breaking news Νέο

«ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΑ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ» -Του Γιώργου Κοτζαερίδη

  • «ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΑ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ» -Του Γιώργου Κοτζαερίδη
  • «ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΑ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ» -Του Γιώργου Κοτζαερίδη
  • «ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΑ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ» -Του Γιώργου Κοτζαερίδη

Από το Πάμουτζακ Ντερμπέντ της Νίκαιας

Κύριε Γιώργο, ο παππούς μου, από την πλευρά της μάνας μου Ελένης, λέγονταν Χατζηνικόλας Χατζηαθανασίου και στο χωριό τον σέβονταν και τον αγαπούσαν όλοι, διότι ήταν καλός άνθρωπος και πολύ πλούσιος.

Είχε 5000 γιδοπρόβατα και απασχολούσε περίπου 15 τσομπαναραίους.

Ασχολούνταν επίσης με την σηροτροφία. Μάζευε στο σπίτι του κουκούλια, τα οποία μεταπωλούσε στο Κοζά Χανέ της Προύσας. Ήταν πολύ δουλευταράς αν και είχε μια αναπηρία και κούτσαινε από το ένα πόδι.

Εκτός από αυτά διέθετε στο χωριό και μία μικρή ταβέρνα, όπου συγκεντρώνονταν τα παλικάρια και γλεντούσαν. Διέθετε πολύ εμπορικό μυαλό, έρχονταν συχνά στην Ελλάδα, αγόραζε πολλά πράγματα και τα μεταπουλούσε στην Τουρκία. Έτσι μάζεψε πολλά χρήματα. Είχε πέντε παιδιά, τρείς κόρες την Σταυρούλα, την Ελένη και την Μαρία και δυο γιούς τον Δημήτρη και τον Γιαννάκη.

Ο δικός μου πατέρας ο Κωσταντής, ανήκε σε μια ομάδα που την αποτελούσαν νέοι από όλα τα χωριά της Προύσας οι οποίοι είχαν γίνει ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων. Την ημέρα τους έβλεπες να ασχολούνται με γεωργικές εργασίες, αλλά την νύχτα αρματώνονταν και λεηλατούσαν τα γύρω Τούρκικα χωριά.

Σε μια μάχη με τους Τούρκους χτυπήθηκε ο φίλος του ο Γιακούπ Κουκουκίδης το πρωτοπαλίκαρο της ομάδας. Φώναξε τον πατέρα μου και και του είπε στα Τούρκικα, διότι στο χωριό μιλούσαν μόνο Τουρκικά

....Κώτσο κιλιτζί τσικάρ (βγάλε το μαχαίρι) κόψε το χτυπημένο μέρος και καθάρισετο. Πράγματι ο πατέρας μου καθάρισε την πληγή, έβαλε πάνω καπνό και τον έκρυψε σε ένα διπλανό μέρος. Του είπε να μείνει εκεί για να πάει να φέρει βοήθεια.

Όταν ήρθαν τα άλλα παλικάρια τον πήραν και τον πήγαν σε έναν γιατρό Αρμένη, όπου παρέμεινε 15 μέρες μέχρι να γιατρευτεί και αργότερα, με την Έξοδο να φύγει για την Ελλάδα.

Εν τω μεταξύ μαίνονταν οι μάχες μεταξύ του Τουρκικού και του Ελληνικού στρατού ο οποίος υποχωρούσε. Μια μέρα υποχωρώντας, πέρασε από το χωριό μας, το οποίο βομβαρδίζονταν.

Ο παππούς μου κάθονταν μπροστά από το μαγαζί του, όταν μια βόμβα έπεσε πάνω στο σπίτι του και το γκρέμισε. Πανικόβλητος πήγε στο σπίτι, τράβηξε ένα καδρόνι για να πάρει ένα κιούπι όπου είχε κρυμμένες τις χρυσές λίρες του.

Για κακή του όμως τύχη τον πήρε χαμπάρι ένας Έλληνας στρατιώτης και παρά τα παρακάλια του, του τις πήρε όλες, χωρίς να του αφήσει ούτε μία.

...Αυτά ανήκουν τώρα στον Ελληνικό στρατό του είπε και έφυγε.

Ο παππούς πήγε να σκάσει από την στεναχώρια του και καταριόταν τον θρασύτατο στρατιώτη.

Οι ορδές του Κεμάλ πλησίαζαν και έτσι μάζεψαν την οικογένεια, πάνω σε ένα κάρο και κατευθύνθηκαν για τα Μουδανιά. Ο πατέρας μου ο Κωσταντής σαν μεγαλύτερος ανέβασε όσους μπορούσε στο καράβι, αλλά πάνω στην αναμπουμπούλα, έφυγε το καράβι και αυτός παρέμεινε στην αποβάθρα.

Ο παππούς μου το πήρε χαμπάρι και είπε στον καπετάνιο να πηγαίνει σιγά σιγά για να τους φθάσει ο Κωσταντής ο οποίος είχε πάρει μια βάρκα και τους ακολουθούσε. Έτσι σώθηκε, ενώ δεν είχαν την ίδια τύχη πολλοί άλλοι που παρέμειναν πίσω και αιχμαλωτίστηκαν από τους Τούρκους που είχαν ήδη καταφθάσει στα Μουδανιά.

Η οικογένειά μας κατέφυγε πρώτα στις Σέρρες, μετά στον Πολύγυρο Χαλκιδικής και από εκεί κατέληξαν στο Μακροχώρι Ημαθίας .

Ο παππούς ήταν απαρηγόρητος, διότι ενώ στην Μικρά Ασία ήταν πολύ πλούσιος, ήρθε στην Ελλάδα πάμφτωχος, με ένα πλαστικό παπούτσι και μια γαλότσα.

Μάταια η γιαγιά μου η Βασιλική προσπαθούσε να τον παρηγορήσει.

Πέθανε από την πολύ του στεναχώρια και την κηδεμονία των παιδιών ανέλαβε η μητέρα μου η Ελένη, μέχρι που μεγάλωσαν και παντρεύτηκαν,

Ποτέ τους δεν ξέχασαν όμως την πατρίδα τους το Πάμουτζακ Ντερμπέντ.

 

Aφήγηση

Χατζηλιάδης Εμμανουήλ

Μακροχώρι Ημαθίας.


ΠΑΜΟΥΤΖΑΚ ΝΤΕΡΜΠΕΝΤ

Σύνδεση Συνδρομητή

Καλώς Ήρθατε! Συνδεθείτε στο λογαριασμό σας

Να με θυμάσε Ξεχάσατε τον κωδικό σας;

Δεν είστε συνδρομητής; Αίτηση Εγγραφής

Ξεχάσατε τον κωδικό σας

Αίτημα Εγγραφής