breaking news Νέο

Μήπως το χρήμα πάει και θέατρο για σένα; - Γράφει ο Κώστας Καραγιάννης

Μήπως το χρήμα πάει και θέατρο για σένα; - Γράφει ο Κώστας Καραγιάννης

Βρε  παλιάνθρωποι, κακορίζικοι, που τολμάτε έργο θρασύ κι ανόσιο και παράνομο, που πάτε;*                

Αριστοφάνη «Πλούτος»

 

Ενάντια στην ηλιθιότητα και αυτοί οι θεοί μάχονται χωρίς επιτυχία  

Φρίντριχ Σίλλερ «οι ληστές»

                                                                                   

 Είναι πολύ γνωστή (παροιμιώδης) η φράση του Δημοσθένη στον Α΄ Ολυνθιακό λόγο  « ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ,… δεῖ δέ χρημάτων, καὶ ἄνευ τούτων οὐδὲν ἔστι γενέσθαι τῶν δεόντων».

Τι συμβαίνει όμως όταν το χρήμα κινείται πέρα από το «δέον γενέσθαι», δηλαδή όταν από μέσον εμφανίζεται σαν η αληθινή δύναμη και ο μοναδικός σκοπός, με άλλες λέξεις όταν μετατρέπεται σε αυτοσκοπό; Από όταν ο άνθρωπος, ξεφεύγοντας από την πρωτογενή απλοϊκότητά του, αναζητά άπληστα πλούτο και θησαυρούς, τουτέστιν όταν όλα τα υποτάσσει στο κυνήγι του χρήματος και έρχεται αντιμέτωπος με την πραγμάτωση της ίδιας της ανθρώπινης φύσης του;

 

Ας συμβουλευτούμε περί αυτών ορισμένους κορυφαίους του πνεύματος και της επιστήμης:

 Ας ξεκινήσουμε, και λόγω ειδικότητας αλλά όχι μόνον, από τον αγαπητό μας Αϊνστάιν ο οποίος τονίζει: Το χρήμα προκαλεί μόνον τον εγωισμό και βάζει ολοένα σε πειρασμό τους κατόχους του να το καταχραστούν.

Ο Σοφοκλής στην Αντιγόνη γράφει: …αυτό και πόλεις κυριεύει, αυτό και ξεσπιτώνει τους ανθρώπους· αυτό και καθοδηγεί και διαστρέφει τις δίκαιες γνώμες των ανθρώπων να στρέφονται σε αισχρές πράξεις …

  Ο Αριστοφάνης αφιερώνει ολόκληρο έργο στον ημίθεο «Πλούτο», σ’ αυτόν που φοβέρισε το Δία πως θα πήγαινε μονάχα στους δίκαιους και στους σοφούς και στους τίμιους. Και ο Δίας τον τύφλωσε, για να µη μπορεί να διακρίνει κανέναν απ' αυτούς.   

Βάζει τον πολίτη Χρεμύλο να διαλαλεί «…Γιατί µόνος εσύ είσαι όλων η αιτία, και των κακών και των καλών, να το ξέρεις… Εσένα όμως ποτέ κανένας δε σε χόρτασε, µα αν αποκτήσει δεκατρία τάλαντα, του ανάβει πιο πολύ ο καημός να έχει δεκάξι…»

 Δεν είναι λίγοι εκείνοι που και σήμερα «σαν έτοιμοι από καιρό», αν συναντήσουν  τον Πλούτο στην  πορεία τους (όπως ο ήρωας του έργου ο οποίος βγαίνοντας από το μαντείο των Δελφών τον συναντά σαν ένα γέρο ζητιάνο, τυφλό, αλλά που σύμφωνα με το χρησμό αυτός θα τον κάνει πλούσιο) με την όποια του μορφή, ανθρώπου, χρυσού, χρημάτων, προϊόντων κλπ που θα του πουν όπως στο ομώνυμο έργο:  Πλούτε, που είσαι ο πιο δυνατός απ' όλους τους ημίθεους, έμπα εδώ μέσα μαζί µου. Να, αυτό είναι το σπίτι (ή ο τραπεζικός μου λογαριασμός επί το απλούστερον…) που πρέπει σήμερα να το γεμίσεις χρήματα είτε δίκαια είτε άδικα.

 Και όταν τους προκαλέσει κανείς, όπως ο Βλεψίδημος στο έργο: Αυτή η δουλειά µου φαίνεται ύποπτη και δεν µ' αρέσει.

Και η Πενία τους επιπλήξει: Βρε παλιάνθρωποι,…που πάτε;*

Οι κοινοί απατεώνες ή οι μεγαλόσχημοι τοιούτοι με τις γραβάτες ή όσοι ψάχνουν, φανερά ή κρυφά, ατομικές λύσεις και περιφρονούν «το κοινό καλό», ποσώς θα  ενδιαφερθούν για το πολιτικό επιχείρημα σοβαρών και τίμιων οικονομολόγων(T. Piketty κλπ), αλλά και πλήθους πολιτικοποιημένων ανθρώπων που βλέποντας την προκλητικά άνιση κατανομή του πλούτου στην εποχή μας, ζητούν αναδιανομή του, με το να πληρώνουν περισσότερους φόρους οι έχοντες και κατέχοντες ή με την επιβολή ενός παγκόσμιου προοδευτικού φόρου στο κεφάλαιο ή άλλοι πιο θερμόαιμοι, με την κατάργηση της ιδιοκτησίας σε όλα τα μέσα παραγωγής. Τελικά, αποκλείεται οι προνομιούχοι να βοηθήσουν τον «Πλούτο» να ξαναβρεί το φως του έτσι ώστε « να πηγαίνει στους φτωχούς, τίμιους και καλούς ανθρώπους και να μην τους αφήνει πια».

 

Ο Σαίξπηρ  τώρα, στο «Τίμων ο Αθηναίος», γράφει για το χρυσό:

…τούτος ο κίτρινος δούλος δένει λύνει νόμους …                    δίνει στους κλέφτες θέση πλάι στους γερουσιαστές                                           και τίτλους, προσκυνήματα, χειροκροτήματα…                                    Ε, κολασμένο μέταλλο, πόρνη εσύ κοινή                                                της ανθρωπότητας, που βάζεις τις διχόνοιες                                      ανάμεσα στους όχλους των εθνών...

Ο Κ. Μάρξ, νωρίς-νωρίς, στα 26 του, διαπιστώνει πως

«Η θεία δύναμη του χρήματος έγκειται  στο χαρακτήρα του, που αποξενώνει και αλλοτριώνει, των ανθρώπων αυτή την ίδια τη φύση. Το χρήμα είναι η παραμόρφωση της ίδιας της ανθρωπότητας.

Το χρήμα εμφανίζεται σαν δύναμη αντιστροφής τόσο έναντι του ατόμου και όσο και προς εκείνους τους κοινωνικούς  δεσμούς  κλπ που διατείνονται ότι είναι οντότητες καθεαυτές.

Μεταμορφώνει την αφοσίωση σε απιστία, την αγάπη σε μίσος, το μίσος σε αγάπη… την ηλιθιότητα σε λογική, και τη λογική σε ηλιθιότητα.»

Και μια που γίνεται λόγος για ηλιθιότητα,  η οποία σε συνδυασμό με τη λωποδυσία και άλλες τινές και παρεμφερείς ιδιότητες σπρώχνουν από τον πειρασμό (του Αϊνστάιν) στην αμαρτία (του οξαποδώ), μπορούμε να συμφωνήσουμε ίσως, περί  της ανθρώπινης τοιαύτης είτε μιλώντας σοβαρά είτε διακωμωδώντας την, σε δύο τρεις βασικές διαπιστώσεις:

 Ηλίθιες να ονομάζονται οι πράξεις ατόμων που προκαλούν ζημιές σε άλλα άτομα ή σε ομάδες ατόμων χωρίς οι φορείς τους  να αποκομίζουν κέρδη, ενώ πιθανόν να υφίστανται και ζημίες.

 Ότι η καταστρεπτικότατα ηλίθιων πράξεων εξαρτάται από τη θέση ευθύνης που κατέχουν οι φορείς τους.

Και, ότι αρκετοί φορείς αυτών καταφέρνουν και καταλαμβάνουν υπεύθυνες θέσεις.

 Ο ιστορικός C. Cipolla, σε εγχειρίδιο του, αποφαίνεται πως, κάποιοι ανήκοντες σε κάστες γραφειο-οικονομο-κομματικές,  προς επίτευξη των στόχων τους χρησιμοποιούν άτομα με τα ως άνω χαρακτηριστικά. Παρότι μέχρι κάποιο σημείο φαίνεται όλα να πάνε καλά, αργά ή γρήγορα, οι μεν και οι δε, συντρίβονται κάτω από ενέργειες ή παραλείψεις των «ακατονόμαστων». Και, αναρωτιέται κανείς τελικά, πια από τις κατηγορίες αυτές ανθρώπων είναι πιο επικίνδυνη για την κοινωνία, η των ηλιθίων, των κοινών απατεώνων ή των πονηρών που κινούν τα νήματα περισσότερο από το παρασκήνιο και λιγότερο από το προσκήνιο;

 Εμείς δεν έχουμε παρά, σε κάθε περίπτωση και σε κάθε κατεύθυνση, να απαιτούμε, διαρκώς και για πάντα, μαζί με τον «Επιθεωρητή» του θεατρικού έργου «Κλέψε λιγότερο» του Ντάριο Φο πως « είναι ώρα να ανοίξουμε με θάρρος και κουράγιο τους οχετούς  και… Αλλοίμονο σε όποιον τους γέμισε και δεν ξέρει να κολυμπάει». Αυτά πριν ξεσφίξουν οι βίδες της λογικής μας, με την καταιγιστική πλύση του εγκεφάλου  που υφιστάμεθα πλέον από τα συστημικά ΜΜΕ και επιστρέφοντας στην «κανονικότητα»  αναφωνούμε εν χορώ: «Επειδή κλέβουν όλοι …κλέψε κι εσύ, ίσως λιγότερο αλλά κλέψε».

 Όμως τα μοναδικά αγαθά, δεν είναι παρά εκείνα που επιτρέπουν να αποκτήσουμε -για το μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων- μια ζωή ορθολογική και ευφυή. Έτσι ώστε, να μην βλέπουμε ξανά και ξανά τους ανθρώπους, σε «διχόνοια χαλασμού,                                   θηρία για να πάρουν την κυριαρχία του κόσμου!»

Το παράδειγμα  μεγάλων και αγνών χαρακτήρων είναι το μόνο πράγμα που μπορεί να δώσει ωραίες ιδέες και ευγενικές πράξεις,  όπως προσθέτει ο Αϊνστάιν στο ίδιο κείμενο.

 Εκείνο που μπορεί τελικά να  ικανοποιεί γνήσια και αυθεντικά είναι η δημιουργία δεσμών μεταξύ των ανθρώπων, η συνένωσή τους, «οι συναθροίσεις τους και οι συζητήσεις που θέτουν κοινωνικούς στόχους», με στάση ζωής που να συνάδει προς τα παραπάνω, με πυξίδα την αλήθεια, τη δικαιοσύνη και την ομορφιά. Η πραγμάτωση τελικά των ουσιαστικών δυνάμεων του ανθρώπου.

 Όπως συμπληρώνει ο Μαρξ στα νεανικά του κείμενα, από την τότε «κεφαλή του κόσμου», το Παρίσι:

Υποθέστε πως ο άνθρωπος είναι άνθρωπος και η σχέση του προς τον κόσμο ανθρώπινη, τότε η αγάπη μπορεί να ανταλλαγεί μόνο με αγάπη, η εμπιστοσύνη μόνο με εμπιστοσύνη κλπ. Αν θέλετε να απολαύσετε την τέχνη, πρέπει να είστε ένα καλλιτεχνικά καλλιεργημένο άτομο, εάν θέλετε να ασκήσετε επιρροή σε άλλους ανθρώπους, πρέπει να είστε  άτομο που ενθαρρύνει και εμψυχώνει τους άλλους ανθρώπους. Κάθε μία από τις σχέσεις σας

προς τον άνθρωπο και τη φύση πρέπει να είναι μια συγκεκριμένη έκφραση, που αντιστοιχεί στο αντικείμενο της θέλησής σας, της δικής σας πραγματικής  ατομικής ζωής.

 ΥΓ. Αφιερώνεται σε όσους έρχονται σε επαφή με το δημόσιο χρήμα  με την ευχή να θυμούνται το: ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ, παρά τους στίχους:                                                              Την προσευχή μου, κύριε, σου λέω με προθυμία

καμιά ψυχή δεν έβλαψα, μονάχα τα Ταμεία. (Κ. Βάρναλη από  την «Προσευχή του ταπεινού (παρωδία)» που πρωτοδημοσίευσε με το ψευδώνυμο Καρχαρίας ο Παπαφαταούλας.)

 

Κώστας Καραγιάννης Φυσικός


Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής