breaking news Νέο

Γιάννης Μπελημπασάκης : «Ο καλλιτέχνης κάνει μία προσφορά στην κοινωνία. Το έργο του δεν φτιάχνεται με κριτήρια να πουληθεί. Αυτό έρχεται»

Γιάννης Μπελημπασάκης : «Ο καλλιτέχνης κάνει μία προσφορά στην κοινωνία. Το έργο του δεν φτιάχνεται με κριτήρια να πουληθεί. Αυτό έρχεται»

Με αφορμή την έκθεσή του με τίτλο Common Places (Κοινοί Τόποι), που λαμβάνει χώρα στη γκαλερί Παπατζίκου στη Βέροια, ο εικαστικός Γιάννης Μπελημπασάκης έδωσε τηλεφωνική συνέντευξη στο ΡΑΔΙΟ ΑΙΧΜΗ-102,8 και στην εκπομπή του Αλέκου Χατζηκώστα «Λόγια σταράτα», τη Δευτέρα 1/11.

Σε ερώτηση σχετικά με το περιεχόμενο της ατομικής του έκθεσης, τόνισε : «Η δουλειά αυτή αφορά κυρίως ένα συμβάν. Ξεκινά από τον εμβληματικό πίνακα του Theodore Gericault «Η Σχεδία της Μέδουσας» (1818-19), που βρίσκεται στο Λούβρο. Το συμβάν που ενεργοποιεί το θέμα της έκθεση,ς είναι ένας Κοινός Τόπος, στον οποίο βρίσκομαι με τον Ισπανό καλλιτέχνη Manuel Ballester, που δέκα χρόνια νωρίτερα έχει κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα, πατά στη ίδια ιδέα. Αυτή η συνειδητοποίηση γίνεται εκ των υστέρων, εφόσσν έχω εργαστεί πάνω σ’αυτή την ιδέα. Η ιδέα να αδειάσω από ανθρώπινες παρουσίες τον εμβληματικό αυτό πίνακα συνειδητοποιώ ότι το έχει κάνει ο Ισπανός 10 χρόνια νωρίτερα. Αυτό το συμβάν είναι αυτό που ενεργοποιεί τη ιδέα της έκθεσης. Δηλαδή υπάρχει η διαλεκτική βάση πάνω στην εικόνα, υπάρχουν κοινοί τόποι και μετά το σοκ προσπαθώ να σκεφτώ πώς ακριβώς, ποιοι είναι οι μηχανισμοί εκείνοι που θα ενεργοποιήσουν ξανά αυτό το πρότζεκ. Και εκεί καταλήγω στην αποδόμηση των πολλαπλών και πολυποίκιλων επιπέδων που έχουν βγει σε ψηφιακά στην Η/Υ και που η εκτύπωση τους μ’ έναν αρχειακό τρόπο σε ένα πολύ ευαίσθητο χαρτί . Επτά εκτυπώσεις αρχειακές, δίπλες, οι οποίες αποκρυσταλλώνουν κάποια από τα στάδια επεξεργασίας του έργου τα οποία όταν όμως φανερώνονται δημιουργούν νέες αορατότητες». 

Αναφερόμενος σε στοιχεία του βιογραφικού του σημείωσε για τις σπουδές του στο ΑΠΘ με αντικείμενο «τη, Χαρακτική που είναι ο μεγάλος μου έρωτας», το μεταπτυχιακό του στο βασιλικό Κολέγιο στο Λονδίνο «ένα διεθνές μεταπτυχιακό που ήταν πολύ πλούσιο που με θωράκισε και μου έδωσε την ευκαιρία αργότερα να πω στα Πανεπιστήμιο, όπου εξελίχθηκα και εκλέχτηκα στο τέλος ως διευθυντής Εργαστηρίου Χαρακτικής, ένα πρότυπα εργαστήριο το οποίο σχεδίασα κιόλας. Ένας τόπος, όπου όλα τα είδη της έντυπης Τέχνης συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο και συλλειτουργούν στην ίδια σκέπη. Αυτό με θωράκισε, ενίσχυσε τη γνώση μου πάνω στην ιστορικότητα της κάθε τεχνικής και μου έδωσε τη δυνατότητα και την πεποίθηση να μεταδώσω στους φοιτητές μας στο ΑΠΘ αυτήν την αγάπη για το αντικείμενο. Ένα αντικείμενο που ενισχύεται χρόνο με το χρόνο, όσο η τεχνολογία εξελίσσεται, τόσο αυτό ενισχύεται». 

Σε ερώτηση για το πόσο «αγγίζει» η χαρακτική τέχνη σε καιρούς οικονομικής κρίσης τον απλό κόσμο, τόνισε : «Το να επικοινωνήσει κανείς με το έργο και να κοινωνηθεί το έργο, δεν είναι κάτι που εξαργυρώνεται σε χρήμα.  Το να βρεθεί κανείς σε ένα χώρο και να έλθει σε διαβούλευση με το έργο αλλά κα με τους υπόλοιπους, που μετέχουν στη θέαση και θεώρησης του έργου, είναι μία προσφορά. Ο καλλιτέχνης κάνει μία προσφορά στην κοινωνία. Το έργο του δεν φτιάχνεται με κριτήρια να πουληθεί. Αυτό έρχεται. Αν συμβεί και αν μπορεί να συμβεί. Το γεγονός ότι η Τέχνη δεν θέτει αυτούς τους όρους της αγοράς, είναι ένα προνόμιο για τους θεατές μας, τους επισκέπτες μας».

Απαντώντας σε ερώτηση για τις ομοιότητες και διαφορές με το εξωτερικό για την Τέχνη του, υπογράμμισε : «Η διαφορά είναι ότι εδώ οι φοιτητές μας μπαίνουν σε βάθος, οι Έλληνες λόγω της κουλτούρας μας έχουμε μάθει να έχουμε σεβασμό στην ιστορία-καμία φορά γίνεται και προβληματικός-να αναλύομε σε βάθος τα πράγματα, στο εξωτερικό ισχύει το αντίστροφο. Υπάρχει η έννοια τους πλάτους, του εύρους. Να μάθει ο φοιτητής όσο το δυνατόν περισσότερα πράγματα, μπορεί να γίνεται λίγο πιο επιφανειακά, αλλά δίνει τη δυνατότητα στο φοιτητή να έχει την επιλογή στο τέλος προς τα πού θα εστιάσει. Εδώ δίνουμε στους φοιτητές μας τα εργαλεία, ώστε μεθοδολογικά να δουν και να εννοήσουν πράγματα σε μεγαλύτερο βάθος, ώστε τελικά αυτό που θα κάνουν αργότερα να έχει μία ποιότητα. Αλλά απουσιάζει από τα νέα παιδιά η δυνατότητα του εύρους των επιλογών».

Σε σχέση με το πώς αντιμετωπίζεται η συγκεκριμένη Τέχνη στην Ελλάδα και στην Αγγλία, τόνισε : « Δεν θέλω να σταθώ στις διαφορές, με ενδιαφέρουν οι κοινοί τόποι. Τα κοινά στοιχεία που μας βοηθούν να συμπλεύσουμε. Οι διαφορές τεράστιες. Το κοινό εκεί μαθημένο από πού μικρές ηλικίες να έχει μία άλλη σχέση, μία άλλη ανάγνωση των έργων Τέχνης, είναι από πολύ μικρές ηλικίες στα μουσεία, υπάρχει αυτή η κουλτούρα και αυτό αποτελεί μία διαφορά. Το κοινό στην Ελλάδα έχει μία διαφορετική σχέση  π.χ με το τι είναι το μουσείο σήμερα. Έτσι συχνά μένουμε στο κέντρο της Αθήνας και δεν έχουμε πάει ποτέ στον Παρθενώνα, γιατί υπάρχει η έννοια της αναβλητικότητας, αφού είμαι εδώ, θα το κάνω κάποια στιγμή. Όμως η σχέση με το έργο Τέχνης δεν είναι στιγμιαία, είναι βιωματική. Ερχόμαστε και επανερχόμαστε στο έργο. Το επαναεπισκεπτόμαστε το έργο. Είμαστε σε μία συχνή συνδιαλλαγή μαζί του. Αν το κάνουμε αυτό και εμείς, εμβαθύνουμε και πλησιάζουμε το ευ ζην. Γιατί το έργο Τέχνης – όποιον και αν είναι- αυτό επιτελεί».

Τέλος, αναφορικά με την έκθεση του στη γκαλερί Παπατζίκου, σημείωσε : «Η επιλογή μου να συνεργαστώ με την κυρία Παπατζίκου, που είναι μία εξαίρετη συνεργάτης, που έχει μία πολύ σημαντική πορεία στο χώρο και κάνει αγώνα χρόνων και θέλω δημόσια να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου προς το πρόσωπό της και να της ευχηθώ κουράγιο και όλοι σαν ομάδα προσπαθούμε και επιδιώκουμε το καλύτερο, ώστε η Τέχνη να μην επικεντρώνεται στα μεγάλα αστικά κέντρα». 


Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής