιλτιάδη Κοτζαγερίδη

Ξηροπόταμος Λαγκαδά


Ο ΘΕΙΟΣ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ
Ο ΘΕΙΟΣ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής