breaking news Νέο

Η παιδεία των υπόδουλων Ελλήνων στα χρόνια της Τουρκοκρατίας - Του Γαβριήλ Καούρη

Η παιδεία των υπόδουλων Ελλήνων στα χρόνια της Τουρκοκρατίας - Του Γαβριήλ Καούρη

Μέρος 36ο

 

Β. – ΤΑ ΖΩΠΥΡΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

«Και το πρώτον και τα μεταγενέστερα βεράτια παρεβιάσθησαν ευθύς εξ αρχής και δεν έπαυσαν έκτοτε παραβιαζόμενα. Κυριοτάτη τούτων αιτία υπήρξεν η αυθαιρεσία της Οσμανικής κυβερνήσεως καθ’ ης ουδέναν τρόπον είχεν να αντισταθή ο Πατριάρχης…» (1).

Οι υπόδουλοι βρίσκονταν συνεχώς κάτω από το έλεος και τις ορέξεις ενός βάρβαρου, με όλη τη σημασία της λέξης, κατακτητή. Έπρεπε να ζήσουν μέσα σ’ ένα στυγνό και διεφθαρμένο καθεστώς από τα πιο βάρβαρα και αυταρχικά που γνώρισε η ανθρωπότητα: Ούτε ο ισλαμικός νόμος ούτε οι αυτοκρατορικές διατάξεις σχετικά με τους ραγιάδες εφαρμόζονταν πιστά. Όλα εξαρτώνταν από τις διαθέσεις των πασάδων και τη διαφθορά των υπαλλήλων της Πύλης.

Ένας Γερμανός περιηγητής που επισκέφθηκε την Τουρκία (16ος αιων.) λέει χαρακτηριστικά: «Όλη η χώρα του σουλτάνου είναι μια αρρώστια, έχει νόμους κολοβούς που δεν τηρούνται και πρέπει κάθε τόσο να δωροδοκείς για να επιβιώσεις…» (2).

Αυτή ήταν μια αλήθεια ολοφάνερη: Για να κάνεις τη δουλειά σου έπρεπε να μοιράζεις μπαξίς απ’ το πρωί ως το βράδυ. Όλοι στη δημόσια διοίκηση «λαδώνονταν» από τον ταπεινότερο υπάλληλο ως το σουλτάνο.

Παράλληλα όμως προς τη διαφθορά οργίαζε και η πολυνομία και η γραφειοκρατία, η οποία έκανε πιο δύσκολη και βασανιστική τη ζωή των υποδούλων. Για παράδειγμα: Η επισκευή ή ανοικοδόμηση ενός σχολείου ήταν φοβερά γραφειοκρατική, χρονοβόρα και το απαραίτητο «λάδωμα» την έκαναν δαπανηρή. Το επίσημο κράτος δεν κήρυξε ποτέ διωγμό στη θεία λατρεία κι όμως έμμεσα κατεδίωκαν τους Χριστιανούς: Για να επισκευάσουν μια ερειπωμένη εκκλησία ή κατεστραμμένη είτε από σεισμό είτε από πυρκαγιά, οι Χριστιανοί ήταν υποχρεωμένοι να ζητήσουν αυτοκρατορική άδεια (φιρμάνι), την οποία συνήθως έπαιρναν πληρώνοντας προκαταβολικά ένα σεβαστό χρηματικό ποσό. Αλλιώς δεν μπορούσαν «μήτε κέραμον τούτοις (τοις ναοίς) επιβαλείν μήτε κάρφος εμβαλείν» (3).

Αυτή έπρεπε να είναι ημιυπόγεια για να μην προκαλεί τους Τούρκους κι ακόμη δεν έπρεπε να είναι μεγαλύτερη ούτε μια σπιθαμή από την παλαιά, διότι αν γινόταν κάτι τέτοιο πλήρωναν ή βαρύ πρόστιμο ή φυλάκιζαν τον υπεύθυνο και εκείνους που εργάζονταν γι’ αυτό. Εξαίρεση έκαναν μόνο για τα μοναστήρια, τα οποία σεβόντουσαν και γι’ αυτό κατά τους χρόνους της δουλείας ιδρύθηκαν πολλά μοναστήρια.

Παρόλα αυτά όμως η τουρκική αυθαιρεσία διασπούσε τον παραπάνω κανόνα σεβασμού των μοναστηριών από μέρους της τουρκικής διοίκησης. Αναφέρουμε σχετικό παράδειγμα:

Ο Βησαρίων Μακρής (1635-1699) υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς λόγιους του 17ου αιώνα κι από τους πρώτους μεγάλους δασκάλους που δημιούργησαν τη λαμπρή γιαννιώτικη παράδοση. Το 1683 ο Βησαρίων ίδρυσε στις Λυγγιάδες μοναστήρι γνωστό ως Μονή Βησαρίωνος, όπου αποσύρθηκε εφησυχάζοντες και γράφοντες. «Αλλά και εφησυχάζων, γράφει ο Αραβαντινός, ουκ απηξίου του διαχέειν της παιδείας του τα νάματα τοις προσερχόμενοις και τοις φιλευσεβέσιν… Το 1695 ο Τούρκος τοπάρχης γκρέμισε το μοναστήρι, επειδή, τάχα, είχε ανεγερθεί χωρίς άδεια, και θα σκότωνε τους εγκατοίκους αν δεν προλάβαιναν να διαφύγουν» (4).

Είπαμε και παραπάνω ότι το επίσημο κράτος δεν κήρυξε διωγμό εναντίον της θρησκείας, τα κατά τόπους περιφερειακά διοικητικά όργανα όμως ή δεν εφάρμοζαν τους νόμους ή τους εφάρμοζαν κατά πως ήθελαν αυτά. Στον Πόντο λ.χ. οι ποικιλόμορφες καταπιέσεις που ασκούσαν οι διάφοροι τοπάρχες, μπέηδες και τερεμπέηδες, οδήγησαν συχνά άτομα, ομάδες ή και ολόκληρα χωριά στην εξωμοσία (γνωστοί οι κρυπτοχριστιανοί του Πόντου, φαινομενικά τουρκεμένοι).

Νομίζουμε πως αυτά και μόνο – τα ελάχιστα – που εκθέσαμε για τη διαφθορά και την αυθαιρεσία των οργάνων της τουρκικής διοίκησης, μπορεί άνετα να οδηγήσει τη σκέψη πως η παράδοση του κρυφού σχολειού μπορεί και να μην είναι ολωσδιόλου μύθος, γιατί η παιδεία να ασκήθηκε κρυφά ή και να εμποδίστηκε καθόλου σε κάποια μέρη. Κλείνουμε αυτή τη συνάφεια μ’ ένα παράδειγμα.

Στη Μικρασία - που τα παράλια αλλά και η ενδοχώρα της ήταν κατάστικτη από την ελληνική παρουσία -  δεν κατάφερε ν’ αναπτυχθεί στις εσωτερικές της επαρχίες η εκπαίδευση ικανοποιητικά, και ο λόγος ήταν οι αφόρητες πιέσεις που υφίσταντο οι υπόδουλοι από τους κατακτητές. Οι κάτοικοι αυτών των περιοχών, εκτός από την υπερβολική τους φτώχεια, δεν μπορούσαν να μιλήσουν ούτε την εθνική τους γλώσσα· και όχι μόνο στη δημόσια ζωή τους αλλά ούτε και στην ιδιωτική τους, μέσα στο σπίτι τους. Οι Τούρκοι τους παρακολουθούσαν, κρυφάκουγαν και – κατά τις μαρτυρίες παθόντων ή αυτοπτών μαρτύρων – τους έκοβαν… τη γλώσσα!

Θα μπορούσαν λοιπόν να λειτουργήσουν σ’ αυτά τα μέρη ελεύθερα σχολεία; Κι όμως, αυτοί οι φοβερά καταπιεσμένοι πληθυσμοί που ούτε την εθνική τους γλώσσα δεν μπορούσαν να μιλήσουν ελεύθερα δεν τούρκεψαν. Διατήρησαν, έστω και τουρκόφωνοι, την εθνική τους συνείδηση και την Ορθόδοξη πίστη τους.

 

Σημειώσεις:

  1. – Ιστορία Ε.Ε., Εκδοτ. Αθηνών, τ. Ι. σελ. 366
  2. – Ισίδωρος Ζουργός, σκηνές από το βίο του Ματίας Αλμοσίνο, σ. 183
  3. – Αθαν. Γρ. Γερομιχαλός, καθ. Α.Π.Θ., εθνομάρτυρες ιεράρχαι του Μακεδονικού Αγώνος, εκδ. οίκος Αφων Κυριακίδη, Θεσ/νίκη 1979, σελ. 27
  4. – Μιχ. Περάνθης, Ελληνική πεζογραφία, τ. Α’, σελ. 484

 

ΓΑΒΡΙΗΛ ΚΑΟΥΡΗΣ

επίτ. ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ

 

Συνεχίζεται


Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής